Νίκος Σκαλκώτας: Το «μυστήριο» στην τέχνη των ήχων
Μορφή αινιγματική, μυστηριώδης, αλαργινή
Αν ζούσε σήμερα ο Νίκος Σκαλκώτας, θάταν 70 χρονών. Ένα τέταρτο αιώνα (θυμίζουμε την επέτειο στην Κ.Ο.Α.!) πέρασε από τότε που πέθανε, μ’ ένα θάνατο τόσο μονήρη όσο η ζωή του. Και μ’ έκπληξη διαπιστώνουμε ότι στο διάστημα αυτό που μόλις αρχίσαμε να γνωρίζουμε το έργο του, ο συνθέτης διαγράφεται σαν μια μορφή όλο και πιο αινιγματική, μυστηριώδης, αλαργινή.
[…]
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 7.12.1974, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Όσο γνωρίζομε το έργο αυτό τόσο περισσότερο ζητούμε τον άνθρωπο που υπάρχει πίσω του […]. Ζητούμε δε τον άνθρωπο με τις αντινομίες του, με τις όποιες αρνητικές ακόμη (ιδίως!) πλευρές του χαρακτήρα του (και ποιος δεν έχει!), που θα μπορούσαν ν’ αναστήσουν κάπως ό,τι πιο συγκεκριμένο στάθηκε ο Νίκος Σκαλκώτας. Γιατί το έργο του πολλές φορές είναι κάτι τόσο μυστηριώδες όσο εκείνες οι στοιχειωμένες αρχαίες πολιτείες οι χαμένες μες τους τροπικούς δρυμούς της Ασίας, της Αφρικής και της Αμερικής: μνημεία σκεπασμένα με γραφές και γλυφές που το μυστήριό τους κάποτε (όσο κι’ αν φαίνεται παράδοξο κάτι τέτοιο) απηχεί πιο εύγλωττα στον ανεπιστήμονα προσκυνητή του κάλλους τους παρά στον ειδικό. Δε θα ξεχάσω ποτέ τη μαγεία και τα οράματα που γεννήθηκαν μέσα μου όταν, νεότατος, γύρω στα 1950-53, πρωτάκουσα τα «Δέκα Σκίτσα» για έγχορδα ή το «Λάργκο Σινφόνικο» από τη Δεύτερη Σουίτα για ορχήστρα. Πόσο θάθελα νάχα τότε πρωτακούσει και τον «Οδυσσέα» ή την Πρώτη Σουίτα, που αργότερα θαύμασα πολύ αλλοιώτικα, με αφτί και μυαλό, αναπόφευκτα, «πονηρεμένα»!
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 7.12.1974, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στον Σκαλκώτα η αποδιάρθρωση των τονικών λειτουργιών, η χρήση της ατονικής γραφής σε συνάρτηση με παραδοσιακή ρυθμική και μια ευαισθησία στο ηχόχρωμα άλλη απ’ εκείνη του Σαίνμπεργκ, είναι παράγοντες που συνάπτουν με τη φαντασία μας μια σχέση παράδοξα δεσμευτική. Μας κάνουν ν’ αναζητούμε ολοένα (ακόμη και εκεί όπου, φαινομενικά ίσως, δεν υπάρχει) ένα ποιητικό, αν θέλετε, «επέκεινα» του ηχητικού φαινομένου. Κάποτε μάλιστα αναρωτήθηκα μήπως το «επέκεινα» αυτό ταυτίζεται με τη νοσταλγία κάποιων τονικών παραδείσων: όχι οποιωνδήποτε αλλ’ εκείνων λ.χ. που Πλάστης τους στάθηκε ένας Σούμπερτ στη μουσική δωματίου του (Κουαρτέττα σε ρε ελ. και σε σολ μείζονα, Κουιντέττο σε ντο). Αλλά το ερωτηματικό μου αυτό μένει, τ’ ομολογώ, ως τη στιγμή αυτή αναπάντητο. Όπως και νάχουν όμως τα πράματα, η μουσική του Σκαλκώτα είναι γεμάτη ακόμη από το «μυστήριο» εκείνο που, ας μη φοβηθούμε να τ’ ομολογήσουμε, ύστερα από τους «μεταβεμπερνικούς» (σ.σ. ο Άντον Βέμπερν, 1883-1945, ήταν αυστριακός συνθέτης) χάνεται όλο και περισσότερο από την τέχνη των ήχων.
Αναρωτιέται κανείς ακόμη σαν ποια βαθύτατη σκοπιμότητα στη λειτουργία του ψυχικού του κυττάρου να εξυπηρετούσαν τα επιβλητικά ηχητικά του αρχιτεκτονήματα. Ήταν άραγε πλάσματα προορισμένα να ζωντανέψουν τους χώρους της μοναξιάς του ή, αντίθετα, ωραία οχυρά που ορθώθηκαν για να την περιφρουρήσουν; Και τι σχέση μπορούν νάχουν με την αναπόφευκτη αμφιθυμία οποιουδήποτε πλάσματος ως προς τη μόνωση ορισμένες εναλλαγές ύφους αρκετά φανερές σε διάφορα έργα — από τις πιο αποπνευματωμένες λυρικές εξάρσεις σελίδων σαν εκείνες που αναφέραμε ως τη μουσική εκείνη για πιάνο που προδίδει κάτι σαν τάση στερεοτυπίας της γραφής; Σε ποιαν από τις δυο περιπτώσεις ήθελε ο Σκαλκώτας να «επικοινωνήσει» περισσότερο;
Ίσως το δράμα του Νίκου Σκαλκώτα να ήταν ακριβώς το ότι είχε βρει τη μουσική του ταυτότητα σε μια εποχή που η έντεχνη νεοελληνική μουσική αναζητούσε τη δική της ανάμεσα Ελλάδας και Φραγκιάς, ανάμεσα Ανατολής και Δύσης. Δίχως όμως να υποτιμά κανένας τους ιστορικούς και κοινωνικούς παράγοντες θα έπρεπε να διερευνήσει και ψυχολογικούς λόγους βαθύτερους. Λ.χ. είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς ένα Δημήτρη Μητρόπουλο, που τόσο βοήθησε τον Χαρίλαο Περπέσα (σ.σ. μουσικοσυνθέτης, 1907-1995), να μένει αδιάφορος σ’ ένα Σκαλκώτα — και το πρόβλημα των σχέσεων (ή μη σχέσεων) του συνθέτη με τον Μητρόπουλο ασφαλώς έχει ανάγκη μιας παραπέρα διερεύνησης.
Εικοσιπέντε χρόνια μετά το χαμό του ο άνθρωπος Σκαλκώτας μοιάζει σαν να φεύγει από κοντά μας όσο περισσότερο μας πλησιάζει η μουσική του. […]
*Επιφυλλίδα αφιερωμένη στον Νίκο Σκαλκώτα, με αφορμή τη συμπλήρωση 25 ετών από το θάνατο του σπουδαίου συνθέτη. Συντάκτης του άρθρου που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 1974 ήταν ο επιφανής μουσικολόγος και μουσικοκριτικός Γιώργος Λεωτσάκος (1935-2024).
Ο Γιώργος Λεωτσάκος
Ο ευβοεύς (με καταγωγή από τη Χαλκίδα) συνθέτης Νίκος Σκαλκώτας, μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της ελληνικής μουσικής του α’ μισού του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου (21 Μαρτίου με το νέο ημερολόγιο) 1904 και απεβίωσε στις 19 Σεπτεμβρίου 1949.
- Οι ΗΠΑ πουλούν τεράστιες ποσότητες βομβών στον Καναδά αξίας 2,68 δισ. δολαρίων
- Ανδρουλάκης: «Δεν μπορεί να υπάρξει τρίτη θητεία Μητσοτάκη»
- Ειρηνικός: 4 νεκροί σε νέο στρατιωτικό πλήγμα των ΗΠΑ εναντίον σκάφους με «ναρκωτικά»
- Τσεχία: Εκ νέου πρωθυπουργός ο τραμπιστής δισεκατομμυριούχος Μπάμπις
- Λιθουανία: Καταδικάστηκε για αντισημιτικές δηλώσεις ο ηγέτης ήσσονος κόμματος του κυβερνητικού συνασπισμού
- Βενεζουέλα: Αναστέλλουν τις πτήσεις εταιρείες του Παναμά και της Κολομβίας για λόγους ασφαλείας

