Προς το παρόν η στροφή της Ευρώπης από τη σκληρή λιτότητα σε πολιτικές που προωθούν την ανάπτυξη περιορίζεται μόνο στα λόγια με εντυπωσιακές και βαρύγδουπες, κοινωνικά ευαίσθητες δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, εκτιμά σε ανάλυσή του το Reuters. Οι δηλώσεις όμως αυτές δεν συνοδεύονται από έργα, τονίζει.

«Ναι μεν έχει αλλάξει η ρητορική, αλλά δεν υπήρξε καμία δραματική στροφή σε επίπεδο πολιτικών» επισημαίνει το διεθνές πρακτορείο.

Ειδικότερα, όπως επισημαίνει το Reuters, ακούγοντας κάποιους Ευρωπαίους ηγέτες, ιδιαίτερα στη Γαλλία, θα έλεγε κανείς ότι η εποχή της λιτότητας έχει τελειώσει και πως η ευρωζώνη κινείται ολοταχώς προς την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης.

Σε μια εντυπωσιακή αλλαγή των τόνων, υπενθυμίζει ο αρθρογράφος, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ.Μπαρόζο δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι οι πολίτες δεν αντέχουν άλλη λιτότητα, υπό την έννοια της μείωσης του δημόσιου χρέους μέσω περιστολής δαπανών και αύξησης των φόρων.

Στην πραγματικότητα, όμως, η αλλαγή είναι περισσότερο στα λόγια παρά στα έργα. Ναι μεν έχει αλλάξει η ρητορική, αλλά δεν υπήρξε καμία δραματική στροφή σε επίπεδο πολιτικών, τονίζει.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει στις κυβερνήσεις περισσότερο χρόνο για να μειώσουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα στα όρια που θέτει η ΕΕ. Αυτό συμβαίνει, όμως, κυρίως επειδή η ύφεση έχει καταστήσει ανέφικτους τους στόχους, λέει το Reuters φωτίζοντας από άλλη οπτική γωνία την μεγαλοθυμία της ΕΕ.

Τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης έχουν πάρει μια ανάσα, καθώς οι αγορές ομολόγων έπαψαν να πανικοβάλλονται μετά τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ πέρυσι ότι θα δράσει αποφασιστικά, εάν χρειαστεί, για τη διάσωση του ευρώ.

Προκειμένου να βελτιωθούν οι προοπτικές ανάπτυξης, η ΕΕ δίνει πλέον έμφαση στη μείωση «των διαρθρωτικών ελλειμμάτων», καθώς και στη μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας και των συστημάτων συνταξιοδότησης, στο άνοιγμα περισσότερων κλάδων στον ανταγωνισμό και στη χαλάρωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις.

Εν μέσω πολιτικών τυμπανοκρουσιών, υπάρχουν στα σκαριά και κάποιες μικρές πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση της μάστιγας της ανεργίας των νέων που απειλεί τη νέα γενιά της Νότιας Ευρώπης.

Η ΕΚΤ, προσθέτει το Reuters, εξετάζει τρόπους για να διευκολύνει τη χορήγηση δανείων σε μικρότερες επιχειρήσεις της περιφέρειας της ευρωζώνης που πλήττονται περισσότερο από την κρίση. Αλλά, ενώ διατηρεί ανοιχτές τις στρόφιγγες της ρευστότητας προς τις τράπεζες, δεν έχει καμία πρόθεση να ακολουθήσει το παράδειγμα των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ιαπωνίας και να προχωρήσει σε μαζικό τύπωμα χρήματος για να ενισχύσει την ανάπτυξη.

«Δεν είναι ότι εγκαταλείπουμε τις πολιτικές λιτότητας», δήλωσε ο Carsten Brzeski, οικονομολόγος της ING στις Βρυξέλλες.

«(Οι αλλαγές) έχουν να κάνουν μόνο με το ρυθμό της προσαρμογής και τη στροφή προς τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να αποφευχθεί μια υφεσιακή περιδίνηση».

Ενώ η ΕΚΤ θα μπορούσε ίσως να κάνει κάτι παραπάνω για την αύξηση των δανείων προς τις επιχειρήσεις στον ευρωπαϊκό νότο, το μεγαλύτερο εμπόδιο για τις επενδύσεις είναι η έλλειψη ζήτησης, για την οποία δεν υπάρχει εύκολη λύση, είπε.

Αξιωματούχοι της ΕΕ και κεντρικοί τραπεζίτες εκτιμούν ότι οι υπερχρεωμένες χώρες δεν θα έχουν για πολλά χρόνια άλλη εναλλακτική λύση πέραν της περιστολής των δημοσίων δαπανών και της συρρίκνωσης του κράτους -όσο πολιτικά δυσάρεστο και αν είναι αυτό.

«Η ανάπτυξη είναι το κλειδί για την έξοδο από την κρίση, όλοι συμφωνούμε σε αυτό», είπε ο επικεφαλής της γερμανικής Bundesbank Γ.Βάινταμαν σε ομιλία του σε Γάλλους επιχειρηματίες την περασμένη εβδομάδα.

«Αλλά η αποκήρυξη της δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν θα μας φέρει πιο κοντά στον στόχο αυτό» πρόσθεσε.

Η λιτότητα ξεπέρασε τα πολιτικά όρια

Η παραδοχή του Μπαρόζο στις 22 Απριλίου ότι υπάρχουν πολιτικά όρια στη λιτότητα έφερε και πάλι στο προσκήνιο το σχόλιο του προκατόχου του Ρομάνο Πρόντι το 2002 ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ είναι «χαζοί», επειδή είναι πολύ άκαμπτοι.

«Αν και νομίζω ότι αυτή η πολιτική είναι κατ ‘αρχήν σωστή, πιστεύω ότι έχει φτάσει στα όριά της», δήλωσε ο Μπαρόζο.

«Μια πολιτική, για να είναι επιτυχής, δεν πρέπει μόνο να είναι σωστά σχεδιασμένη, αλλά θα πρέπει να έχει και ένα μίνιμουμ πολιτικής και κοινωνικής στήριξης».

Για κάποιους, αυτό ακούγεται λίγο σαν να αμφισβητεί ο ίδιος ο Πάπας την ύπαρξη του Θεού, σχολιάζει ο αρθρογράφος του Reuters.

Οι δηλώσεις του Μπαρόζο προκάλεσαν πρωτοσέλιδα με τίτλους «η λιτότητα έχει τελειώσει» σε χώρες όπως η Ιρλανδία, που έχουν υποστεί σκληρές περικοπές, ενώ εξαγρίωσε αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.

Στις Βρυξέλλες, ανώτατος αξιωματούχος που έχει συχνές επαφές με ηγέτες κρατών-μελών δήλωσε ότι το μήνυμα του Μπαρόζο «δεν επικοινωνήθηκε σωστά» και ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση στη λιτότητα.

«Η ιδέα ότι οι κυβερνήσεις θα πραγματοποιούν δαπάνες, αλλά δανειζόμενες, είναι παραπλανητική», είπε ο αξιωματούχος, μιλώντας υπό καθεστώς ανωνυμίας λόγω της λεπτότητας της θέσης του.

«Μπορούμε να αναβάλουμε τη δημοσιονομική εξυγίανση κατά ένα ή δύο χρόνια, αλλά δεν είναι αυτή η απάντηση. Η απάντηση είναι η ανάπτυξη και αυτή θα έρθει μόνο μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και βελτίωσης της παραγωγικότητας».

Σύμφωνα με τη Γερμανίδα Καγκελάριο Α.Μέρκελ, η οποία πιέζει για δημοσιονομική πειθαρχία από την αρχή της κρίσης, η λιτότητα και η ανάπτυξη δεν είναι αντίθετες έννοιες και η περιστολή δαπανών πρέπει να συνεχιστεί.

Σε μια συγκαλυμμένη κριτική προς τη σύμμαχό της Γαλλία, η οποία μέχρι τώρα αντλεί κεφάλαια μέσω δανεισμού αντί να μειώνει τις δημόσιες δαπάνες της, το Βερολίνο λέει ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αποφεύγουν την αύξηση των φορολογικών βαρών επειδή έτσι βλάπτουν την ανάπτυξη.

Τα λάθη που υπονόμευσαν τη λιτότητα

Δύο γεγονότα έχουν υπονομεύσει την πολιτική της εμπροσθοβαρούς δημοσιονομικής προσαρμογής που μέχρι τώρα επικρατούσαν στην ευρωζώνη.

Πρώτον, ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Ο.Μπλανσάρ αναγνώρισε ότι η περιστολή των κρατικών δαπανών μπορεί να είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο στο ΑΕΠ από ό,τι αρχικά υπολογιζόταν.

Στη συνέχεια, Αμερικανοί οικονομολόγοι αποκάλυψαν ελλείψεις σε στοιχεία που τεκμηριώνουν τη θεωρία των οικονομολόγων του Harvard Kenneth Rogoff και Carmen Reinhardt ότι δημόσιο χρέος μεγαλύτερο του 90% του ΑΕΠ περιορίζει την ανάπτυξη.

Δυσκολεύει συνεχώς η εφαρμογή των μέτρων

Ολοένα δυσκολότερη γίνεται και η πολιτική εφαρμογή των μέτρων λιτότητας.

Περικοπές στους μισθούς δημοσίων υπαλλήλων, απολύσεις, πάγωμα συντάξεων, αυξήσεις στα όρια συνταξιοδότησης και ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις έχουν ρίξει κυβερνήσεις σε Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία και Ιταλία.

Οι κυβερνήσεις που τις διαδέχθηκαν αντιμετωπίζουν μαζικές διαδηλώσεις, ενίσχυση των κινημάτων κατά της λιτότητας και απότομη πτώση της δημοτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι αξιωματούχοι της ΕΕ πάγωσαν βλέποντας τη συντριβή του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού Μάριο Μόντι, ενός φιλελεύθερου τεχνοκράτη, στις εκλογές του Φεβρουαρίου.

Ηγέτες, όπως ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και ο νέος Ιταλός πρωθυπουργός Ενρίκο Λέτα, πήραν το μάθημά τους, δηλαδή ότι πρέπει να συνεχίσουν επιφυλακτικά τη δημοσιονομική πειθαρχία, ενώ παράλληλα θα προάγουν την ανάπτυξη.

Το ερώτημα είναι αν είναι πρόθυμοι να εφαρμόσουν τολμηρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις που χαλαρώνουν την προστασία των θέσεων εργασίας, μειώνουν το εργατικό κόστος, ανοίγουν τα κλειστά επαγγέλματα και δημιουργούν κίνητρα για εργασία.

Το πολιτικό κόστος των μέτρων αυτών μπορεί να είναι υψηλό, δεδομένου ότι διαταράσσουν κατεστημένα συμφέροντα.

Αντίθετα, χρειάζονται χρόνια για να γίνουν αισθητές οι θετικές τους οικονομικές συνέπειες, όπως τα υψηλότερα ποσοστά ανάπτυξης και η δημιουργία θέσεων εργασίας.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ