Ένα παράγωγο του κουρκουμά μπορεί να αποτελέσει τη βάση για οφθαλμικές σταγόνες για τη θεραπεία των πρώτων σταδίων του γλαυκώματος, υποστηρίζει βρετανική επιστημονική ομάδα σε άρθρο που δημοσίευσε στο επιστημονικό έντυπο Scientific Reports.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου και του Κολεγίου Imperial περιγράφουν μια νέα μέθοδο χορήγησης ενός εκχυλίσματος από τον κουρκουμά απευθείας στο πίσω μέρος του οφθαλμού δια οφθαλμικών σταγόνων, υπερνικώντας την πτωχή διαλυτότητα του κουρκουμά.

Οι ειδικοί παρατήρησαν ότι οι νέες αυτές οφθαλμικές σταγόνες μπορούν να μειώσουν την απώλεια των κυττάρων του αμφιβληστροειδούς χιτώνα στους αρουραίους, πρώιμη ένδειξη γλαυκώματος. Επίσης, διερευνούν πως οι σταγόνες θα χρησιμοποιηθούν και ως διαγνωστικό εργαλείο σε διάφορες οφθαλμικές παθήσεις.

«Η κουρκουμίνη, το βασικό συστατικό του κουρκουμά, είναι ένα σημαντικό συστατικό που μας δημιουργεί ελπίδες ανίχνευσης και θεραπείας της νευροεκφύλισης που εμπλέκεται σε αναρίθμητες οφθαλμικές και εγκεφαλικές παθήσεις, από τη νόσο Αλτσχάιμερ μέχρι το γλαύκωμα», εξηγεί η επικεφαλής συντάκτρια της μελέτης καθηγήτρια Φραντσέσκα Κορντέιρο.

Το γλαύκωμα επηρεάζει την όραση περισσοτέρων από 60 εκατομμυρίων ατόμων παγκοσμίως, συντελώντας σε τύφλωση έναν στους δέκα ασθενείς. Η πάθηση προκαλείται από την απώλεια γαγγλιακών κυττάρων του αμφιβληστροειδούς, ένα είδος νευρώνων κοντά στην επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς χιτώνα.

Η κουρκουμίνη έχει και παλαιότερα διαπιστωθεί ότι μπορεί να προστατεύσει τα γαγγλιακά κύτταρα. Αλλά στην παρούσα μελέτη οι ερευνητές βρήκαν έναν νέο τρόπο χορήγησής της, αντί του στόματος που είχε αποδειχθεί δύσκολη λόγω κακής διαλυτότητας της κουρκουμίνης.

Δημιούργησαν έναν καινοτόμο νανομεταφορέα, όπου η κουρκουμίνη ενσωματώθηκε σε μια επιφανειοδραστική ουσία συνδυαστικά με έναν σταθεροποιητή, ασφαλή και τα δύο για ανθρώπινη χρήση και ήδη υπάρχοντα σε οφθαλμικά προϊόντα του εμπορίου. Ο νανομεταφορέας μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε οφθαλμικές σταγόνες για τη χορήγηση μεγαλύτερου φορτίου κουρκουμίνης αυξάνοντας έτσι τη διαλυτότητά της ουσίας τοπικά εστιασμένη στα μάτια.

Οι σταγόνες δοκιμάστηκαν αρχικά σε κυτταρικές σειρές μοντελοποίησης του γλαυκώματος και στη συνέχεια έγιναν πειράματα σε αρουραίους με οφθαλμικές παθήσεις που περιελάμβαναν απώλεια γαγγλιακών κυττάρων του αμφιβληστροειδούς.

Μετά από χορήγηση των οφθαλμικών σταγόνων δύο φορές την ημέρα στα πειραματόζωα, η απώλεια γαγγλιακών κυττάρων μειώθηκε σημαντικά και η θεραπεία διαπιστώθηκε ότι είχε γίνει καλά ανεκτή χωρίς ενδείξεις ερεθισμού των ματιών ή φλεγμονή.

Αυτό κάνει τους επιστήμονες να αισιοδοξούν ότι ενδεχομένως οι οφθαλμικές σταγόνες πέραν του γλαυκώματος θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ, αφού είναι γνωστό ότι η κουρκουμίνη προσδένεται στη β-αμυλοειδή πρωτεΐνη η οποία συσσωρεύεται στον εγκέφαλο των ασθενών και αυτές οι εναποθέσεις μπορούν να ανιχνευθούν στον αμφιβληστροειδή χιτώνα.