Λονδίνο: Τα άτομα που αισθάνονται ότι αντιμετωπίζονται άδικα από το οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, μπορεί να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιακής νόσου, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Epidemiology and Community Health.

Ερευνητές του Κολεγίου Ιμπέριαλ του Λονδίνου έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 8.000 άτομα και διαπίστωσαν ότι αυτά με προφανή αίσθηση αδικίας είχαν 55% υψηλότερες πιθανότητες να υποστούν σοβαρή καρδιακή νόσο.

Το δείγμα αποτελούνταν από ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους που εργάζονταν για την βρετανική κυβέρνηση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν καταγράφηκε το αίσθημα αδικίας που σχετίζεται με την επαγγελματική ζωή και χρειάστηκαν ειδικές στατιστικές τεχνικές για να εξαιρεθούν οι επιδράσεις αυτού του παράγοντα και άλλοι παράγοντες όπως το κάπνισμα και η παχυσαρκία.

Τα αποτελέσματα έδειξαν τελικά ότι η άδικη αντιμετώπιση σε άλλες πλευρές της ζωής του ατόμου συσχετίζονταν με τον κίνδυνο καρδιοπάθειας.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι ερωτήθηκαν πόσο έντονα (σε μια κλίμακα από το ένα μέχρι και το έξι) συμφωνούσαν με την ακόλουθη πρόταση: «Συχνά έχω την αίσθηση ότι αντιμετωπίζομαι άδικα».

Στη συνέχεια η πνευματική και φυσική κατάσταση των συμμετεχόντων καταγράφηκε για μέσο διάστημα σχεδόν 11 ετών.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όσο πιο άδικη συμπεριφορά ανέφεραν οι δημόσιοι υπάλληλοι, τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος να υποστούν έμφραγμα ή στηθάγχη.

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι η αίσθηση της αδικίας δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα τα οποία ίσως προάγουν βιοχημικές αλλαγές στον οργανισμό. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση του θέματος προς επιβεβαίωση των μηχανισμών που σχετίζουν την αδικία με την υγεία.

health.in.gr