Μμμ, μυρίζει κιμάς, μυρίζει παρμεζάνα, μυρίζει νιότη και μυρίζουν όνειρα.

Πού;

Στην Πλατεία Δεξαμενής στο Κολωνάκι, μέσα από ένα τόσο δα μαγαζί που δημιουργεί ζυμαρικένια θαύματα σε value for money τιμές, αλλά αξίας ανεκτίμητης.

Είναι η ολοένα εν κινήσει, πανέμορφη Άλεξ που ετοιμάζει τα δικά της χειροποίητα ζυμαρικά. Τα φτιάχνει από βιολογικά αυγά και αλεύρι από την Κρήτη, τα δένει με λίγες και καλές σπιτικές σάλτσες και τα σερβίρει σε ζωγραφισμένα κεραμικά σκεύη που έχει δημιουργήσει μια καλή της φίλη.

Η νεαρή σεφ μίλησε στο in.gr για μερικές προσωπικές της αδυναμίες σε αυτήν την ζωή, γευστικές μνήμες, αλλά και στόχους σε σχέση με τα επόμεβνα επαγγελματικά βήματα.

Ποια είναι η Άλεξ Βασιλάτου; Πού γεννήθηκε, πού μεγάλωσε, ποιο είναι το πρώτο φαγητό που θυμάται να την ξετρελαίνει, τι μουσική ακούσει; 

Ειμαι η Άλεξ και μόλις έχω κλεισει τα 25 μου χρόνια.

Μεγάλωσα στο Ψυχικό και, θα μπορούσα να πω, και αρκετά στο νησί μας, στην Κεφαλονιά-Πάσχα, καλοκαίρι, γιορτές. Εκεί έχουμε περάσει τις πιο ανέμελες στιγμές με τα άπειρα μαγειρέματα της νάνας μας (η γιαγιά μας). Η πρώτη τρέλα με φαγητό ήταν με σιγουριά το κέικ, που σαν αυτό, ζεστό απ’τον φούρνο, δεν υπάρχει! Σε κέικ και ψωμιά έκανα τους πρώτους μου πειραματισμούς.

Παρατηρώ διαρκώς τα παντα, ανθρώπους, εκφράσεις προσώπων, φαγητά, φύση, και με μαγεύει η μοναδικότητα των υφών και των σχημάτων. Με αφορά η λεπτομέρεια, γιατί, κάνει όντως τη διαφορά, και εκτιμώ αυτούς που την προσέχουν εξίσου.

Έχω μείνει σε δυο χώρες πέραν της Ελλάδας, στην Αγγλία, όπου σπούδασα μαγειρική στη σχολή Le Cordon Bleu το 2014 και ύστερα μέχρι το 2016 δούλευα και στο The Savoy Grill, και στο Παρίσι το 2018-19, που ήμουν στο εστιατόριο Mavrommatis στην μικρή, αστεράτη κουζίνα του.

Πώς ξεκίνησε το πρότζεκτ με τα ζυμαρικά;

Τα φρέσκα ζυμαρικά μπήκαν στη ζωή μου όταν σπούδαζα. Μαγεύτηκα απο το γεγονός οτι μπορώ να τα φτιάξω από την αρχή, δικά μου και έμαθα ότι σαν στον λευκό καμβά, μπορείς να δημιουργήσεις γευστικά πάνω τους αμέτρητους συνδυασμούς! Στο εξωτερικό που έζησα, υπάρχουν pasta bars και χειροποίητα ζυμαρικά σε ευρύ φάσμα. Αναρωτιόμουν, λοιπόν, γιατί στην Ελλάδα δεν είχε ξεκινήσει η τρέλα με τα μακαρόνια, ενώ είμαστε λαός που τα συμπεριλαμβάνουμε πολύ στην διατροφή μας. Αφού δεν υπάρχει, είπα, θα την ξεκινήσω εγώ! Κι έτσι κι έγινε. Σε όλη αυτή την προσπάθεια, βασικός συντελεστής είναι ο πατέρας μου, που στήσαμε μαζί την επιχείρηση.

Ο χώρος μας προέκυψε μετά από πολύ ψάξιμο και αλλαγές πλάνων. Είναι σε σημείο που θεωρείται κέντρο-απόκεντρο, δίπλα σε όλα, αλλά ταυτόχρονα και κάπως πιο ήσυχο. Το μάτι ξεφεύγει με το πράσινο της πλατείας Δεξαμενής και την απουσία της πολλλής πολλής βαβούρας.

Πώς περνάς τα καλοκαίρια σου;

Τα καλοκαίρια απολαμβάνω να είμαι μόνιμα έξω, να με καίει ο ήλιος και να περνάω τις ώρες μου στην παραλία. Παρέα, άθληση, κρύα νερά, συζητήσεις στα ρηχά, ηλιοβασίλεμα. Και προφανώς μετά, πολύ φαγητό και βόλτες όπου κι αν βρισκόμαστε, περπατητές, με μηχανή, με αυτοκίνητο, οτιδήποτε!

Ποια είναι τα στέκια σου στην πόλη; Πού τρως καλό φαγητό, επίσης;

Ίσως ακουστεί κάπως, αλλά θα το πω: Δεν έχω αφιερώσει όσο χρόνο θα ήθελα με το να εξερευνήσω μαγαζιά και να δημιουργήσω γαστρονομικά στέκια. Στέκι μου, προς το παρόν, έχει γίνει το μαγαζί μου, όπου, με πελάτες και φίλους, καθόμαστε όλοι μαζί συχνά και γινόμαστε μια παρέα. Πάντως, βρίσκομαι σε ενργή διαδικασία εξερεύνησης της πόλης μας και σύντομα θα επανέλθω με μια πιο ενδιαφέρουσα απάντηση…

Ποιο είναι το αγαπημένο σου πιάτο από το μενού του μαγαζιού;

Αναμφίβολα, η κλασική, πολυαγαπημένη «Κλεοπάτρα» με παπαρδέλες και πικάντικη, κόκκινη σάλτσα. Ένα άλλο πιάτο που αγαπώ είναι το αρωματικό, λεμονάτο μπούτι κοτόπουλο με λιγκουίνι κι, από πάνω, γαλομυζήθρα. Λέγεται «Αρωματικό»! Προσθέσαμε πρόσφατα ένα ελαφρύ, αρωματικό πιάτο με σολωμό, γάλα καρύδας, λάιμ και πράσο. Θα έχουμε, επίσης, συχνότερα όσο μπορούμε γεμιστά ζυμαρικά, τύπου ραβιόλι.

Το πιο σημαντικό νομίζω είναι ότι μάλλον έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε την τέλεια γκάμα «αγαπημένων» για όλα τα γούστα: καθένας με την αδυναμία του! Αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα, δεν θα ήθελα να έχω ένα best seller πιάτο και τα υπόλοιπα να μην αγγίζουν κάποιον.

Ποια γνωστή ταινία θα μπορούσε να έχει γυριστεί εκεί;

Θεωρώ η πιο πετυχημένη τοποθέτηση θα ήταν η ταινία “Chef”. Με αντιπροσωπεύει η μεταστροφή απο haute cuisine σε comfort-soul food, το πάθος για τα υλικά και την ιστορία που μεταφέρουν οι συνταγές, αλλά και το ότι θέλω να κάνω food truck!

Κι η Amelie θα μπορούσε κάλλιστα να περνάει με το ποδήλατό της απ’ έξω, πάντως

Ποιο μεγάλο σου όνειρο εύχεσαι να εκπληρώσεις τα επόμενα χρόνια;

Δεν ξέρω ποιο από τα όνειρά μου θα ήθελα να εκπληρωθεί πρώτο χρονικά, έχω πάρα πολλά! Ίσως να είναι κάποια μεγάλα ταξίδια, αυτό συζητάω συνεχώς, άλλωστε-Νότια Αφρική, Χαβάη, Μπόρα Μπόρα, Βιετνάμ, Μαλαισία, Μεξικό. Σχετικά με τα επαγγελματικά, έχω όνειρο να επεκταθώ και σε άλλα γαστρονομικά και όχι μόνο concepts και projects.

Ποια είναι η άποψή σου για το Masterchef;

Στο Masterchef αδιαμφισβήτητα συμμετέχουν (σε παραγωγή και παίκτες) μαγειρικά ταλέντα και προσφέρουν ιδέες και έμπνευση. Δεν το παρακολουθώ φέτος, αν και μου αρέσει να ενημερώνομαι. Νιώθω ότι εγώ ίσως εγώ ίσως δεν θα μπορούσα να διαχειριστώ το κομμάτι του reality, επειδή δεν μου αρέσει η έκθεση στην τηλεόραση (τουλάχιστον όχι ακόμα), αλλά το κομμάτι του μαγειρικού διαγωνισμού είναι κάτι που με ιντριγκάρει.

Τι σειρά βλέπεις αυτόν τον καιρό; Τι βιβλίο διαβάζεις;

Διαβάζω τελευταία το βιβλίο του Bucay Jorge «Να βλέπεις στον έρωτα», που είναι λογοτεχνικό και έχει να κάνει πολύ με την ψυχολογία και την αναζήτηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς στον έρωτα και τις μακροχρόνιες σχέσεις. Μ’ αρέσει πολύ να διαβάζω περί ψυχολογίας και βελτίωσης του εαυτού.

Σειρά που παρακολουθώ τώρα είναι το The Crown, με ταξιδεύει η υποκριτική των συγκεκριμένων ηθοποιών και μαθαίνω επίσης για την ιστορία της Αγγλίας.

Πού έχεις φάει το πιο νόστιμο πιάτο της ζωής σου και με ποιον/ποιους;

Στην Αυστρία, ένα βράδυ αργά, μετά από μέρα γεμάτη σκι βουνού με οικογένεια, πήγαμε σε ένα μικρό εστιατόριο με ξύλινα πατώματα σε στιλ σοφίτας, το απόλυτο μοσχαρίσιο φιλέτο με φρέσκο βούτυρο και πουρέ πατάτας. Είχαμε νιώσει τέτοια χαρά τρώγοντάς το, που με το που τέλειωσε ο καθένας το πιάτο του, προσπαθήσαμε να παραγγείλουμε δεύτερο γύρο-αλλά δυστυχώς, η κουζίνα είχε κλείσει. Το θυμόμαστε ακόμα σαν όνειρο, χωρίς όμως να μπορούμε να θυμηθούμε το όνομα του εστιατορίου και πού ακριβώς βρισκόταν. Θα μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη μας!