Νέα Υόρκη: Οι απαισιόδοξοι άνθρωποι έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να είναι λιγότερο δραστήριοι και να βιώνουν εντονότερα το αίσθημα του πόνου σε σύγκριση με τα άτομα που παρ’ ότι έχουν παρόμοια προβλήματα υγείας με αυτούς, βλέπουν τη ζωή από τη θετική πλευρά της.

Τα παραπάνω υποστηρίζουν Αμερικανοί ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Wake Forest, της Β. Καρολίνα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης τους που δημοσιεύεται στο τρέχον τεύχος του εντύπου Journal of Behavioral Medicine.

H Δρ Γκρέτσεν Μπρένες και η ομάδα της σε μια προσπάθεια να διαπιστώσουν αν τα θετικά ή τα αρνητικά συναισθήματα έχουν αντίκτυπο και στη σωματική υγεία, εκτός από την ψυχολογική, μελέτησαν 480 ασθενείς ηλικίας περίπου 65 ετών. Αυτοί έπασχαν από αρθρίτιδα και εμφάνιζαν αρθραλγίες κυρίως στην περιοχή των γονάτων τους. Οι επιστήμονες προσπάθησαν να υπολογίσουν την ένταση του σωματικού πόνου που βίωναν οι πάσχοντες και το βαθμό στον οποίο αυτός περιόριζε τις ικανότητές τους όσον αφορά στην ολοκλήρωση των καθημερινών δραστηριοτήτων τους.

Όλοι οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις ενδεικτικές της αισιόδοξης ή της απαισιόδοξης στάσης ζωής τους. Ερωτήθηκαν, για παράδειγμα, ποιο από τα δύο τους εκφράζει καλύτερα: «Πάντα βλέπω τη θετική πλευρά των πραγμάτων» ή «Όλα μου πάνε πάντα στραβά».

Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όσοι ασθενείς ήταν γενικότερα απαισιόδοξοι εμφάνιζαν μεγαλύτερες δυσκολίες να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της καθημερινότητάς τους, δηλαδή δυσκολεύονταν να διανύσουν σχετικά μικρές αποστάσεις περπατώντας, να σηκώσουν έναν αντικείμενο, να ανέβουν τα σκαλιά τους σπιτιού τους και να μπουν ή να βγούν από το αυτοκίνητο. Αντιθέτως, οι αισιόδοξοι ήταν πιο χαρούμενοι και δεν έδειχναν να βασανίζονται τόσο από τις αρθραλγίες.

Μιλώντας στο Reuters , η Δρ Μπρένες εξήγησε ότι τα απαισιόδοξα άτομα δεν πιστεύουν ότι τα πράγματα θα καλυτερέψουν και γι’ αυτόν το λόγο δεν προσπαθούν να πετύχουν οτιδήποτε, καθώς θεωρούν κάθε προσπάθεια μάταιη.

«Δεν δίνουν στον εαυτό τους την ευκαιρία να διαπιστώσει αν τελικά μπορεί να τα καταφέρει ή όχι» υπογραμμίζει η ίδια. «Γι’ αυτό εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια άσκησης, με επακόλουθο η αρθρίτιδά τους να επιδεινώνεται, οι πόνοι να γίνονται πιο έντονοι και τελικά να δυσκολεύονται στην καθημερινότητά τους».

Οι γιατροί που αντιλαμβάνονται την απαισιοδοξία των ασθενών τους, θα πρέπει να προσπαθούν να τους βοηθήσουν ψυχολογικά, εξηγώντας τους πόσο αρνητικές επιπτώσεις έχει η απαισιοδοξία στην εξέλιξη της πάθησής τους και ενθαρρύνοντάς τους να προκαλέσουν τον ίδιο τους τον εαυτό και να προσπαθήσουν να τα καταφέρουν.

«Κάντε τους ασθενείς σας να βάζουν εφικτούς στόχους και επιβραβεύτε τους ακόμη και όταν επιτυγχάνουν το ελάχιστο» υπογραμμίζει η Δρ Μπρένες.

health.in.gr