Η έκφραση «διπλωματία των σεισμών» δεν μου αρέσει καθόλου.

Παραπέμπει σε «εκμετάλλευση» μιας τραγωδίας που, εάν την αναλογιστεί κανείς, είναι κυριολεκτικά ανείπωτη.

Όμως, όντως ο σεισμός μπορεί να αποτελέσει έναν καταλύτη για τις σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες.

Δεν αναφέρομαι στο πώς ορισμένοι υποστηρίζουν ότι τώρα που η Τουρκία δέχτηκε ένα βαρύ πλήγμα, μπορεί και να φερθεί πιο «λογικά».

Αναφέρομαι στο πώς μια τέτοια τραγωδία, τέτοια υπενθύμιση του πόσο ευάλωτοι είμαστε, τέτοια απόδειξη ότι η διάθεση αλληλεγγύης είναι πραγματική και από τις δύο πλευρές, μπορεί να ανοίξει το δρόμο για μια άλλη συνεννόηση.

Γιατί σε τελική ανάλυση είμαστε δυο χώρες «καταδικασμένες» να συνυπάρχουν.

Δυο χώρες και δυο λαοί με μακρά ιστορία συγκρούσεων, αλλά και με πολύ πραγματική αίσθηση κοινής μοίρας.

Αυτή την αίσθηση που θεωρεί αυτονόητη την αλληλεγγύη, αυτή την αίσθηση ότι απέναντι είναι ο γείτονας και ο καρντάσης και όχι ο «εχθρός».

Αυτό δεν είναι απλώς «ιδεολογία» ή «ρητορική».

Είναι μια πραγματική δυναμική που πάντα υπάρχει, ακόμη και όταν κυριαρχούν οι πιο πολεμικές κραυγές.

Και αυτό μπορεί να αποτελέσει μια δυναμική για άλλη σχέση.

Η χώρα μας έστειλε αμέσως και διασώστες και ανθρωπιστική βοήθεια.

Πρωτοβουλίες σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών ετοιμάζονται να στείλουν ακόμη περισσότερη βοήθεια.

Χρειάζονται και δεσμεύσεις για μεγαλύτερη βοήθεια σε επίπεδο ελληνικής Πολιτείας και προσπάθεια, ώστε και η Ευρωπαϊκή Ένωση να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.

Κυρίως, όμως, χρειάζεται μια ανοιχτή και ειλικρινής πρόταση προς την άλλη πλευρά, τώρα που κυριαρχεί η λογική της αλληλεγγύης, ότι οι δυο χώρες μπορούν και πρέπει να βρουν έναν τρόπο να συνυπάρχουν που πατάει πάνω σε αυτό τον πυρήνα φιλίας και αίσθησης κοινής μοίρας που υπάρχει στις δυο κοινωνίες.

Σίγουρα αυτό θέλει και διάθεση διαλόγου και υποχωρήσεις και συμβιβασμούς σε υπαρκτά προβλήματα.

Όμως, το να υπάρξει μια νέα σελίδα διαλόγου και καλής γειτονίας ανάμεσα στις δύο χώρες είναι η καλύτερη υπηρεσία που μπορούν να προσφέρουν οι ηγεσίες και στις δυο χώρες.