Ως είδηση έχει κυκλοφορήσει από το τέλος της περασμένης χρονιάς. Ο Δήμος Μονεμβασιάς ήθελε να αγοράσει το σπίτι του Γιάννη Ρίτσου στην καστροπολιτεία, με σκοπό να το διαμορφώσει σε δημοτικό μουσείο. Πριν από λίγες ημέρες ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες με την κόρη του ποιητή Ερη Ρίτσου, ακούγεται μάλιστα – χωρίς να υπάρχει επίσημη ανακοίνωση – ότι το ποσό που διέθεσε ο δήμος για την αγορά φτάνει τα 750.000 ευρώ. Και από μια πρόχειρη έρευνα που έκανα περί τιμών ακινήτων, τόσο και περισσότερο πωλούνται τα σπίτια εντός του κάστρου.

Κάποια σχόλια που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ότι, και καλά, οι κομμουνιστές δεν πιστεύουν στην ιδιοκτησία, άρα δεν θα έπρεπε να έχουν σπίτια και να τα πουλάνε, είναι παρωχημένες γραφικότητες και σύγχρονες αστειότητες. Δικό της είναι το σπίτι και η γυναίκα μπορεί να το κάνει ό,τι θέλει, ακόμη και να το κάψει – που λέει ο λόγος – για να απαλλαγεί από τον ΕΝΦΙΑ που υποθέτω ότι θα ήταν τεράστιος. (Στην εποχή του Διαδικτύου, τα δικαιώματα από τις πωλήσεις των βιβλίων ακόμη και των σημαντικότερων λογοτεχνών μας δεν επιτρέπουν στους απογόνους τους να «συντηρήσουν», εκτός από την πνευματική, την υλική τους κληρονομιά). Ασε που θα μπορούσε να το πουλήσει πολύ πιο ακριβά σε κάποιον ψωνισμένο νεόπλουτο που θα είχε να το λέει ότι απλώνει την αρίδα του στο περβάζι του παραθύρου απ’ όπου έβλεπε τη θέα ο Ρίτσος και εμπνεόταν.

Οι λογοτέχνες μας στον δρόμο

Αυτή η ιστορία ωστόσο δίνει την ευκαιρία να θίξω ένα θέμα με το οποίο «τρακάρω» μετωπικά όταν κυκλοφορώ στους δρόμους της Αθήνας. Αφορά τα ονόματα των οδών στο ευρύτερο κέντρο της πόλης. Η «δεξαμενή» τους, στη συντριπτική πλειονότητα, τελειώνει λίγες δεκαετίες μετά την Επανάσταση του 1821. Η αρχαιότητα και η μυθολογία τιμώνται εξονυχιστικά. Οι αρχαίοι συγγραφείς και ποιητές επίσης, καθώς και οι αγωνιστές του ’21, αν και εδώ έχουμε «πατρίκιους» και «πληβείους». Οι άγιοι συνωστίζονται στον οδικό χάρτη της Αθήνας. Λιγότεροι στρατηγοί και περισσότεροι εξελληνισμένοι φιλέλληνες (ο Κόδριγκτων – του Κοδριγκτώνος, ο Σατωβριάνδος – του Σατωβριάνδου), απαξάπαντες οι βασιλείς και οι βασίλισσες, οι ποιητές της Επανάστασης, τα γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία της Αθήνας την πρώτη μετεπαναστατική περίοδο, οι κορυφαίοι πολιτικοί του 19ου και του 20ού αιώνα, οι εθνικοί ευεργέτες μας (αν και θεωρώ απαράδεκτο ότι, σύμφωνα τουλάχιστον με την Google, οδός Ευάγγελου Ζάππα υπάρχει μόνο στα Γιάννινα), είναι κι αυτή η αγαπημένη Κυψέλη που τιμά τη νησιωτική Ελλάδα και κάπου εδώ ολοκληρώνουμε.

Ο Σεφέρης και ο Ελύτης που έφεραν σε αυτήν τη χώρα δύο Νομπέλ ποίησης στριμώχνονται σε δρομάκια της περιφέρειας. Ψάχνοντας στο Διαδίκτυο για οδό Καβάφη, βγαίνει κυρίως αυτή της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου. Η δε γενιά του ’30, η σημαντικότερη της ελληνικής λογοτεχνίας, τιμάται από πλημμελώς έως καθόλου. Και δεν μιλάω καν για τους μεγάλους της μουσικής μας, από τον Σκαλκώτα έως τον Χατζιδάκι και τον Τσιτσάνη – εξαιρώ τις τιμές που τους αποδίδονται στις πόλεις και τις συνοικίες καταγωγής τους.

Ναι, ξέρω, είναι δύσκολο να μετονομαστούν μεγάλοι δρόμοι και πλατείες μιας πρωτεύουσας. Μας πήρε πολλά χρόνια για να μάθουμε να λέμε το Τουρκολίμανο Μικρολίμανο, ενώ ακόμη λέμε την 28ης Οκτωβρίου Πατησίων. Ξέρω όμως ακόμη ότι το ενδιαφέρον μου για τη γαλλική λογοτεχνία κεντρίστηκε βλέποντας τόσο πολλά ονόματα λογοτεχνών στους δρόμους του Παρισιού. Και όταν σε πενήντα χρόνια οι νέοι, τότε, άνθρωποι θα ξέρουν τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» μόνο από chill out διασκευές και δεν θα έχουν ιδέα για τη γενιά του ’30, το όνομα κάποιου δρόμου μπορεί να τους κάνει να αναζητήσουν τι έχει γράψει ο Τσιτσάνης και ποιος είναι, τέλος πάντων, αυτός ο Καραγάτσης.