Tην προηγούμενη φορά που η Βρετανία είχε προεδρεύσει στην G7, υπενθυμίζει το περιοδικό New Statesman, η ομάδα λεγόταν G8 γιατί η Ρωσία δεν είχε ακόμη προσαρτήσει την Κριμαία και δεν είχε αποβληθεί από την οικογένεια των πολιτισμένων χωρών. Ο Μπόρις Τζόνσον ήταν δήμαρχος του Λονδίνου και η λέξη Brexit δεν σήμαινε τίποτα. Ο Σι Τζινπίνγκ δεν ήταν ακόμη διά βίου πρόεδρος, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τηρούσε ακόμη τα προσχήματα και ο Ναρέντρα Μόντι δεν είχε ακόμη καταδικάσει την Ινδία στο σκοτάδι του ινδουιστικού εθνικισμού.

Πόσα χρόνια έχουν περάσει από τότε; Μόλις οκτώ. Αλλά οι συσχετισμοί δυνάμεων έχουν αλλάξει ριζικά. Ο Τζόνσον υποδέχεται σήμερα τον Τζο Μπάιντεν ως πρωθυπουργός μιας χώρας που δεν ανήκει πλέον στην ΕΕ. Και ο αμερικανός πρόεδρος ξεκινά το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό μετά την εκλογή του με στόχο – όπως έγραψε πρόσφατα στην Washington Post – τη «συσπείρωση των δημοκρατιών όλου του πλανήτη γύρω από την Αμερική». Τη λέξη «δημοκρατία» ή «δημοκρατικός» τη χρησιμοποιεί μάλιστα στο άρθρο του 13 φορές.

Η ανησυχία είναι προφανής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες όχι μόνο έχουν εγκαταλείψει τον στόχο των αλήστου μνήμης νεο-συντηρητικών να κάνουν εξαγωγή δημοκρατίας, αλλά αγωνίζονται πλέον να σώσουν την ίδια τη δημοκρατία από αυτούς που την υπονομεύουν τόσο από μέσα (οι αντιφιλελεύθεροι της Ανατολικής Ευρώπης, οι αποδαιμονοποιημένοι ακροδεξιοί της Δυτικής Ευρώπης, αλλά και ο πρώην πρόεδρος Τραμπ με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα) όσο και απ’ έξω (δικτάτορες ή δημοκράτορες όπως ο Σι, ο Πούτιν ή ο Ερντογάν). Ως αντικείμενο του πόθου, είναι αλήθεια ότι η «δημοκρατία» είναι κάτι σαφέστερο από τη «Δύση», που μπορεί να έχει χαρακτήρα είτε συμπεριληπτικό και οικουμενικό είτε περιοριστικό και νατιβιστικό. Δεν είναι τυχαίο ότι η περυσινή Σύνοδος του Μονάχου για την Ασφάλεια περιστράφηκε γύρω από την απουσία της Δύσης («Westlessness»), ενώ η φετινή αποπειράθηκε να ξεπεράσει αυτό το κενό («Beyond Westlessness»).

Το άλλο πρόβλημα του νέου αμερικανού προέδρου είναι ότι δεν έχει δημιουργήσει τα κύματα ενθουσιασμού που είχε προκαλέσει η εκλογή του Μπάρακ Ομπάμα. Δημοσκοπήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί τις τελευταίες εβδομάδες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες δείχνουν ότι η εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων στον ηγετικό ρόλο της Αμερικής έχει κλονιστεί, ενδεχομένως ανεπανόρθωτα. Αρνητικά είναι όμως τα μηνύματα και για την ευρωπαϊκή ιδέα. Στη Γερμανία, το ποσοστό των πολιτών που πιστεύουν ότι το σχέδιο της ΕΕ χρεοκόπησε είναι κατά 11% μεγαλύτερο σε σχέση με πριν από την πανδημία και αντιστοιχεί για πρώτη φορά σε ένα πλειοψηφικό ρεύμα. Στη Γαλλία, όταν οι πολίτες ερωτώνται αν η ΕΕ είναι κάτι καλό ή κάτι κακό, η πιο συνηθισμένη απάντηση είναι πλέον «ούτε το ένα ούτε το άλλο».

Ναι, η Αμερική επιστρέφει. Η Ευρώπη στην οποία θα βρεθεί όμως ο πρόεδρός της αυτές τις ημέρες διέρχεται μια βαθιά υπαρξιακή κρίση. Ας ελπίσουμε να της βγει σε καλό.