Γιώργος Κιμούλης, ένας γερασμένος επιστάτης που αναστατώνει
Μέσα από χιουμοριστικούς διαλόγους και απόλυτο σουρεαλισμό, ο Γιώργος Κιμούλης ερμηνεύει και σκηνοθετεί τον «Επιστάτη» ενώ στο «βασίλειο» του παραλόγου παίζουν και οι Γιώργος Χρανιώτης και Νίκος Γεωργάκης.
Όλα ξεκινούν όταν τον άστεγο επιστάτη φέρνει από τα «αποκαΐδια» του δρόμου στο διαμέρισμά του ένας κουρασμένος από τη ζωή άντρας που «πνίγει» τα ψυχολογικά του προβλήματα.
Ο καταπιεσμένος άντρας βοηθά τον γερασμένο από τις δυσκολίες και τον χρόνο επιστάτη, του δίνει στέγη και τον εντάσσει σε μια άλλη πραγματικότητα. Ο επιστάτης ξαφνικά έχει κρεβάτι να κοιμηθεί, ρούχα να ντυθεί και φροντίδα. Ωστόσο, κυριευμένος από αχαριστία και δόλο βάζει στο «ντουλάπι» τη βοήθεια.
Δεν έχει μάθει να εκτιμά, αλλά η εκμετάλλευση και ο δόλος είναι βασικά «όπλα» που χρησιμοποιεί για να επιβιώσει και επιβληθεί.
Στο σκηνικό του παραλόγου που συμπλέει με μια μεγάλη ουμανιστική ανισορροπία, βάζει την ανιδιοτέλεια στην άκρη και μηδενίζει το αγαθό και την φιλία, ένα τρίτο πρόσωπο ο αδερφός του Άστον συμπληρώνει το τρίπτυχο του σουρεαλισμού. Ο Μικ εμφανίζεται στο προσκήνιο, καθώς μοιράζεται το διαμέρισμα με τον Άστον, αλλά ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του δίνει άλλο αέρα στην πλοκή.
Επιπόλαιος, απόλυτος και χωρίς συναισθήματα εμφανίζεται ο Μικ, ανακρίνει και προσβάλει τον επιστάτη. Ο επιστάτης συμβιώνοντας με το φόβο της αστυνομίας και του δρόμου αποκαλύπτει με δυσκολία το όνομά του, ενώ βυθίζει τις μύχιες σκέψεις του. Ο Μικ διαρκώς τον υποτιμά, σε αντίθεση με τον Άστον που τον βοηθά.
Το «παζλ» του παραλόγου συνθέτει αρχικά η προτίμηση που τρέφει ο επιστάτης προς το πρόσωπο του Μικ και η αποστροφή του προς τον Άστον. Οι τρεις άντρες ζουν μαζί, αλλά στην ουσία χωριστά. Ο καθένας μιλά μόνος του, «ταξιδεύει» με τα προβλήματά του και δεν ακούει. Το διαμέρισμα εξελίσσεται σε ένα εμφυλιοπολεμικό πεδίο, όπου η κατανόηση δίνει τη θέση της στην παράνοια και τον ρατσισμό.
Στην μεταπολεμική Αγγλία, την οποία αντικατοπτρίζει το έργο, οι ανθρώπινες σχέσεις φαίνεται να πλήττονται από αχαριστία, αστάθεια, ενώ το παράλογο παραμονεύει και είναι αυτό που παίζει τον ρόλο του καταλύτη. Ο επιστάτης είναι το ζωντανό παράδειγμα της κρίσης, Όχι της οικονομικής, αλλά της κρίσης των αξιών. Τελικά μένει μόνος του και η αχαριστία που έσπειρε «παίζει» το δικό της παιχνίδι.
Η αδιαφορία, οι επικίνδυνοι επικοινωνιακοί ελιγμοί, το έλλειμμα ευγένειας, αλλά και οι «τρύπες» στην ανιδιοτέλεια συνθέτουν τον κόσμο του παραλόγου στον «Επιστάτη».
Στην παράσταση ο ρόλος που ξεχωρίζει και η καλύτερη ερμηνεία ανήκει δικαιωματικά στον Γιώργο Κιμούλη. Μέσα από μια επιμελημένα γερασμένη εμφάνιση, έναν λόγο με αλήτικη, ταλαιπωρημένη και ανισόρροπη χροιά ενσαρκώνει με επιτυχία τον επιστάτη, έναν ρόλο απαιτητικό – «αποκύημα» ενός ιδιότυπου ζευγαρώματος κωμωδίας, παραλόγου και δράματος. Ο Γιώργος Κιμούλης «εναποθέτει» στην ερμηνεία του κωμικοτραγικούς «σπόρους», ενώ κατά τη διάρκεια της παράστασης «γεννά» το γέλιο.
Δίνει, ίσως μια πιο κωμική πτυχή στο ρόλο του επιστάτη, σε σχέση με τον Δημήτρη Καταλειφό, που πριν από τέσσερα, περίπου, χρόνια ερμήνευσε τον «Επιστάτη» σε σκηνοθεσία Αντώνη Αντύπα.
Τα σκηνικά είναι απλά, αλλά συμπλέουν με την «υφή» του κειμένου, όπως και η εμφάνιση του Γιώργου Κιμούλη που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με εκείνη του γερασμένου και ταλαιπωρημένου επιστάτη. Η σκηνοθετική ματιά του Γιώργου Κιμούλη έχει σύγχρονες για το έργο αποχρώσεις, στοιχείο που αναδεικνύουν η χρήση βίντεο και η μουσική. Αποβάλλει τον κλασσικό χαρακτήρα που υπήρχε ως ένα βαθμό στη σκηνοθεσία του Αντώνη Αντύπα.
Η παράσταση διατηρεί την στασιμότητα που διέπει το θέατρο δωματίου, ενώ από το δεύτερο μισό ενεργοποιείται σε κάποιον βαθμό το στοιχείο της δράσης. Ο Νίκος Γεωργάκης, που ερμηνεύει τον Άστον, διαθέτει την απαραίτητη συστολή, ενώ η καταπίεση διαγράφεται ξεκάθαρα στο πρόσωπό του. Από την άλλη, ο Γιώργος Χρανιώτης, που ερμηνεύει τον Μικ, χρησιμοποιεί περισσότερο από όσο απαιτεί ο ρόλος του το στοιχείο της υπερβολής, ενώ το παράλογο φαίνεται να επισκιάζει το νόημα που θέλει να περάσει και εκπέμπει κάτι το εντελώς κωμικό.
Ο λιτός, χιουμοριστικός και άκρως καυστικός πιντερικός λόγος διατηρείται στην παράσταση που «οικοδομεί» ένα τραγικό φρούριο απάθειας, το οποίο πλήττεται από τα «όπλα» του κυνισμού.
Ελισάβετ Σταμοπούλου
Συντελεστές:
Μετάφραση – σκηνοθεσία: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ
Σκηνικά – κοστούμια: ΜΑΙΡΗ ΤΣΑΓΚΑΡΗ
Φωτισμοί: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ
Μακιγιάζ: ΧΑΡΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ
Βοηθός σκηνοθέτη: ΑΜΑΛΙΑ ΝΙΝΟΥ
Βοηθός σκηνογράφου: ΒΑΣΙΑ ΒΑΠΟΡΙΔΟΥ
Παίζουν: Γιώργος Κιμούλης, Γιώργος Χρανιώτης, Νίκος Γεωργάκης.
Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων:
Τετάρτη 20:00
Πέμπτη 21:00
Παρασκευή 21:00 (λαϊκή)
Σάββατο 21:00
- Βενεζουέλα: Ο Λευκός Οίκος εστιάζει στον αποκλεισμό της παρότι υπάρχουν ακόμη «στρατιωτικές επιλογές»
- Σενεγάλη: Τουλάχιστον 12 νεκροί σε ανατροπή σκάφους με μετανάστες
- Ο Τραμπ εύχεται «ευτυχισμένα Χριστούγεννα» ακόμα και στα «αποβράσματα της ριζοσπαστικής αριστεράς»
- Ρωσία: Η αεράμυνα κατέρριψε 25 ουκρανικά drones που κατεθύνονταν στη Μόσχα
- Υεμένη: Συμφωνία ανταλλαγής πτωμάτων και αιχμαλώτων ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές
- Βολιβία: Κινητοποιήσεις εργαζομένων στα ορυχεία εναντίον της κατάργησης των επιδοτήσεων στα καύσιμα