36

Ζευγάρι από την Ισπανία κατέφυγε σε μεθόδους επιλογής του φύλου του παιδιού τους, ώστε να μη μεταβιβαστεί το φυλοσύνδετο γονίδιο που ευθύνεται για την αιμοφιλία. Οι Αρχές επέτρεψαν στους γιατρούς να εξετάσουν τα έμβρυα, που είχαν δημιουργηθεί για να εμφυτευτούν στη μήτρα, και να επιλέξουν ένα αρσενικό.

Όπως αναφέρει ο δικτυακός τόπος Unisci, o σύζυγος πάσχει από αιμοφιλία, μια νόσο κατά την οποία το αίμα δεν πήζει σε ένα τραύμα, με αποτέλεσμα να προκαλείται ακατάσχετη αιμορραγία. Ο σύζυγος φέρει στο Χ χρωμόσωμά του ένα ελαττωματικό γονίδιο που ευθύνεται για τη νόσο. Για να εκδηλωθεί η ασθένεια στις γυναίκες, που έχουν δύο Χ χρωμοσώματα, πρέπει το ελαττωματικό αντίγραφο του γονιδίου να υπάρχει και στα δύο. Εάν υπάρχει μόνο στο ένα, η γυναίκα είναι απλά φορέας του γονιδίου, αλλά δεν παρουσιάζει σοβαρά συμπτώματα. Έτσι, η νόσος εμφανίζεται στους άνδρες σε διπλάσια συχνότητα από ό,τι στις γυναίκες.


Στην προκειμένη περίπτωση, ο σύζυγος όχι μόνο έπασχε από τη νόσο, αλλά είχε μολυνθεί και από ηπατίτιδα C και από τον ιό του AIDS, κατά τη διάρκεια μετάγγισης πριν από 17 χρόνια.


Η απομάκρυνση του HIV από το σπέρμα, πριν από την εξωσωματική γονιμοποίηση, γίνεται με μια διαδικασία αρκετά εύκολη και διαδεδομένη. Αυτό που απασχολούσε περισσότερο τους υποψήφιους γονείς ήταν ότι, εάν το παιδί τους ήταν κορίτσι, θα έφερε σίγουρα ένα ελαττωματικό αντίγραφο του γονιδίου -αφού το ένα από τα δύο Χ χρωμοσώματα θα προερχόταν από τον πατέρα. Το κορίτσι δεν θα νοσούσε, αλλά θα μπορούσε να μεταδώσει το ελαττωματικό γονίδιο στα δικά του παιδιά.


Οι γιατροί στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, που είχαν αναλάβει την υπόθεση, συνεργάστηκαν με το Ινστιτούτο Αναπαραγωγής CEFER και απευθύνθηκαν στην Εθνική Υπηρεσία για τις Τεχνικές Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής για να ζητήσουν έγκριση της διαδικασίας επιλογής φύλου. Η υπηρεσία αποφάνθηκε ότι για τη συγκεκριμένη περίπτωση η νομοθεσία επιτρέπει την προεμφυτευτική διάγνωση και την επιλεκτική γονιμοποίηση.


Οι γιατροί γονιμοποίησαν τρία ωάρια της γυναίκας με σπέρμα του συζύγου της και, όταν τα έμβρυα είχαν φτάσει στο στάδιο των οκτώ κυττάρων, απομάκρυναν δύο κύτταρα από κάθε έμβρυο για να ελέγξουν τα φυλετικά τους χρωμοσώματα, καθώς τα ανθρώπινα έμβρυα μπορούν να αναπληρώσουν αυτήν τη μικρή απώλεια κυττάρων στα αρχικά στάδια της ανάπτυξης.


Διαπίστωσαν ότι και τα τρία έμβρυα ήταν αρσενικά και προχώρησαν στην εμφύτευσή τους στη μήτρα της συζύγου. Όλα τα έμβρυα αναπτύχθηκαν, οδηγώντας σε τριπλή εγκυμοσύνη.


Ένα ενδιαφέρον στοιχείο της υπόθεσης είναι ότι οι γιατροί εργάστηκαν με πολύ μικρό αριθμό ωαρίων, ενώ συνήθως απαιτούνται πάνω από έξι ωάρια για να είναι μεγάλη η πιθανότητα επιτυχίας.


Η περιγραφή της μεθόδου που εφάρμοσαν οι Ισπανοί γιατροί δημοσιεύεται στο περιοδικό Prenatal Diagnosis. Στο άρθρο τους, οι ερευνητές δηλώνουν ότι είναι αναγκαίο να υπάρξει εκτίμηση της μεθόδου από τις επιτροπές βιοηθικής και διατυπώνουν την άποψη ότι η μεταφορά ελαττωματικών γονιδίων στους απογόνους δεν πρέπει να αποτρέπεται μέσω της έκτρωσης, αλλά μόνο με προεμφυτευτικό έλεγχο.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ