Τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πληρώσουν 50% λιγότερα (54 δισ. ευρώ) στον κοινοτικό προϋπολογισμό έως το 2020, απ’ ότι προβλέπεται σήμερα, εφόσον συμφωνήσουν στην εφαρμογή του φόρου χρηματοοικονομικών συναλλαγών, σύμφωνα με την πρόταση που παρουσίασε την Πέμπτη ο αρμόδιος Ευρωπαίος επίτροπος για θέματα Προϋπολογισμού, Γιάνους Λεφαντόβσκι.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Κομισιόν, η Γερμανία θα πληρώσει 10,7 δισ. ευρώ λιγότερα μέχρι το 2020, η Ιταλία 6,4 δισ. ευρώ, η Βρετανία 7,6, η Ολλανδία 2,6, η Σουηδία 1,6 δισ. ευρώ και η Ελλάδα 896 εκατ. ευρώ.

Συνολικά, έως το 2020 το ποσό που θα εξοικονομηθεί ανέρχεται σε 81 δισ. ευρώ.

Ο φόρος χρηματοοικονομικών συναλλαγών (0,10% σε συναλλαγές για μετοχές και ομόλογα, 0,01% για παράγωγα) είναι στο επίκεντρο της πρότασης που παρουσίασε η Κομισιόν για πρώτη φορά το περασμένο καλοκαίρι σχετικά με τον επόμενο πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ (2014-2020).

Από το ποσό των 81 δισ. ευρώ, το 1/3 θα κατευθυνθεί στους εθνικούς και τα άλλα 2/3 (54 δισ. ευρώ) στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Η συμφωνία επί του προϋπολογισμού πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2012.

Ορισμένα κράτη μέλη αντιδρούν τόσο στην πρόταση για τον φόρο όσο και στην πρόταση (της Κομισιόν) για αύξηση 5% στις δαπάνες του νέου προϋπολογισμού.

Σημαντικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις θα παίξει και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς πέρυσι, ενέκρινε έκθεση στην οποία προτεινόταν αύξηση 5% στις δαπάνες.

Δεν θα αποδεχθούμε ένα μικρότερο προϋπολογισμό, τόνισε σε δηλώσεις του την Πέμπτη ο επικεφαλής του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτζ και προσέθεσε ότι δεν πρόκειται να περάσει η ενδεχόμενη απόπειρα των υπουργών Οικονομικών να περιορίσουν τα δικαιώματα συναπόφασης του Ευρωκοινοβουλίου.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ