«Κανείς δεν ρωτάει ένα δάσκαλο ή ένα γιατρό γιατί αποφάσισε να κάνει αυτή τη δουλειά», παρατηρεί ο Άρης* όταν τον ρωτάμε πώς αποφάσισε να ασχοληθεί με τη σεξεργασία. «Δεν ισχύει το ίδιο και για ένα σεξεργαζόμενο άτομο. Περιμένουν να ακούσουν μια τραγική ιστορία – ή έστω μια ιστορία φτώχειας, στις περιπτώσεις που αποδέχονται ότι μπορεί να ήταν δική σου απόφαση». 

Πέρα από τα στερεότυπα

Η επισήμανση αυτή έρχεται για να επιβεβαιώσει τα όσα προσπαθούν να εξηγήσουν στο in.gr ο Χρήστος Σαγρέδος, Πρόεδρος του Δικτύου Ενδυνάμωσης Σεξεργαζομένων και η Αθηνά Μιχαλακέα, νομική εκπρόσωπός του, για τα συνήθη στερεότυπα που στην πλειοψηφία μας φέρουμε για τη σεξεργασία και τον τρόπο που αυτά, ακόμη κι όταν είναι καλοπροαίρετα, καταλήγουν να πλήττουν τους πιο ευάλωτους εργαζομένους του κλάδου. Για αυτό και το σωματείο σεξεργαζομένων, που εσχάτως έλαβε και νομική αναγνώριση, έχει θέσει την κατάρριψη αυτών των μύθων στο επίκεντρο της στοχοθεσίας του, πέραν της διεκδίκησης δικαιωμάτων και της ενδυνάμωσης – που άλλωστε βρίσκει τη θέση της και στον τίτλο του. 


Για τον Άρη, όπως και για αρκετούς συναδέλφους του, η σεξεργασία δεν ήρθε ως κάποιας μορφής καταδίκη ή τελευταία επιλογή. Προέκυψε μάλλον τυχαία, όταν αποφάσισε να ανταποκριθεί σε ένα από τα αμέτρητα μηνύματα που λάμβανε στο Grindr, την εφαρμογή gay γνωριμιών, στα οποία του πρότειναν να προσφέρει σεξουαλικές υπηρεσίες έναντι αμοιβής. «Είχα ερωτηθεί άπειρες φορές», θυμάται, «μέχρι που κάποια στιγμή αποφάσισα ότι αν μου αρέσει κάποιος, θα τα πάρω». 

Αρχικά δεν θεωρούσε τον εαυτό του σεξεργαζόμενο («είχα έναν σταθερό πελάτη, που τον έβλεπα σαν fuck buddy με tips», εξηγεί), όμως σταδιακά άρχισε να το αντιμετωπίζει ως μια δεύτερη, βραδινή δουλειά, ικανή να του προσφέρει ένα σεβαστό επιπλέον εισόδημα και τις συνακόλουθες πολυτέλειες, που δύσκολα θα αποκτούσε σε άλλη περίπτωση. Αναγνωρίζει και ο ίδιος ότι ασκεί το επάγγελμα από μια προνομιακή θέση, πράγμα που δεν ισχύει για όλους. Όμως η ιστορία του μας θυμίζει ότι, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους υπαλλήλους γραφείου ή τους ελεύθερους επαγγελματίες, έτσι και η εργασία στο σεξ χαρακτηρίζεται από μεγάλη ταξική διαστρωμάτωση, που πολύ απέχει από τις τυπικές μας αντιλήψεις για αυτή. 

Πώς άρχισαν όλα

Ο Χρήστος αναφέρει ότι αυτός ήταν ένας από τους λόγους που το ΔΕΣ επέλεξε για τον τίτλο του τη λέξη «σεξεργαζόμενος» αντί του «σεξεργάτης». Ο άλλος ήταν ότι «θέλαμε η γενική πληθυντικού να καλύπτει τα πάντα, να έχουμε μια πιο συμπεριληπτική γλώσσα όσον αφορά το φύλο σε σχέση με το δίπολο “σεξεργάτης/σεξεργάτρια”. Θέλαμε να γίνουν πιο ορατές οι αρρενωπότητες» – πράγμα λογικό, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι παρά τη σημερινή συμμετοχή εργαζομένων από όλο το φάσμα του φύλου στο σωματείο, αρχικά το σημερινό ΔΕΣ απαρτιζόταν από τέσσερις σεξεργαζόμενους άνδρες. 

Όλα ξεκίνησαν από μια ακαδημαϊκή έρευνα του Χρήστου, με αντικείμενο την ανδρική σεξεργασία. Σε σχετική ερώτηση, οι συμμετέχοντες σεξεργαζόμενοι τού ανέφεραν ότι δεν κοινωνικοποιούνται με συναδέλφους τους – με τον έναν, μάλιστα, να του απαντά «δυστυχώς όχι». 

«Αυτό το “δυστυχώς” μου έκατσε στο λαιμό, όταν άκουσα ξανά την ηχογράφηση, και έτσι ρώτησα τους συμμετέχοντες στην έρευνα αν ήθελαν να γνωριστούν μεταξύ τους και τους έφερα σε επαφή». Ακολούθησε ένας καφές, έπειτα πολλοί ακόμη, και τελικά προέκυψε ένα διευρυμένο δίκτυο με έντονη ψηφιακή παρουσία και πολύπλευρους στόχους.  

Η βαρύτητα των όρων

Ας επιστρέψουμε, όμως, στις λέξεις, που ούτως ή άλλως πρωταγωνίστησαν στη συζήτησή μας με τον Χρήστο και την Αθηνά. Πέραν του έμφυλου χαρακτήρα, η λέξη «σεξεργαζομένων» κρύβει προφανώς και άλλη μια παραδοχή: «πάνω από όλα υπενθυμίζει ότι μιλάμε για ένα επάγγελμα, επομένως ότι χωρά διεκδίκηση για εργασιακά δικαιώματα. Ταυτόχρονα, υπενθυμίζει σε εκείνους που αγοράζουν σεξουαλικές υπηρεσίες ότι πρόκειται όντως για μια υπηρεσία, επομένως για μια πολύ συγκεκριμένη συμφωνία, με πολύ συγκεκριμένα όρια. Και υπενθυμίζει και στις αρχές ότι μιλάμε για μια δουλειά, που τόσο καιρό δεν την αντιλαμβανόμασταν ούτε νομικά ακριβώς ως τέτοια», επισημαίνει ο Χρήστος. 

Ως νομικός, η Αθηνά στέκεται και στη βαρύτητα που έχει η παρουσία της φράσης «σεξεργαζόμενα άτομα» στο εγκεκριμένο καταστατικό του σωματείου – «η νομολογία παράγει Δίκαιο», εξηγεί, «οπότε και η απόφαση για το ΔΕΣ συνιστά κατά κάποιο τρόπο αναγνώριση των εργαζομένων στο σεξ ως εργαζόμενους και όχι ως εκδιδόμενους, κατά κάποιο τρόπο, έστω έμμεσο», ενώ έχει μεγάλη σημασία που «η ειρηνοδίκης στηρίχτηκε και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».  

Νέες λέξεις, νέες πραγματικότητες

Τι ρόλο παίζει, όμως, η γλώσσα στην πράξη; Ο Χρήστος, ως γλωσσολόγος, αντλεί από τη θεωρία της γλωσσικής σχετικότητας (Sapir-Whorf hypothesis) για να το εξηγήσει: «Αν δεν έχεις τις λέξεις να περιγράψεις μια κατάσταση, ίσως να μην την αντιλαμβάνεσαι και πλήρως. Κάθε φορά που δημιουργούνται νέοι όροι, δημιουργούνται και νέες οπτικές. Η κατάσταση μπορεί να προϋπάρχει, όμως οι νέες λέξεις μας επιτρέπουν να την κατονομάσουμε πάλι, να την περιγράψουμε από άλλη σκοπιά, να την κατανοήσουμε με διαφορετικό τρόπο και συνεπώς να την ανανοηματοδοτήσουμε. Έτσι, όταν προκύπτουν νέες λέξεις, προκύπτουν μάλλον και νέες πραγματικότητες ή νέες αφορμές για κοινωνικοπολιτική δράση κι αντίδραση».  

Ή όπως το εξηγεί η Αθηνά: «Όταν αρχίζεις να μιλάς για εργασία στο σεξ, βάζεις το θέμα σε μια εργασιακή διάσταση και ξεφεύγεις από τον πατερναλισμό και την παθητικότητα που ξέρουμε ότι φέρει ιστορικά η “πορνεία” σαν λέξη». Αντίστοιχα, «η αντίληψη ότι τα σεξεργαζόμενα άτομα “πουλάνε το σώμα τους” είναι λάθος, γιατί είναι σαν να αναγνωρίζει στον πελάτη απεριόριστα δικαιώματα επάνω σε αυτό. Πουλάνε συγκεκριμένες υπηρεσίες, για συγκεκριμένο χρόνο και σε συγκεκριμένο τόπο».  

«Θύτες», «θύματα» και εργαζόμενοι

Στο σήμερα, συμφωνούν Χρήστος και Αθηνά, συνηθίζουμε να βλέπουμε τους σεξεργαζόμενους (και ιδίως τις σεξεργαζόμενες) στο πλαίσιο ενός διπόλου: από τη μία ως «θύτες» με αχαλίνωτη σεξουαλικότητα που ως εκ τούτου ευθύνονται για οτιδήποτε τους συμβεί, και από την άλλη ως «θύματα» trafficking ή «της ζωής» που στόχος της κοινωνίας θα πρέπει να είναι η έξοδός τους από τον «βούρκο» – με άλλα λόγια, όχι η διασφάλιση καλύτερων συνθηκών εργασίας.  

Άλλος ένας όρος του καθημερινού μας λεξιλογίου που συσκοτίζει την πραγματικότητα και αυξάνει την καταπίεση, είναι εκείνος της «πόρνης» – ή, λαϊκότερα, της «πουτάνας», εξηγούν. Ένα από τα κύρια προβλήματα που προκύπτουν από αυτούς, είναι ότι πρόκειται για λέξεις που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά κόρον για τη δαιμονοποίηση της γυναικείας σεξουαλικότητας, με αποτέλεσμα όχι μόνο να έχουν αποκτήσει υποτιμητική χροιά, αλλά και να έχουν επίσης αποσυνδεθεί από την έννοια της εργασίας. Ταυτόχρονα, η απουσία (ή η αχρησία) των αρσενικών εκδοχών τους, απαλείφει από το πεδίο της σκέψης μας την ύπαρξη των ανδρών σεξεργατών.  

Ποιος πληρώνει τις προκαταλήψεις μας;

Όπως συμβαίνει συνήθως στο πλαίσιο μιας πατριαρχικής κοινωνίας, το γεγονός αυτό καταλήγει να πλήττει και πάλι δυσανάλογα τις γυναίκες, αυξάνοντας, για παράδειγμα, τις διώξεις που δέχονται για την άσκηση του επαγγέλματός τους. «Στον ίδιο δρόμο, που κάνουν “πιάτσα” αγόρια και κορίτσια, οι αστυνομικοί μπορεί να μοιράσουν πρόστιμα μόνο στις γυναίκες, είτε γιατί δεν περνά από το μυαλό τους ότι και οι άνδρες μπορεί να πουλούν σεξ, είτε γιατί δεν τους νοιάζει και τόσο», σημειώνει ο πρόεδρος του ΔΕΣ.  

Ταυτόχρονα, «στην ετεροκανονικότητα γίνεται ούτως ή άλλως πιο ορατή η ετεροσεξουαλικότητα και αντιστοίχως αόρατες οι ομοερωτικές σχέσεις, ακόμη και χωρίς την παράμετρο της συναλλαγής. […] Αυτό το βλέπεις και στο στίγμα που φέρουν οι πελάτες που αγοράζουν σεξουαλικές υπηρεσίες από αρρενωπότητες, ενώ στην αντίθετη περίπτωση η σύνδεση των ανδρών πελατών με την αγορά σεξουαλικών υπηρεσιών συχνά γιορτάζεται και συμβολίζει τα μεταβατικά στάδια της ζωής τους: από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση με την “μπουρδελότσαρκα”, από τον άγαμο στον έγγαμο βίο με τα bachelor parties, από τον φαντάρο στην ιδιότητα του πολίτη».  

Η αορατότητα των ανδρών σεξεργαζόμενων εντείνει αυτό το στιγματισμό, συνεχίζει, ενώ παράλληλα τους ωθεί στο να αντιμετωπίζουν την εργασία τους ως περιστασιακή. Με τη σειρά της, αυτή η «περιστασιακότητα» – που εύκολα τρέπεται σε μονιμότητα – αφαιρεί το κίνητρο για την διεκδίκηση, η οποία ούτως ή άλλως δεν είναι εύκολη διαδικασία, αφού μπορεί να γίνει η αιτία για την αποκάλυψη της εργασιακής ταυτότητας με ό,τι αυτή συνεπάγεται, παρά την τεράστια ανάγκη που υπάρχει για αυτή σε ένα κλάδο όπου η συχνά παράνομη δραστηριότητα αφαιρεί μεταξύ άλλων και βασικά δικαιώματα, όπως της ασφάλειας υγείας ή της συνταξιοδότησης.  

Το σενάριο αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών από γυναίκες… ουσιαστικά μένει εκτός συζήτησης. Άλλωστε, ακόμη η ίδια η γυναικεία επιθυμία δεν έχει νομιμοποιηθεί απολύτως στην «κοινή γνώμη», τουλάχιστον όχι αποσυνδεδεμένη από τον ρομαντικό έρωτα ή την αναπαραγωγή. 

Παλιά και σύγχρονα προβλήματα

Η παραπάνω συζήτηση, παρά τις πρακτικές της προεκτάσεις, μπορεί να ακούγεται υπερβολικά «φιλοσοφική» όταν μιλάμε για έναν κλάδο που μαστίζεται από τεράστια προβλήματα. Η σεξεργασία όχι απλώς δεν έχει απαλλαγεί από τους παλιούς κινδύνους, όπως ο βιασμός, η σύλληψη ή η κακοποίηση, αλλά πλέον είναι αντιμέτωπη και με άλλα, σύγχρονα δαιμόνια, όπως η αναζήτηση της πραγματικής ταυτότητας των σεξεργαζομένων στα κοινωνικά δίκτυα με στόχο την αποκάλυψή της, η παράνομη βιντεοσκόπηση και διακίνηση του υλικού, η υποκλοπή περιεχομένου που έχει αναρτηθεί από τα ίδια τα σεξεργαζόμενα άτομα σε κλειστές συνδρομητικές πλατφόρμες, όπως το OnlyFans και η ανάρτησή του σε πορνογραφικά site παρά τη θέληση του ατόμου, κλπ.  

Παρεμπιπτόντως, όλα τα παραπάνω συμβαίνουν συχνότερα στις γυναίκες που εργάζονται στον κλάδο, οι οποίες ταυτόχρονα λαμβάνουν χαμηλότερες αμοιβές – άλλο ένα κοινό της σεξεργασίας με τις «πρωινές» δουλειές μας. Ενώ, όπως παρατηρεί ο Χρήστος «δεν έχω ακούσει ποτέ περίπτωση άνδρα που να βρέθηκε στο κρατητήριο για “άγρα πελατών” ή επειδή τον έπιασαν με προσημειωμένα χαρτονομίσματα».  

Ποινικοποίηση και αποποινικοποίηση

Ωστόσο, τόσο ο ίδιος όσο και η Αθηνά επιμένουν ότι η «λύση» της ποινικοποίησης της σεξεργασίας – ή αποκλειστικά του πελάτη, κατά το γνωστό επιχείρημα συγκεκριμένων φεμινιστικών ρευμάτων – όχι απλώς δεν μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση, αλλά αποδεδειγμένα μόνο την επιδεινώνει. «Αν και αναγνωρίζω ότι τα κίνητρα μπορεί να είναι ευγενή», λέει η Αθηνά, «θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι όπου έχουν εφαρμοστεί αυτές οι προτάσεις, έχουν πλήξει τα άτομα που βρίσκονταν σε πιο ευάλωτη θέση. Αυτό που χρειάζεται για την ασφάλεια των σεξεργαζομένων είναι ένα μοντέλο αποποινικοποίησης, με αναγνώριση ατομικών και συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων και δυνατότητα συνδικαλισμού – κρατώντας στο νου μας ότι πάντα θα υπάρχουν ομάδες που θα εκφεύγουν της νομιμότητας και που θα πρέπει και πάλι να είναι σε θέση να καταγγείλουν περιστατικά κακοποίησης χωρίς να επιβαρύνονται τα ίδια». 

Αν όλοι οι πελάτες είναι κακοί, τότε ποιος είναι ο κακός πελάτης;

Άλλη μια προβληματική πτυχή της ποινικοποίησης, επισημαίνει ο Χρήστος, είναι το γεγονός ότι «καταργεί σχεδόν πλήρως την έννοια του βίαιου και του κακού πελάτη». Με απλά λόγια, αν η ίδια η αγορά σεξουαλικών υπηρεσιών ερμηνεύεται ως κακοποίηση, τότε με ποιο κριτήριο διαφοροποιείται ένας πελάτης που βιάζει από τους υπόλοιπους;  

«Πρέπει να ποινικοποιηθεί η κακοποίηση, όχι η αγορά σεξουαλικών υπηρεσιών», διευκρινίζει ο Χρήστος. «Ένα παράδειγμα που ξεκαθαρίζει το τοπίο: Ας πάρουμε την περίπτωση των ατόμων που δουλεύουν με εξαναγκασμό στην παραγωγή φράουλας. Η ποινικοποίηση του πελάτη είναι σα να λες “μπορεί κάποιος να παράγει φράουλες, αλλά όποιος τις αγοράσει, αλίμονό του!” – και δεν κάνει τίποτα για τα άτομα που δουλεύουν στην παραγωγή υπό άθλιες συνθήκες. Ούτε η παραγωγή θα σταματήσει, ούτε οι συνθήκες θα βελτιωθούν. Θα κυκλοφορείς στην Αθήνα και θα έρχονται άνθρωποι και θα σου λένε στα κρυφά “άμα θες, έχω και φράουλες”. Εντέλει, αυτό που πρέπει να αντιμετωπίσεις είναι οι δυσμενείς συνθήκες στη φραουλοπαραγωγή».  

Εξάλλου, όπως παρατηρεί η Αθηνά, «το ίδιο το νομικό πλαίσιο που είναι σε ισχύ αυξάνει την ευαλωτότητα των ατόμων που εργάζονται στο σεξ, γιατί στην ουσία τα εξωθεί στην παρανομία, με ό,τι αυτή συνεπάγεται. Ο Νόμος αντιμετωπίζει την εργασία στο σεξ ως μια απλώς ανεκτή δραστηριότητα που πρέπει να υπόκειται σε συνεχείς περιορισμούς, και αυτό εκ των πραγμάτων δεν επιφέρει την αναγνώριση των εργαζομένων στο σεξ ως επαγγελματίες και τους εκθέτει πολλαπλώς: στη βία από τους πελάτες, από την αστυνομία και από τα διοικητικά όργανα που κάνουν τους ελέγχους γενικότερα». 

Εργασία υψηλών δεξιοτήτων

«Αν λάβουμε υπόψη μας ότι η εργασία στο σεξ περιλαμβάνει και μεγάλο κομμάτι αυτού που ονομάζουμε “emotional labour”, καταλαβαίνουμε ότι δεν πρόκειται απλώς για στεγνό, αποστειρωμένο σεξ», τονίζει η Αθηνά. «Αποτελείται από πολλά άλλα πράγματα, που προϋποθέτουν πολύ ιδιαίτερες δεξιότητες, ψυχικές και σωματικές. Το γεγονός αυτό μας βοηθά επίσης να συνειδητοποιήσουμε ότι πρόκειται για εργασία και όχι για αντικειμενοποίηση του σώματος».  

Ο Άρης γελά και συμπληρώνει: «Κάποιες φορές λέω ότι παίρνω 100€ την ώρα για την ψυχοθεραπεία και κάνω δώρο το σεξ», ενώ παρατηρεί ότι οι σύγχρονες μορφές σεξεργασίας απαιτούν την εκπλήρωση μιας σειράς εργασιών πολύ πριν από τη συνάντηση με τους πελάτες.  

«Τώρα με το internet έχει και πάρα πολύ marketing, πάρα πολλή ψηφιακή δουλειά. Πρέπει να ξέρεις πώς θα τραβήξεις τις φωτογραφίες, πώς θα τις προστατεύσεις ώστε να μην κυκλοφορήσουν – ή αν κυκλοφορήσουν να έχουν ένα watermark που να παραπέμπει στο προφίλ σου, ώστε να κάνεις branding… Επίσης, πρέπει να ξέρεις τι επιτρέπεται και πού, και σε ποια πλατφόρμα. Στο Grindr απαγορεύεται, το Twitter σου επιτρέπει να διαφημίσεις και να βάλεις link, οπότε τελικά έχεις μια κατακερματισμένη εικόνα κι εσύ φροντίζεις να φτιάξεις το παζλ, πράγμα που χρειάζεται χρόνο και κόπο και skills». 

Ο ρόλος του ΔΕΣ

Σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο πλαίσιο – η εργασία της πλατφόρμας έχει μπει κι εδώ για τα καλά, και μάλιστα προ πολλού – το ΔΕΣ επιχειρεί να υποστηρίξει τα σεξεργαζόμενα άτομα στα κοινά και τα επιμέρους προβλήματα που αντιμετωπίζουν, να τα φέρει σε επαφή με μια κοινότητα που θα τους επιτρέπει να μιλούν ανοιχτά για την εργασιακή τους καθημερινότητα χωρίς να τα επικρίνει και να τα στιγματίζει, αλλά και να επιτελέσει έναν παιδαγωγικό ρόλο, όχι μόνο (ή όχι τόσο) για τους σεξεργαζόμενους, όσο για τους πελάτες και το γενικό πληθυσμό.  

Μέσα από τις σελίδες του ΔΕΣ στα κοινωνικά δίκτυα, σεξεργαζόμενα άτομα δημιουργούν δεσμούς μεταξύ τους, ενώ «έχει δημιουργηθεί ένα κλειστό γκρουπ επικοινωνίας, που λειτουργεί όλο το 24ωρο και μπορούν να βρουν συναδέλφους που ξέρουν ότι θα νοιαστούν. Το να μπορείς να ζητήσεις από κάποιον να σε πάρει τηλέφωνο σε μια ώρα για να βεβαιωθεί ότι είσαι καλά ή να του πεις πού θα είσαι, είναι από τις μεγάλες επιτυχίες της ενδυνάμωσης. Και θεωρώ μεγάλη επιτυχία το ότι τα άτομα που έρχονται τον τελευταίο καιρό, δουλεύουν το καθένα σε ένα διαφορετικό είδος σεξεργασίας, καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα φύλων και σεξουαλικοτήτων», σημειώνει ο Χρήστος.  

Δίνοντας φωνή σε μια φιμωμένη κοινότητα

Άλλη μια μεγάλη επιτυχία, είναι το γεγονός ότι το Δίκτυο απαρτίζεται σχεδόν αποκλειστικά, με κάποιες εξαιρέσεις, από σεξεργαζόμενα άτομα τα οποία είναι και τα μόνα που έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεών του. Και, κρίσιμα, είναι εκείνα που αναρτούν το – πολύ ενδιαφέρον – ενημερωτικό υλικό που μπορεί να βρει κανείς στις σελίδες του ΔΕΣ. 

«Τα κείμενα γράφονται από άτομα που εργάζονται στο σεξ, όχι ας πούμε από την Αθηνά που είναι η δικηγόρος μας», τονίζει ο Χρήστος. «Και αυτό είναι σημαντικό, γιατί τους δίνεται φωνή καθημερινά. Σε επίπεδο αυτενέργειας, το να ξέρεις ότι μπορείς να γράψεις και να διαβαστείς είναι πάρα πολύ σημαντικό, ειδικά αν παράλληλα σου εξασφαλίζεται η ανωνυμία του ότι γράφεις πίσω από ένα δίκτυο – δεν φοβάσαι ότι όλοι θα ξέρουν την ταυτότητά σου. Δίνεται μια φωνή σε μια επί μακρόν φιμωμένη κοινότητα». 

Και συνεχίζει: «Η ίδια η διαδικασία της γραφής δημιουργεί διαφορετικά επίπεδα συνειδητότητας και λειτουργεί ως ενδυνάμωση με λίγο διαφορετικό τρόπο, γιατί παίρνεις ευθύνη σε σχέση με τον κόσμο τη στιγμή που γράφεις. Βλέπω τον τρόπο που γίνονται μετατροπές. Μπορεί να ξεκινήσει να γράφει κάτι μια αρρενωπότητα, να παρεμβαίνουν οι θηλυκότητες και να του λένε ότι δεν είναι αρκετά συμπεριληπτικό, και να καταλήγουν να γράφουν από κοινού, πράγμα που από μόνο του λειτουργεί ενδυναμωτικά. Ταυτόχρονα, πολλές φορές τα κείμενα είναι και ένας τρόπος να ενημερωθούν και οι πιθανοί πελάτες».  

Η μελλοντική εξέλιξη του ΔΕΣ παραμένει άγνωστη – εξάλλου, όπως παρατηρεί ο πρόεδρός του, κανείς δεν ξέρει ποιες μορφές σεξεργασίας επιφυλάσσει το μέλλον. Προς το παρόν, θα συνεχίσει να διεκδικεί και να ενημερώνει μέσα από αναρτήσεις για πράγματα που ίσως δεν συζητάμε όσο θα έπρεπε, όπως η σημασία της συναίνεσης στο πλαίσιο των σεξουαλικών υπηρεσιών, αλλά και για άλλα, που ίσως δεν έχουμε ξανασυζητήσει ποτέ. Για παράδειγμα, πόσοι έχουν σκεφτεί αν και τι απολαμβάνει ένα σεξεργαζόμενο άτομο στην εργασία του;  

*Ο Άρης δέχτηκε να μιλήσει στο in.gr με τον όρο της ανωνυμίας του. Τα στοιχεία του βρίσκονται στη διάθεση της ιστοσελίδας.