Περισσότερο ως κίνηση ευαισθησίας και ουμανιστικών διαθέσεων και λιγότερο ως κινηματογραφική πρόταση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η απόφαση της κριτικής επιτροπής του 73ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου να βραβεύσει με τη Χρυσή Αρκτο το μοναδικό ντοκιμαντέρ ανάμεσα στις 19 διαγωνιζόμενες ταινίες του επίσημου τμήματος: το περιεχόμενο του «Sur l’Adamant» (Στον Αδάμαντα) του Νικολά Φιλιμπέρ επικεντρώνεται στην παρακολούθηση των δρώμενων πάνω σε ένα πλωτό ψυχιατρικό κέντρο ημερήσιας φροντίδας ατόμων με ψυχικές διαταραχές στην καρδιά του Παρισιού. Με ευαισθησία και αγάπη, ο φακός του 72χρονου σκηνοθέτη παρακολουθεί αυτούς τους άτυχους ανθρώπους να δίνουν, με κάθε τρόπο, την καθημερινή τους μάχη – τραγουδώντας, συζητώντας, πίνοντας στο μπαρ. Συγχρόνως όμως (και εδώ είναι το πραγματικά ενδιαφέρον σημείο) η ταινία παρουσιάζει και το πώς κάποιοι άλλοι άνθρωποι έχουν τη διάθεση μα και μια βαθιά εσωτερική ανάγκη να βοηθήσουν εκείνους που τους έχουν πραγματικά ανάγκη. Το «Sur l’Adamant» είναι κλασική περίπτωση ταινίας «με μήνυμα», όπως ήταν και το «CODA» που αφορούσε κωφάλαλους ανθρώπους και πέρυσι, τέτοια περίπου εποχή, βραβευόταν με το Οσκαρ καλύτερης ταινίας. Αν και κινηματογραφικά το «Sur l’Adamant» δεν παρουσιάζει κάτι το ιδιαίτερο, το περιεχόμενό του μπορεί πραγματικά να σε σκλαβώσει.

Ενας άλλος γάλλος σκηνοθέτης, ο 75χρονος Φιλίπ Γκαρέλ («Συνήθεις εραστές») κέρδισε την Αργυρή Αρκτο καλύτερης σκηνοθεσίας για την ταινία «Le grand chariot» (Το μεγάλο καρότσι). Στην ταινία όπου ως ηθοποιός συμμετέχει και ο γιος του Φ. Γκαρέλ, ο Λουί Γκαρέλ, παρακολουθούμε στιγμές από τον σύγχρονο κόσμο του κουκλοθέατρου με άξονα τις σχέσεις των μελών ενός θιάσου – οικογενειακής επιχείρησης που με μαθηματική ακρίβεια οδηγείται στην παρακμή. Εντιμη ταινία και μάλιστα με τη δυνατότητα μιας αξιόλογης εισπρακτικής κίνησης.

Παράδοση στην παραδοξότητα

Βέβαια, σε ό,τι αφορά την απονομή των βραβείων του, το Φεστιβάλ Βερολίνου, του οποίου η αυλαία έπεσε την περασμένη Κυριακή, έχει παράδοση στην παραδοξότητα και φέτος το σκηνικό επαναλήφθηκε. Η απόφαση της κριτικής επιτροπής (αποτελούμενης από την Αμερικανίδα ηθοποιό Κρίστεν Στιούαρτ στη θέση της προέδρου και μέλη τούς Γκολσιφτέ Φαραχανί, Βαλέσκα Γκρίζμπαχ, Ράντου Γιούντε, Φρανσίν Μάλσνερ, Κάρλα Σιμόν και Τζόνι Το) να μη βραβεύσει άνδρα ηθοποιό δηλώνει ή ότι δεν υπήρχε καμία ανδρική ερμηνεία που θα μπορούσε βραβευτεί (και υπήρχε) ή ότι ο «αέρας» των ημερών με τη γυναίκα να «παίρνει την εκδίκησή της» φύσηξε και στην Μπερλινάλε. Οι κατηγορίες των ερμηνειών στην Μπερλινάλε έχουν τροποποιηθεί ως καλύτερη ερμηνεία πρώτου και δεύτερου ρόλου χωρίς να διευκρινίζεται το φύλο (ως τώρα ήταν καλύτερη ανδρική και καλύτερη γυναικεία ερμηνεία χωρίς βράβευση σε δευτεραγωνιστική ερμηνεία). Στην προκειμένη περίπτωση την Αργυρή Αρκτο καλύτερης ερμηνείας σε πρώτο ρόλο κέρδισε ένα παιδί: η εννιάχρονη Ισπανίδα Σοφία Οτερό, πρωταγωνίστρια στο «20.000 είδη μελισσών» («20.000 especies de abejas») της Εστιμαπλίζ Ουρεσόλα Σολαγκουρέν. Η Οτερό είναι πραγματικά πολύ καλή σε αυτήν την τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης με φόντο την ισπανική φύση. Και η Αργυρή Αρκτο δευτεραγωνιστικής ερμηνείας δόθηκε επίσης σε γυναίκα, στην trans αυστριακή ηθοποιό Τέα Ερε της ταινίας «Μέχρι το τέλος της νύχτας» (Bis ans Ende der Nacht) του Κρίστοφ Χότσχαουσλερ.

Η πρόβλεψη ότι η γερμανική ταινία «Κόκκινος ουρανός» (Roter Himmel) δεν θα μπορούσε να λείπει από τα βραβεία δεν υπήρξε λανθασμένη διότι τηρουμένων των αναλογιών η τελευταία δημιουργία του Γερμανού Κρίστιαν Πέτσολντ ήταν μια από τις καλύτερες ταινίες μιας μέτριας, ως επί το πλείστον, διοργάνωσης. Χιουμοριστική, πικρή, ακόμα και τραγική η ταινία με έναν ευλογημένα χαλαρό τρόπο διαχειρίζεται τις καταστάσεις που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της συνεύρεσης μερικών νέων ανθρώπων στη γερμανική επαρχία λίγο πριν από το ξέσπασμα μιας μεγάλης κρίσης. Η βράβευσή της με την Αργυρή Αρκτο – Μεγάλο Βραβείο της επιτροπής ήταν δικαιότατη. Οι Γερμανοί είχαν και συνέχεια: αν κάποιους κατάφερε να συγκινήσει η ταινία «Musik» της Ανγκελα Σάλενεκ που έχει γυριστεί και στην Ελλάδα αυτοί θα πρέπει να ήταν πολύ λίγοι. Αφαιρετική, τρομερά μινιμαλιστική και σχεδόν ακατάληπτη, η ταινία δεν μπορείς να πεις ότι διακρίνεται για το σενάριό της αλλά εκεί ακριβώς κέρδισε αποσπώντας την Αργυρή Αρκτο καλύτερου σεναρίου (γραμμένο από τη σκηνοθέτρια). Αντιθέτως, η βράβευση του «Disco boy» με την Αργυρή Αρκτο καλύτερης καλλιτεχνικής συμβολής ήταν πολύ δίκαιη, διότι η ταινία μπορεί να έχει κάποιες σεναριακές αδυναμίες, έχει όμως δύναμη στην εικόνα και αφήνει πολλές υποσχέσεις για το μέλλον του πρωτοεμφανιζόμενου στη μεγάλου μήκους ταινία Ιταλού Τζιάκομο Αμπρουτσέζε. Τέλος, η Αργυρή Αρκτος – Βραβείο της επιτροπής δόθηκε στην πορτογαλέζικη «Κακή ζωή» (Mal viber) του Ζοάο Κανίζο, επίσης ταινία όπου το γυναικείο στοιχείο μονοπωλεί καθώς η ιστορία πραγματεύεται τη μολυσμένη (από τους άντρες) ζωή μιας ομάδας γυναικών συγκεντρωμένων σε ένα απομονωμένο ξενοδοχείο της επαρχίας.