Αθήνα: Απόλυτα ασφαλής για όσους πάσχουν από υπέρταση και αντιμετωπίζουν προβλήματα σεξουαλικής δυσλειτουργίας είναι η χρήση της φαρμακευτικής ουσίας σιλδενφίλη, του γνωστού Viagra.


Αυτό υποστήριξε ο καθηγητής της Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νιου Τζέρσι των ΗΠΑ, Ιωάννης Κωστής, μιλώντας την Παρασκευή στο 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αρτηριακής Υπέρτασης, που διεξάγεται στην Αθήνα.
Όπως ανέφερε ο κ. Κωστής, η δυσλειτουργία της στύσης είναι συχνή, ιδιαίτερα στους μεγαλύτερους άνδρες με υπέρταση.


Η συχνότητα είναι ακόμη πιο αυξημένη σε ασθενείς που ακολουθούν αντιυπερτασική θεραπεία, ιδιαίτερα διουρητικά, β-αποκλειστές και κεντρικούς δρώντες α-αποκλειστές, αφού το 40% των ασθενών αυτών αναφέρει στυτική δυσλειτουργία. Αλλοι παράγοντες, όπως το κάπνισμα και ο διαβήτης, επαυξάνουν τον κίνδυνο.


Τα δημογραφικά στοιχεία, ο τρόπος ζωής, η κατάσταση της υγείας, ψυχοκοινωνικοί παράγοντες και φάρμακα συσχετίζονται με το τρίπτυχο: καρδιαγγειακή νόσος, κατάθλιψη και δυσλειτουργία της στύσης.


Συμπερασματικά, τόνισε στην ομιλία του ο κ. Κωστής, ασθενείς που ανήκουν σε ομάδα χαμηλού κινδύνου, όπως αυτοί με ελεγχόμενη υπέρταση, έπειτα από επιτυχή στεφανιαία επαναγγείωση, ήπια βαλβιδοπάθεια κ.λπ., μπορούν να συνεχίσουν τη σεξουαλική δραστηριότητα ή τη θεραπεία για στυτική δυσλειτουργία, καθώς η υποκείμενη ασθένεια αντιμετωπίζεται.


To Viagra είναι αποτελεσματικό σε υπερτασικούς ασθενείς και σε άνδρες χωρίς καρδιαγγειακή ασθένεια. Αντενδείκνυται μόνο σε ασθενείς που παίρνουν νιτρώδη, επειδή αλληλεπιδρά με αυτά τα παρασκευάσματα και πιθανόν να προκαλέσει υπόταση, όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό μαζί τους.


Eξάλλου, σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Αναφοράς Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η στυτική δυσλειτουργία είναι το πιο συχνό πρόβλημα σεξουαλικής δυσλειτουργίας, που απασχολεί τους Έλληνες σε ποσοστό 67%, ενώ ακολουθούν τα προβλήματα εκσπερμάτισης (20%) και η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία (4%). Αντίστοιχα, σε ποσοστό 51% οι Ελληνίδες αντιμετωπίζουν προβλήματα οργασμού, πόνο κατά την επαφή (18%) και έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας (12%).


Πηγή: ΜΠΕ

health.in.gr