Όταν η προσήλωση στη λεπτομέρεια της Άπω Ανατολής συναντά τη δυτική δημιουργική ελευθερία, το αποτέλεσμα είναι μια συσκευή που ισορροπεί ανάμεσα στη λειτουργικότητα και την αισθητική. Ο λόγος για το Ploom*, ένα brand που ξεκίνησε το ταξίδι του στις Ηνωμένες Πολιτείες και ωρίμασε στην Ιαπωνία, φέρνοντας στο προσκήνιο μια μοναδική σύζευξη τεχνολογίας και σχεδιαστικής αρτιότητας.
Με αφορμή τη συμμετοχή του στη Milan Design Week 2025, μια από τις σημαντικότερες διοργανώσεις του παγκόσμιου design, μιλήσαμε με τον εικαστικό Φίλιππο Θεοδωρίδη και τη Μυρσίνη Μπερερή, RRP Brand Manager, JT International Hellas AEBE, για την πορεία, τη φιλοσοφία και τις δημιουργικές συνεργασίες που διαμορφώνουν την ταυτότητα του brand. Από τη διεθνή του διαδρομή μέχρι την πρόσφατη σύμπραξη με τον Κύπριο καλλιτέχνη και τους υπόλοιπους 5 δημιουργούς από όλον τον κόσμο, το Ploom μας αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο η καινοτομία μπορεί να ντυθεί με στυλ – χωρίς συμβιβασμούς.
Έχοντας μία εντυπωσιακή παρουσία για 2η φορά στο Milan Design Week, βρεθήκαμε εκεί και ζήσαμε την εμπειρία που είχε από όλα: ένα hi tech venue για να δούμε από κοντά τις 6 δημιουργίες των καλλιτεχνών, παρουσίαση των έργων από τους ίδιους, πάρτι εγκαινίων στη συνέχεια και την επόμενη ημέρα βρεθήκαμε πάλι εκεί για να συζητήσουμε από κοντά με τους υπεύθυνους του Project.
Η Μυρσίνη Μπερερή μας μίλησε για τη διεθνή διαδρομή του brand και την πορεία μέσα από διαφορετικές κουλτούρες και σχεδιαστικές σχολές που έχουν διαμορφώσει τη φιλοσοφία του Ploom, που βασίζεται στην ισορροπία μεταξύ λειτουργικότητας και αισθητικής.
Η παρουσία τους στη Milan Design Week αποτελεί – σύμφωνα με την ίδια – φυσική συνέχεια αυτής της εξέλιξης, καθώς ο σχεδιασμός αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητας του brand.
Αναφερόμενη στα κριτήρια επιλογής των δημιουργών που συνεργάζονται με το Ploom, εξήγησε ότι αναζητούν καλλιτέχνες και σχεδιαστές που μοιράζονται το πάθος τους για πειραματισμό και καινοτομία, και που μπορούν να ενσωματώσουν τις αξίες του brand μέσα από το έργο τους.
Επισήμανε ότι βασικό ζητούμενο είναι η μοναδική αισθητική προσέγγιση και η αφηγηματική δύναμη του έργου κάθε δημιουργού. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η συνεργασία με τον Φίλιππο Θεοδωρίδη, έναν καλλιτέχνη που, όπως είπε, συνδυάζει γεωμετρικές φόρμες, ζωντανά χρώματα και αφαιρετική αισθητική – χαρακτηριστικά που συνάδουν με τη σχεδιαστική φιλοσοφία του Ploom. Μέσα από αυτή τη συνεργασία, ο Θεοδωρίδης αποτυπώνει την έννοια της κομψότητας και της απλότητας, δύο αξίες που βρίσκονται στον πυρήνα του brand.

Στη συνέχεια, η υπεύθυνη του Ploom υπογράμμισε ότι η τεχνολογία και το design δεν λειτουργούν ανεξάρτητα, αλλά εξελίσσονται μαζί, σε έναν διαρκή διάλογο. Όπως ανέφερε, στόχος του brand είναι να προσφέρει μια εμπειρία που συνδυάζει την τεχνολογική υπεροχή με την αισθητική ποιότητα.
Στο σημείο αυτό ήρθε η ώρα του καλλιτέχνη οπότε και προσεγγίσαμε τον ίδιο τον δημιουργό προκειμένου να μας μιλήσει για το έργο και τη συνεργασία του με την Ploom.
Ο Φίλιππος Θεοδωρίδης, γνωστός για τη γεωμετρική του ματιά και την αγάπη του για το decorative στοιχείο, μίλησε για την πρόκληση του να σχεδιάσει για πρώτη φορά την πρόσοψη μιας συσκευής – ενός αντικειμένου τρισδιάστατου, καθημερινού και χειροπιαστού, με υψηλή αισθητική.

Πριν ξεκινήσει, ένιωσε την ανάγκη να δει τη συσκευή από κοντά, να την κρατήσει στα χέρια του και να την παρατηρήσει. Από εκεί, άρχισε να πλάθει μια εσωτερική εικόνα: τις καμπύλες που δημιουργούνται όταν κάποιος τη χρησιμοποιεί, το βραδινό φως, τη σωματική χαλάρωση. Εμπνεύστηκε από την προσωπική του εμπειρία – από τις ήρεμες στιγμές κοινωνικής συνύπαρξης – και ενσωμάτωσε στον σχεδιασμό του σχήματα που χαρακτηρίζουν τη δουλειά του: κύκλους, ημικύκλια, κάθετες γραμμές. Ήθελε το έργο του να υπονοεί παρά να δηλώνει, σε αντίθεση με πιο παραστατικές προσεγγίσεις. Άφησε χώρο στον θεατή να συμπληρώσει το νόημα.
Μίλησε επίσης για τις χρωματικές του επιλογές: το μπλε και το κίτρινο, μαζί με το μαύρο, είναι χρώματα που τον συνοδεύουν σχεδόν ενστικτωδώς. Αν και ο αρχικός σχεδιασμός βασίστηκε σε λευκό φόντο για να δώσει ένταση στις αντιθέσεις, τελικά τυπώθηκε σε γκρι – κάτι που άλλαξε τη δυναμική της σύνθεσης, αλλά όχι την ουσία της.
Όσον αφορά την έκθεση στο Milan Design Week, ο καλλιτέχνης περιέγραψε την ευχάριστή του έκπληξη βλέποντας το έργο του εκτεθειμένο σε ένα τόσο ευρύ κοινό. Ανέφερε ότι, σε αντίθεση με έναν πίνακα σε μια γκαλερί στην Αθήνα, που θα τον δει περιορισμένος αριθμός ανθρώπων, αυτό το έργο εκτίθεται σε θεαματικά περισσότερους θεατές. Η εμπειρία, όπως είπε, τον εντυπωσίασε όχι στιγμιαία αλλά με διάρκεια, κι αυτό είχε για εκείνον ιδιαίτερη αξία.
Στάθηκε επίσης στην ανάγκη οι καλλιτέχνες στην Ελλάδα να απενοχοποιήσουν τη σχέση τους με το εμπόριο και την αγορά. Αναγνώρισε πως υπάρχει μια ενοχή γύρω από την «πώληση του έργου», κάτι που -όμως τονίζουν και στις σχολές καλών τεχνών- θεωρεί απολύτως φυσιολογικό και απαραίτητο για τη βιωσιμότητα ενός δημιουργού.

Η συνεργασία του με το Ploom, όπως την περιγράφει, βασίστηκε σε μια κοινή αφετηρία: την αναζήτηση της αισθητικής απόλαυσης. Ο ίδιος ζωγραφίζει για να νιώσει καλά, το brand προσφέρει εμπειρίες για τον ίδιο λόγο. Και στις δύο περιπτώσεις, στόχος είναι μια ευχαρίστηση – είτε προσωπική είτε μοιρασμένη. Θεώρησε εξαιρετικά σημαντικό ότι το brand προσέγγισε έξι διαφορετικούς καλλιτέχνες και τους έδωσε χώρο δημιουργικής έκφρασης, εντάσσοντάς τους στο ευρύτερο πλαίσιο του διεθνούς design, δίπλα σε παγκόσμιους διάσημους δημιουργούς.
Η πρόκληση της Milan Design Week λειτούργησε για τον ίδιο και ως ένα επαγγελματικό στοίχημα. Είδε τη συνεργασία αυτή όχι μόνο ως μια μοναδική εμπειρία, αλλά και ως πιθανή αφετηρία για μελλοντικές εφαρμοσμένες δημιουργίες – κάτι που, όπως σημείωσε, τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα.
Αναλογιζόμενος την πορεία του, από την Κύπρο στο Λονδίνο και κατόπιν στην Αθήνα, ανέφερε ότι η επιλογή να φύγει από την πατρίδα του ήταν συνειδητή και καθοριστική. Αναζητούσε ένα περιβάλλον πολιτισμικά και πνευματικά ανοιχτό, κάτι που βρήκε στο Λονδίνο. Παρότι εκείνοι οι τρεις χρόνοι πέρασαν σαν αστραπή, ένιωσε πως ήταν εκεί που γεννήθηκε ως καλλιτέχνης. Η Αθήνα, από την άλλη, τον κέρδισε απρόσμενα. Αν και αρχικά δεν την είχε στο πλάνο του, τη γνώρισε από μέσα, την αγάπησε και την έκανε βάση του εδώ και 22 χρόνια. Παραδέχτηκε πως έχει σκεφτεί την επιστροφή σε κάποιο από τα διεθνή κέντρα, αλλά θεωρεί ότι η Ελλάδα του προσφέρει μια διαφορετική ποιότητα ζωής και δημιουργικότητας – πιο αργή, πιο ανθρώπινη, πιο συνειδητή από ότι συμβαίνει στα μεγάλα διεθνή κέντρα.
Όσο για την αισθητική, επεσήμανε πως είναι πιο απαραίτητη από ποτέ. Όχι μόνο επειδή επηρεάζει τις αγορές μας – όπως συμβαίνει ακόμη και στην επιλογή ενός τηλεφώνου – αλλά γιατί αντανακλά τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Και κλείνοντας, αποκάλυψε πως, ανάμεσα στα έξι σχέδια που παρουσιάστηκαν στην έκθεση, εκείνο που τον κέρδισε ήταν το πιο λιτό του Ιταλού καλλιτέχνη: μπλε αποχρώσεις που του θύμισαν έναν ελληνικό βυθό.
Επιστρέφοντας στην κα Μπερερή, μας ανέφερε πως η συνέργεια τέχνης και τεχνολογίας δεν αποτελεί μια πρόσφατη προσθήκη, αλλά έναν θεμελιώδη άξονα της ταυτότητας του brand. Όπως είπε, στόχος είναι το προϊόν να αγγίζει τον χρήστη σε ένα βαθύτερο, σχεδόν συναισθηματικό επίπεδο – όχι μόνο μέσα από τη λειτουργικότητά του, αλλά και μέσω της αισθητικής του δύναμης. Μέσα από συνεργασίες με δημιουργούς, όπως ο Φίλιππος Θεοδωρίδης, το Ploom επιδιώκει να ενσωματώσει στην εμπειρία του ένα στοιχείο πολιτισμού και καλλιτεχνικής ευαισθησίας, προσδίδοντας στο προϊόν έναν χαρακτήρα που ξεπερνά το αυστηρά τεχνικό.
Αυτή η προσέγγιση φαίνεται να βρίσκει απόλυτη ανταπόκριση στη φιλοσοφία του εικαστικού. Ο Θεοδωρίδης είδε στην πρόσκληση του Ploom μια ευκαιρία να δώσει μορφή σε κάτι χρηστικό, χωρίς να θυσιάσει την καλλιτεχνική του ταυτότητα. Όπως και η υπεύθυνη του brand, έτσι και εκείνος αναγνώρισε τη δυναμική της τέχνης να μεταμορφώνει ένα αντικείμενο καθημερινής χρήσης σε προσωπικό σύμβολο, σε ένα μικρό έργο τέχνης που κατοικεί στην καθημερινότητα του καταναλωτή.
Η κα Μπερερή σημείωσε ότι το design, τα χρώματα και τα μοτίβα δεν είναι διακοσμητικές λεπτομέρειες, αλλά γέφυρες μεταξύ του προϊόντος και της προσωπικότητας του χρήστη. Επενδύουν σε δημιουργούς που φέρνουν μια νέα, ειλικρινή οπτική στην αισθητική του brand, ενισχύοντας τη μοναδικότητα και την προσωπική σύνδεση με το αντικείμενο. Η συλλεκτική διάσταση αυτών των συνεργασιών, είπε, ενισχύει το αίσθημα του ανήκειν και της έκφρασης.
Παράλληλα, και για τον Θεοδωρίδη, η ένταξη της τέχνης σε ένα αντικείμενο καθημερινής χρήσης σηματοδοτεί μια πράξη σχεδόν αντισυμβατική, σε έναν κόσμο που κατακλύζεται από «παραστατική» εικόνα. Πιστεύει πως η καλλιτεχνική παρέμβαση προσθέτει βάθος, αφήνοντας χώρο για τον θεατή να ερμηνεύσει, να αισθανθεί και να συνδεθεί.
Όσο για το κατά πόσο η αισθητική αποτελεί σήμερα προϋπόθεση επιτυχίας, η κα Μπερερή, το δήλωσε χωρίς περιστροφές: δεν πρόκειται για πολυτέλεια, αλλά για αναγκαιότητα. Σε μια εποχή όπου το κοινό αναζητά όχι μόνο απόδοση αλλά και ομορφιά, εργονομία και ευχάριστη αλληλεπίδραση, το design λειτουργεί ως καθοριστικός παράγοντας επιλογής. Γι’ αυτό, όπως εξήγησε, για το Ploom η καινοτομία δεν είναι ποτέ αποσυνδεδεμένη από τον σχεδιασμό· είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Η προσέγγιση αυτή βρίσκει ηχώ και στα λόγια του καλλιτέχνη, ο οποίος πιστεύει ότι η αισθητική είναι αλληλένδετη με το περιβάλλον και την εποχή. Θυμίζει πως ακόμη και οι επιλογές μας –ένα ένδυμα, ένα αντικείμενο – καθορίζονται πια σε μεγάλο βαθμό από την εικόνα τους. Δεν απορρίπτει τη διακοσμητικότητα· αντίθετα, την εντάσσει συνειδητά στο έργο του, τιμώντας παραδόσεις του design από τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, όταν το όμορφο ήταν και λειτουργικό, και αντίστροφα.
Η συνεργασία τους, τελικά, φανερώνει ότι η αισθητική και η τεχνολογία δεν είναι αντίρροπες δυνάμεις, αλλά σύμμαχοι στην προσπάθεια να δημιουργηθεί μια ολιστική εμπειρία που αγγίζει τον χρήστη ποικιλοτρόπως.

*Το προϊόν αυτό απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες καπνιστές.