Λονδίνο: Οι έγκυες που υποβάλλονται σε ακτινογραφία της οδοντοστοιχίας τους αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να γεννήσουν ελιπποβαρή νεογνά, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of the American Medical Association.

Ομάδα ειδικών του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον με επικεφαλής τον Δρ Φελίπε Χουτζόελ, υποστηρίζουν ότι η αποφυγή ακτινογραφικού ελέγχου των δοντιών των εγκύων μπορεί να αποτρέψει την πιθανότητα γέννησης ελιπποβαρούς βρέφους σε ποσοστό έως και 5%.

Οι επιστήμονες εξέτασαν το ιατρικό ιστορικό μεγάλου αριθμού εγκύων γυναικών, οι οποίες υποβλήθηκαν σε οδοντιατρική θεραπεία στο χρονικό διάστημα 1993 – 2000. Όπως διαπίστωσαν, εκ των γυναικών που γέννησαν νεογνά με μικρό σωματικό βάρος, το 1,9% είχαν εκτεθεί στη σχετικά υψηλή συσσωρευμένη ραδιενεργό ακτινοβολία των ακτινών Χ.

Ο αντίστοιχος βαθμός έκθεσης στην ακτινοβολία μεταξύ των γυναικών που έφεραν στον κόσμο παιδιά φυσιολογικού βάρους ήταν τουλάχιστον κατά 50% μικρότερος.

Σε γενικές γραμμές, οι γυναίκες που είχαν εκτεθεί σε τουλάχιστον 0,4 mGy ακτινοβολίας ως αποτέλεσμα του οδοντιατρικού ελέγχου διέθεταν τουλάχιστον 3,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να γεννήσουν ελιπποβαρή παιδιά σε σχέση με τις γυναίκες που δεν υποβλήθηκαν σε ακτινολογικό έλεγχο.

Οι ερευνητές αμφισβήτησαν ευθέως την ασφάλεια του ακτινολογικού ελέγχου της οδοντοστοιχίας των εγκύων ακόμη και με μικρές δόσεις ακτινοβολίας, ωστόσο παραδέχθηκαν πως, με δεδομένη τη συχνά καθυστερημένη αντίληψη των γυναικών όσον αφορά την εγκυμοσύνη τους, είναι δύσκολο να αποκλειστεί εντελώς ο κίνδυνος από έναν ενδεχόμενο ακτινολογικό έλεγχο.

«Τα ευρήματα είναι εντυπωσιακά αφού η πλειονότητα των γυναικών είχαν δεχθεί πολύ μικρά ποσοστά ακτινοβολίας η οποία γενικότερα θεωρείτο πως δεν προσβάλει ούτε το βρέφος, ούτε άλλα ζωτικά όργανα της εγκύου.


Ωστόσο, το μεγαλύτερο ποσοστό ακτινοβολίας που εντοπίστηκε μεταξύ των εγκύων της έρευνας ήταν ίσο με εκείνο που θα μπορούσε να λάβει μια γυναίκα αν ταξίδευε 16 φορές με αεροπλάνο από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη», επισημαίνει ο Δρ Χουτζόελ.

health.in.gr