Ο Νίκος Μαλιάρας μιλά για την ηχογράφηση της πρώτης μεγάλης ελληνικής όπερας «Διδώ» του Διονυσίου Λαυράγκα
«Είναι ο μόνος τρόπος αυτή η μουσική να γίνει γνωστή στο ευρύτερο κοινό, να μελετηθεί, να αγαπηθεί, να αξιολογηθεί και να καταλάβει εν τέλει τη θέση που της αξίζει στο διεθνές ρεπερτόριο»
Μια εξαιρετικά σημαντική στιγμή για την Ιστορία της Ελληνικής Μουσικής εκτυλίσσεται το Μάιο του 2025 στην Αθήνα: για 1η φορά μία ελληνική συμφωνική ορχήστρα ηχογραφεί στουντιακά μία ελληνική όπερα μεγάλων διαστάσεων!
Ο λόγος για τη Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών, η οποία την περίοδο που διανύουμε ηχογραφεί την εμβληματική όπερα του Διονυσίου Λαυράγκα, Διδώ. Η ηχογράφηση πραγματοποιείται στο Χώρο Τέχνης και Πολιτισμού «Άρτεμις» στον Άλιμο, ο οποίος αποτελεί και την έδρα της ορχήστρας.
Η ηχογράφηση προγραμματίζεται να κυκλοφορήσει σε δίσκο ακτίνας (CD) εντός του 2025.
Ο Διονύσιος Λαυράγκας (1860-1941), από τα Ραζάτα της Κεφαλονιάς, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες συνθέτες του τέλους του 19ου και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Σπούδασε στην Ιταλία (Νάπολι) και τη Γαλλία (Παρίσι) και επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου, το 1900, ίδρυσε και διηύθυνε επί 40 περίπου χρόνια, το «Ελληνικό Μελόδραμα», την μουσικοθεατρική ομάδα που για πολλά χρόνια συστηματικά έφερε σε επαφή το Ελληνικό κοινό της Αθήνας και των Ελληνικών παροικιών του Εξωτερικού με το διεθνές ρεπερτόριο της όπερας, πολύ πριν την ίδρυση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Με την επτανησιακή καταγωγή του, ο Λαυράγκας μετέφερε στην Αθήνα την ιταλική μουσική παράδοση και ταυτόχρονα την συνέδεσε με τα ρεύματα της Εθνικής Σχολής και της σύνδεσης με τη λαϊκή παράδοση, που επικρατούσαν στις αρχές του 20ού αιώνα. Έτσι, θεωρείται ο συνδετικός κρίκος της Επτανησιακής και της Εθνικής Σχολής.
Ο Νίκος Μαλιάρας μίλησε στο in για για την ηχογράφηση της πρώτης μεγάλης ελληνικής όπερας «Διδώ» του Διονυσίου Λαυράγκα, μια πολύ ξεχωριστή στιγμή για την ελληνική μουσική!
Πώς προέκυψε η ιδέα για την ηχογράφηση της Διδώς του Λαυράγκα και ποιος ήταν ο προσωπικός σας ρόλος σε αυτήν την πρωτοβουλία;
Παρ’ όλη την τεράστια σημασία του δημιουργού του, το έργο του Διονυσίου Λαυράγκα ήταν δυστυχώς πολύ λίγο γνωστό στους καλλιτέχνες και το κοινό, διότι το μουσικό αρχείο του δεν ήταν διαθέσιμο. Πριν από τρία χρόνια περίπου, όμως, το αρχείο αυτό κατατέθηκε στο Κέντρο έρευνας και τεκμηρίωσης του Ωδείου Αθηνών, ψηφιοποιήθηκε εκεί και είναι πλέον διαθέσιμο στους ενδιαφερομένους. Στο πλαίσιο της γενικότερης συνεργασίας που υπάρχει μεταξύ του Ωδείου Αθηνών και της Φιλαρμόνιας, προχωρήσαμε σε μια συνεννόηση με στόχο την ερευνητική και καλλιτεχνική αξιοποίηση του Αρχείου του Λαυράγκα.
Έτσι, μετά την ενασχόλησή μας αρχικά με μερικά μικρότερα έργα, προτείναμε στο Ωδείο την υλοποίηση μια παλαιάς και διακαούς επιθυμίας της Φιλαρμόνιας, δηλαδή την αποκατάσταση και την ερμηνεία της εμβληματκής όπερας Διδώ. Αρχικά αποφασίστηκε η συναυλιακή παρουσίαση της όπερας στο θέατρο «Ολύμπια» σε συνεργασία με τον Δήμο Αθηναίων. Η συναυλία αυτή προετοιμάστηκε, αλλά λίγες μέρες πριν την πραγματοποίησή της, αναβλήθηκε για λόγους τεχνικούς και καλλιτεχνικούς. Έτσι, αποφασίστηκε, στη θέση της συναυλίας να πραγματοποιηθεί μια ηχογράφηση στο στούντιο της ορχήστρας, ώστε να κατοχυρωθεί η πολυεπίπεδη εργασία που είχε γίνει μέχρι τότε και να αναδειχθεί το έργο. Η πολύμηνη αυτή εργασία συνίστατο στην αποκατάσταση της παρτιτούρας και εν γένει του μουσικού υλικού του έργου, απαραίτητου για την παρουσίασή του, στην εκμάθηση του έργου από τους σολίστ, τη χορωδία και την ορχήστρα κλπ.
Η δική μου προσωπική συμβολή, μαζί με του μαέστρου Βύρωνα Φιδετζή, ήταν η πρόταση και η επιμονή να ασχοληθούμε με το έργο αυτό παρά τις πολλές δυσκολίες. Από κοινού προβήκαμε στη μελέτη του αρχειακού υλικού, αναθέσαμε την αντιγραφή του έργου σε σύγχρονο μουσικό λογισμικό ώστε να προκύψει μια σύγχρονη ευανάγνωστη παρτιτούρα, προχωρήσαμε σε κοπιώδη μουσικολογική επιμέλεια και διόρθωση λαθών και οργανώσαμε την εν γένει προετοιμασία των καλλτεχνικών και των οργανωτιών λεπτομερειών. Με την ολοκλήρωση της ηχογράφησης είμαστε ικανοποιημένοι ότι πετύχαμε τους στόχους μας.
Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η σημασία αυτής της ηχογράφησης για την ιστορία της ελληνικής μουσικής;
Μετά από 210 χρόνια ύπαρξης της έλληνικής κλασικής μουσικής δημιουργίας (η ιστορία της ελληνικής μουσικής ξεκινά πριν την Ελληνική Επανάσταση και πριν δημιουργία του Ελληνικού κράτους…), μετά από 85 περίπου χρόνια ύπαρξης των μεγάλων κρατικών μουσικών θεσμών, είναι η πρώτη φορά που ηχογραφείται πλήρως στουντιακά και εκδίδεται σε CD μία ελληνική όπερα μεγάλων διαστάσεων από ελληνική ορχήστρα. Οι μέχρι τώρα ούτως ή άλλως ελάχιστες εκδόσεις ελληνικής όπερας σε CD είχαν γίνει από ξένες ορχήστρες και αυτό δεν είναι και πολύ τιμητικό για εμάς τους Έλληνες ανθρώπους της μουσικής. Η ηχογράφηση αυτή, λοιπόν, που γίνεται από μια ελληνική ιδιωτική ορχήστρα, όπως η Φιλαρμόνια, επιθυμούμε και θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα γίνει η απαρχή μιας βαθυτερης γνωριμίας όλων μας αλλά και ενασχόλησης τόσο των μουσικών μας θεσμών όσο και του ελληνικού κοινού με την ελληνική όπερα που έχει προσφέρει αριστουργήματα, όσο και με την κλασική μουσική ελλήνων δημιουργών γενικότερα. Είναι ο μόνος τρόπος αυτή η μουσική να γίνει γνωστή στο ευρύτερο κοινό, να μελετηθεί, να αγαπηθεί, να αξιολογηθεί και να καταλάβει εν τέλει τη θέση που της αξίζει στο διεθνές ρεπερτόριο.
Τι καθιστά τη Διδώ ένα τόσο ιδιαίτερο έργο στην ελληνική οπερατική παραγωγή του 20ού αιώνα;
Η Διδώ του Λαυράγκα είναι η πρώτη μεγάλων διαστάσεων και μεγάλων μουσικών απαιτήσεων σοβαρή όπερα που γράφτηκε εξ αρχής στην Ελληνική γλώσσα, σε λιμπρέτο του πολύ γνωστού στην εποχή τους θεατρικού συγγραφέα και λογοτέχνη, Πολύβιου Δημητρακόπουλου. Η μοναδική εξαίρεση είναι η όπερα «Υποψήφιος Βουλευτής» του Σπυρίδωνος Ξύνδα από την Κέρκυρα, που όμως είναι κωμική όπερα με σατιρικό περιεχόμενο και πολύ μικρότερης έκτασης. Όλες οι προηγούμενες όπερες άλλων συνθετών από τα Επτάνησα ήταν γραμμένες στην ιταλική γλώσσα ακόμη και όταν διαπραγματεύονταν ελληνικού περιεχομένου θέματα, όπως ο Μάρκος Μπότσαρης του Παύλου Καρρέρ από τη Ζάκυνθο.
Το τόλμημα του Λαυράγκα να γράψει μια οπερα στα Ελληνικά δείχνει ότι την εποχή εκείνη η Ελληνική μουσική τέχνη αποκτά μια άλλη αυτοπεποίθηση και αυτάρκεια. Πράγματι, στην δεκαπενταετία 1905-1920 γράφονται στην Ελλάδα περισσότερες όπερες και οπερέτες από ότι, στην αντίστοιχη χρονική περίοδο του αιώνα που ζούμε. Η Ελλάδα τότε, παρόλη τη φτώχεια, την υπανάπτυξη, την πολιτική κακοδαιμονία, τους πολέμους, τον Εθνικό διχασμό και τόσα άλλα δεινά, και χωρίς καθόλου κρατικούς μουσικούς θεσμούς για να στηρίξουν τέτοια εγχειρήματα, δείχει τις δυνάμεις και την αυτοπεποίθηση να παράγει αριστουργήματα, όπως η Διδώ του Λαυράγκα, ο Πρωτομάστορας και το Δακτυλίδι της Μάνας του Καλομοίρη. Επίσης, καλεί τον μεγάλο Σπύρο Σαμάρα να έρθει και να δράσει κοντά της, και ας μη ξεχνάμε τις πρώτες αριστουργηματικές όπερες και οπερέτες του Σακελλαρίδη και του Χατζηαποστόλου, όπως η Περουζέ, ο Βαφτιστικός και οι Απάχηδες των Αθηνών. Ακόμη και η ιδιαίτερη όπερα «Αδελφή Βεατρίκη», του πολύ νέου τότε Δημήτρη Μητρόπουλου από την περιοδο αυτή προέρχεται. Η απαρχή όλων αυτών είναι, επαναλαμβάνω, η Διδώ του Λαυράγκα και αυτό δεν είναι ασήμαντο.
Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις κατά την αποκατάσταση της παρτιτούρας από τα χειρόγραφα; Πόσο πιστά αντανακλούν τα χειρόγραφα του Λαυράγκα το τελικό αποτέλεσμα που θα ακούσουμε στην ηχογράφηση;
Η αποκατάσταση της παρτιτούρας του έργου ήταν ένα πολύ δύσκολο έργο, κυρίως διότι ο Λαυράγκας είχε ερμηνεύσει το έργο πολλές φορές όσο ζούσε και κάθε φορά έκανε και μικρές ή μεγαλύτερες διορθώσεις, συμπληρώσεις, αλλαγές και προσαρμογές. Επίσης, επειδή διεύθυνε ο ίδιος τις παραστάσεις, πολλές λεπτομέρεεις τις μετέδιδε προφορικά τους ερμηνευτές και δεν χρειαζόταν να τις αποτυπώσει στο χαρτί. Έτσι δεν έφθασε ποτέ σε κάτι που θα χαρακτηρίζαμε τελειωτική ή οριστική εκδοχή του έργου. Επίσης, το γεγονός ότι, μετά το θάνατό του, δεν συνεχίστηκε η παράδοση εκτελέσεων του έργου, αλλά παίζονταν μόνο σπάνια και αποσπασματικά ορισμένα τμήματά του, δεν βοήθησε στην διατήρηση μιας συλλογικής μνήμης για την τελική μορφή του. Έτσι, σήμερα, εμείς, είμαστε αναγκασμένοι να ανατρέξουμε στις πολλές και ετερόκλητες πηγές χωρις να γνωρίζουμε ακριβώς πότε γράφτηκε και από ποια χρονική περίοδο προέρχεται η κάθε μία και ποιος είναι ο βαθμός αξιοπιστίας της. Έχουμε μια αρχική ορχηστρική παρττιτούρα του έργου, μια νεότερη κάποιων αποσπασμάτων, τις ξεχωριστές πάρτες του κάθε οργάνου, κάποιες από αυτές σε περισσότερα αντίγραφα με διαφορές μεταξύ τους, τρία ή τέσσερα σπαρτίτα (αναγωγές για φωνές και πιάνο) άλλοτε με και άλλοτε χωρίς το ποιητικό κείμενο των τραγουδιστών, επίσης με σημαντικές διαφορές κλπ. Σε κάποια σημεία του έργου, η πιστή αποτύπωση του μουσικού κειμένου από τις πηγές οδηγούσε σε ένα αποτέλεσμα αρμονικό και μελωδικό που ήταν αδύνατο να είναι σωστό διότι ήταν εντελώς έξω από το ύφος και την τεχνοτροπία του συνθέτη και της εποχής. Όλες αυτές οι δυσκολίες, για τις οποίες δεν είχαμε σαφή γνώση όταν αρχίζαμε την αποκατάσταση του έργου, αντιμετωπίστηκαν με πολύ μεγάλο σεβασμό στη δημιουργία του συνθέτη κι έτσι προέκυψε μια παρτιτούρα που νομίζουμε ότι απηχεί κατά το δυνατόν περισσότερο τις προθέσεις του δημιουργού και ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής του και της εποχής μας.
Πώς διαχειριστήκατε την αντιγραφή του έργου σε μουσικό λογισμικό; Τι δυσκολίες παρουσιάστηκαν;
Η αντιγραφή του έργου σε μουσικό λογισμικό ανατέθηκε στην εξαιρετική αντιγραφέα και μουσικό, κα Λουίζα Αντύπα, που έκανε θαυμάσια δουλειά. Όπως, όμως, σημειώνω και πιο πάνω, αυτό δεν ήταν αρκετό. Υπήρχαν αποσπάσματα του έργου που υπήρχαν σε μια πηγή αλλά δεν υπήρχαν σε άλλες. Ή σε άλλη πηγή είχαν τόσες διαφορές που δεν ήταν εύκολο να ταυτίσουμε ακριβώς το απόσπασμα στο οποίο ανήκαν. Επίσης, πολλές φορές δεν βρίσκαμε αντιστοιχία του ποιητικού κειμένου με το μουσικό σε διάφορες πηγές. Για παράδειγμα, σε άλλα σημεία υπάρχει η μετάφραση του κειμένου στη δημοτική, που φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε στην ερμηνεία του έργου από τον Αντίοχο Ευαγγελάτο το 1953-54, σε άλλα σημεία όμως η μετάφραση αυτή δεν υπάρχει. Σε κάποια άλλα σημεία έχουμε σπαρτίτο μόνο με ιταλικό κείμενο, χωρίς το ελληνικό, και ούτω καθεξής. Αυτό οδήγησε σε πολλά «μπρος-πίσω» κατά τη διάρκεια της αντιγραφής του έργου. Η αντιγραφέας μας έστελνε τα τμήματα που είχε τελειώσει σε μορφή για φωνές και πιάνο, εμείς τα ακούγαμε στον υπολογιστή, προσπαθούσαμε να διορθώσουμε τα λάθη, μετά ερχόταν η αντιγραμμένη παρτιτούρα, ακολουθούσαμε την ίδια διαδικασία, και μετά έπρεπε η εκδοχή φωνές και πιάνο να ταιριάξει με την ορχηστρική παρτιτούρα. Το κύριο βάρος της μουσικολογικής αυτής επιμέλειας που οδήγησε στην αποκατάσταση του έργου ανέλαβε ο μαέστρος Βύρων Φιδετζής μς την τεράστια εμεπιρία του, που ασχολήθηκε για πολλούς μήνες σχεδόν αποκλειστικά με το έργο αυτό.
Με λίγα λόγια είναι η ίδια σχεδόν διαδικασία που ακολουθούμε κατά την αποκατάσταση όλων των έργων με τα οποία έχουμε ασχοληθεί, μόνο που στην περίπτωση αυτή, με τις μεγάλες ιδιαιτερότητες που αντιμετωπίσαμε, το έργο αυτό ήταν πολύ πιο δύσκολο. Είμαστε όμως βέβαιοι ότι φτάσαμε σε ένα άρτιο αποτέλεσμα και μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε στην έκδοση του έργου, ώστε να το παραδώσουμε σε όποιον θέλει να ασχοληθεί μαζί του, μουσικά, μουσικολογικά, ιστορικά ή καλλιτεχνικά.
Πόσο επηρεασμένος είναι ο Λαυράγκας από την ιταλική σχολή και πώς το βλέπουμε αυτό στη Διδώ; Πώς παντρεύει το έργο την ιταλική οπερατική παράδοση με την ελληνική λαϊκή ή εθνική ταυτότητα;
Ο Λαυράγκας, προερχόμενος από ευκατάσταση οικογένεια της Κεφαλονιάς, είχε την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσει και να μείνει για πολλά χρόνια στο Εξωτερικό. Σπούδασε στη Γαλλία και την Ιταλία κοντά σε σπουδαίους δασκάλους. Είναι επόμενο οι σπουδές του να έχουν επηρεάσει το έργο του. Άλλωστε, ακείνη την εποχή, όλοι οι Έλληνες συνθέτες κάπου στο εξωτερικό είχαν σπουδάσει, αφού στην πατρίδα μας οι αντίστοιχοι εκπαιδευτικοί θεσμοί ήταν ακόμη πολύ ανεπαρκείς. Ωστόσο, πέρα από τις σπουδές του, στο έργο κάθε συνθέτη αντανακλάται η προσωπικότητά του, η ιδιοσυγκρασία του, οι καλλιτεχνικές και επαγγελματικές του ευαισθησίες, οι επιδιώξεις του σε κάθε ξεχωριστή εποχή που δημιούργησε, οι δυσκολίες και οι αντιξοότητες που αντιμετώπισε.
Οι συνθέτες που γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν στον 19ου αιώνα στα Επτάνησα ήταν επόμενο να είναι επηρεαμένοι από την ιταλική μουσική παράδοση όχι μόνο λόγω των σπουδών τους αλλά και διότι στα νησιά τους ήταν πολύ έντονη η ιταλική μουσική επιρροή στον τομέα της μουσικής και ιδιαίτερα της όπερας. Για πολλές δεκαετίες, ιταλικοί μουσικοί θίασοι επισκέπτονταν κάθε άνοιξη και καλοκαίρι τα Επτάνησα και έδιναν δεκάδες παραστάσεων όπερας.
Η ιταλική επίδραση στη Διδώ του Λαυράγκα φαίνεται πρώτα από όλα στη μορφολογία του έργου, που αποτελείται απο αυτό που λέμε μουσικές σκηνές που ακολουθεί η μία την άλλη χωρίς διακοπή μεταξύ τους. Είναι η μορφολογία που αναπτύσσεται από την σχολή του ιταλικού βερισμού του Μασκάνι, του Λεονκαβάλλο και του Πουτσίνι, που βρίσκονταν σε μεγάλη ακμή την εποχή των σπουδών και των πρώτων βημάτων του Λαυράγκα. Η επίδραση λοιπόν είναι ισχυρή και αναμενόμενη. Επίσης, ο Λαυράγκας χρησιμοποιεί το μέγεθος και τη σύνθεση της ορχήστρας που χρησιμοποίησαν αιτοί οι συνθέτες και που είναι μεγαλύτερη από την ορχήστρα στις όπερες, π.χ. του Βέρντι. Όμως, στη μουσική του Λαυράγκα συναντούμε και έντονες τις γαλλικές επιδράσεις των ιμπρεσιονιστών συνθετών της εποχής, όπως ο Ντεμπυσύ, που δημιουργούν ένα ιδιαίτερο αρμονικό χρώμα στη μουσική. Το συναντάμε και αυτό στον Λαυράγκα της Διδώς.
Όμως, ο Λαυράγκας θεωρείται εκείνος από τους Επτανήσιους συνθέτες που αποτελεί τον συνδετικό κρίκο με την Ελληνική Εθνική Σχολή, που ανοίγει τα φτερά της αναζητώντας έμπνευση από την ελληνική παραδοσιακή μουσική αυτήν ακριβώς την εποχή. Ο Λαυράγκας έχει συνθέσει έργα όπου συνδυάζει το επτανησιακό του έμφυτο μουσικό αισθητήριο με τις παραοδιακές ελληνικές μελωδίες, τρόπους και ρυθμούς.
Στη Διδώ, η υπόθεση της όπερας δεν είναι ελληνική αλλά λατινική, εντοίτοις το «ανατολίτικο» χρώμα, στο οποίο επένδυσαν οι συνθέτες της Εξθνικής Σχολής όπως ο Καλομοίρης, διακρίνεται και στο έργο αυτό του Λαυράγκα, μέσα από τα τραγούδια, τις ψαλμωδίες και τους χορούς των Καρχηδονίων που υποδέχονται στην πατρίδα οτυς τον Αινεία και τους συντρόφους του. Κάτι που θυμίζει έντονα την Αΐντα του Βέρντι, που διαδραματίζεται κι αυτή σε μια γειτονική στην Καρχηδόνα χώρα, την αρχαία Αίγυπτο.
Θεωρείτε ότι η Διδώ μπορεί να σταθεί ισότιμα σε διεθνές επίπεδο, στο ρεπερτόριο του λυρικού θεάτρου;
Και η Διδώ του Λαυράγκα, και άλλες όπερες και έργα του ιδίου, αλλά και άλλων σημαντικών Ελλήνων συνθετών μπορούν να σταθούν ισότιμα στο διεθνές ρεπερτόριο. Η Ελλάδα βέβαια δεν είναι Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία ή Ρωσία: δεν είναι δηλαδή μια από τις κεντρικές για τη μουσική ευρωπαϊκές χώρες. Δεν έχει όμως να ζηλέψει τίποτε από χώρες όπως η Ισπανία, η Βουλγαρία, η Σουηδία και η Νορβηγία, η Κροατία, ακόμη και η Τουρκία. Εκείνο που λείπει από την Ελλάδα και είναι το δίκαιο παράπονο όλων των Ελλήνων συνθετών, είναι η μέριμνα και η φροντίδα για το έργο τους από το κράτος και τους κρατικούς θεσμούς. Αυτοί είναι που πρέπει να στηρίξουν τους Έλληνες δημιουργούς και να προβάλουν συνστηματικά το έργο τους με παραστάσεις, εκδόσεις, δισκογραφήσεις, συναυλίες, επιστημονική δράση, ώστε να ακουστεί και αυτό ισότιμα με το έργο των συνθετών από άλλες χώρες. Είναι ο μόνος τρόπος το έργο αυτό να πάρει τη θέση που του αξίζει μέσα στο διεθνές στερέωμα και να επιβιώσουν τα έργα που το αξίζουν πραγματικά, κάτι που μόνο η τριβή του χρόνου και της δημοσιότητας μπορεί να εξασφαλίσει. Η Διδώ, μετά από την συστηματική ενασχόλησή μας με το έργο, πιστεύουμε ότι είναι ένα τέτοιο έργο που μπορεί να επιβιώσει και να αναδειχθεί. Μπορεί αρχικά να μη γεμίζει ταμεία όπως η Τραβιάτα ή η Τουραντότ, αλλά θα γίνει και αυτό αν ακολουθηθεί από τους μουσικούς μας θεσμούς και το Υπουργείο Πολιτισμού η σωστή πολιτιστική πολιτική.
Η Διδώ χαρακτηρίζεται ως η πρώτη ελληνική όπερα μεγάλων συμφωνικών και σκηνικών διαστάσεων. Ποιο είναι το εύρος αυτής της ενορχήστρωσης;
Το μέγεθος της ορχήστρας είναι αυτό που συνηθίζεται στα έργα του ιταλικού βερισμού που είναι επίκαιρος εκείνη την εποχή. Το έργο δεν μπορεί να αποδοθεί επαρκώς παρά με μια μεγάλη συμφωνική ορχήστρα τουλάχιστον 65 μουσικών και πολυμελή χορωδία. Γενικά είναι μια εποχή που ενδιαφέρεται για μεγάλες ορχήστρες και πλούσια διαφορετικά ηχοχρώματα. Οι λεπτές διαφορές των ηχοχρωμάτων των διαφόρων μουσικών οργάνων χρησιμοποιείται για να αποδώσει ο συνθέτης τις λεπτές συνασθηματικές μεταπτώσεις των ηρώων αλλά και τις απαράμιλλες πολλές φορές ατμοσφαιρικές στιγμές που μόνο η μουσική μπορεί να προσφέρει.
Για να χρησιμοποιήσει ο συνθέτης μια τόσο μεγάλη ορχήστρα χρειάζονται, όπως αντιλαμβάνεστε, ειδικές δεξιότητες και σπουδές, ώστε να αξιοποιηθει ολόκληρη η ηχοχρωματική παλέτα και οι αποχρώσεις της να στηρίζουν πειστικά και να μη διαψεύδουν την υπόθεση και τη δράση του έργου. Στον τομέα αυτό, ο Λαυράκας αναδεικνεύται για μια ακόμη φορά δεξιοτέχνης και πολύ καλός γνώστης της τέχνης του. Είναι βέβαιο ότι, και στον τομέα αυτό, αν ζούσε σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα θα ήταν σήμερα ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα ονόματα στο διεθνές στερέωμα. Είναι κρίμα που αυτό δεν έχει γίνει ως τώρα, αλλά πιστέυω ότι προσπάθειες όπως αυτή με τη Διδώ, αν βρουν συνεχιστές, θα το πετύχουν και αυτό.
Η όπερα «Διδώ» γράφτηκε το 1908 και θεωρήθηκε από τον ίδιο τον συνθέτη ένα από τα σημαντικότερα έργα του. Στην ελληνική μυθολογία η Διδώ ήταν πριγκίπισσα της Τύρου, που πήγε στη Βόρεια Αφρική και ίδρυσε την Καρχηδόνα. Είναι η πρώτη μεγάλων ορχηστρικών διαστάσεων και σκηνικών απαιτήσεων Ελληνική όπερα. Παραστάθηκε αρκετές φορές όσο ο συνθέτης ήταν εν ζωή, αλλά μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε μόνο αποσπασματικά και ποτέ ολοκληρωμένη. Ο συνθέτης την αγαπούσε τόσο πολύ, που έδωσε στην μονάκριβη κόρη του το όνομα της ηρωίδας!
Η υπόθεση της «Διδώς» βασίζεται στον μύθο του Αινεία, βασιλά των Δαρδάνων, συγγενή του Πριάμου και συμμάχου των Τρώων κατά τον Τρωικό Πόλεμο. Η γενναιότητά και η ακεραιότητά του θαυμάστηκε και τιμήθηκε από τους νικητές Αχαιούς, οι οποίοι του απέδωσαν την ελευθερία του. Μετά την πτώση της Τροίας, ο Αινείας, με μια μικρή ομάδα Δαρδάνων συντρόφων του, περιπλανήθηκε στις θάλασσες και κατέφυγε στην Καρχηδόνα, όπου συνάντησε και ερωτεύτηκε την βασίλισσα Διδώ. Το φλογερό τους πάθος, όμως, δεν ευοδώθηκε, διότι ο Αινείας προτίμησε αντί του έρωτα να υπακούσει στο καθήκον του ως βασιλιά, να απομακρυνθεί από την Καρχηδόνα και να συνεχίσει τις περιπλανήσεις του, σε αναζήτηση μόνιμης εγκατάστασης, μέχρι που τελικά έφθασε στο Λάτιο, όπου, σύμφωνα με τον μύθο, θεωρείται ότι οι απόγονοί του ίδρυσαν τη Ρώμη. Οι περιπλανήσεις του Αινεία περιγράφονται στο έπος «Αινειάδα» του Ρωμαίου ποιητή Βιργιλίου, η οποία θεωρείται το λατινικό αντίστοιχο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας του Ομήρου.
Η παρτιτούρα του έργου και οι πάρτες της ορχήστρας αποκαταστάθηκαν από τα χειρόγραφα του συνθέτη. Την αντιγραφή του έργου σε μουσικό λογισμικό ανέλαβε η Λουίζα Αντύπα και ο Νίκος Μαλιάρας και την εκδοτική επιμέλεια και τη μουσική διεύθυνση ο Βύρων Φιδετζής. Τη μουσική προετοιμασία των σολίστ επιμελήθηκε ο Δημήτρης Γιάκας και για την ηχογράφηση-μίξη είναι υπεύθυνος ο πολύ έμπειρος Θέμης Ζαφειρόπουλος και το επιτελείο του.
Σολίστ είναι οι:
- Σοφία Κυανίδου, υψίφωνος
- Αναστασία Ευδαίμων, μεσόφωνος
- Φίλιππος Μοδινός, τενόρος
- Δημήτρης Πλατανιάς, βαρύτονος
- Χριστόφορος Σταμπόγλης, βαθύφωνος
- Χρήστος Ραμμόπουλος, βαρύτονος
Συμμετέχει η Μικτή Χορωδία του Δήμου Αθηναίων υπό τη διεύθυνση του Σταύρου Μπερή.
Η Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών ήρθε σε συνεννόηση με το Κέντρο Έρευνας και Τεκμηρίωσης του Ωδείου Αθηνών, όπου πριν από δύο περίπου χρόνια κατατέθηκε το αρχείο χειρογράφων του Συνθέτη. Με βάση τα χειρόγραφα της όπερας, που παραδόθηκαν από την έφορο του ΚΕΤΩΑ, Στέλλα Κουρμπανά, αλλά και αξιοποιώντας και άλλο αρχειακό υλικό που ήρθε στην προσοχή της, η Φιλαρμόνια προχώρησε με δική της δαπάνη και επιμέλεια, σε μια νέα σύγχρονη έκδοση του έργου.
Η ηχογράφηση πραγματοποιείται με τις ευγενικές χορηγίες των αξιότιμων κ. Χαράλαμπου Ραλλάτου, Αθανάσιου Φωκά και Ανδρέα Καγγελάρη.
- Όλα τα γκολ και τα highlights της 13ης αγωνιστικής της Super League (vids)
- Super League: Η βαθμολογία μετά τις νίκες ΠΑΟΚ και ΑΕΚ (pic)
- Ατρόμητος-ΑΕΚ 4-1: Με δίδυμο-φωτιά τους Γιόβιτς και Πινέδα
- «Η κατάσταση είναι απολύτως υπό έλεγχο», λέει ο πρόεδρος του Μπενίν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος
- Social Media: Σχεδιάζουν απαγόρευση στη πρόσβαση των παιδιών αλλά δεν έχουν σφραγίσει καλά όλες τις «πόρτες»
- ΑΤ Κυψέλης: 14 προσαγωγές για την επίθεση με μολότοφ

