Το διήμερο inForum με τίτλο «Brain Retain & Regain» έβγαλε αρκετές ειδήσεις και σίγουρα υπήρξαν τοποθετήσεις που τράβηξαν αρκετά τα φώτα της δημοσιότητας. Όπως ήταν αναμενόμενο δύο από αυτές ήταν των πρώην Πρωθυπουργών. Γιώργος Παπανδρέου και Αλέξης Τσίπρας- παρόλο που κάποιος μπορούσε, ακούγοντας τις παρεμβάσεις τους, να διακρίνει αποστάσεις και συγκλίσεις- κατέστησαν σαφές για ποιους λόγους  η πολιτική και ο πολιτικός -ανεξαρτήτως ιδεολογικού προσήμου- δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται από μία λογική «manager».

Κοινώς, η διακυβέρνηση ενός κράτους δεν μπορεί και δεν πρέπει να ταυτίζεται με τη διοίκηση μίας επιχείρησης. Άλλωστε, οι λύσεις που προτείνονται είτε για την οικονομία είτε για την αντιμετώπιση του brain drain δεν είναι ουδέτερες. Διαφορετικές πολιτικές στρατηγικές οδηγούν και σε διαφορετικούς δρόμους.  Και οι δύο πάντως υπεραμύνθηκαν των πολιτικών τους προτεραιοτήτων όταν είχαν την ευθύνη της πρωθυπουργίας, μίλησαν για το μνημονιακό τους παρελθόν, ενώ έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για το ενδεχόμενο η Ελλάδα να βρεθεί μπροστά σε μία νέα κρίση εάν δεν αλλάξει το οικονομικό μοντέλο της χώρας.

Ως προς το σήμερα, εξήγησαν γιατί οι πολιτικές αποφάσεις οριοθετούνται πρωτευόντως από την πολιτική βούληση. Αυτό που κατέστη απολύτως κατανοητό είναι ότι το brain drain δεν αντιστρέφεται απλά και μόνο στη βάση μίας τεχνοκρατικής λύσης. Μάλιστα, στην προκειμένη περίπτωση, η επίκληση και από τους δύο πολιτικούς άνδρες  των πολύ ενδιαφερόντων στοιχείων -ποιοτικών και ποσοτικών- που προέκυψαν από την έρευνα της metron analysis, μάλλον αποδεικνύει το τί πάει… λάθος με τη χώρα μας.

Η κοινωνία του 1/5, η «βαλκανοποίηση» της Ελλάδας και η αυτοκριτική

Ο Αλέξης Τσίπρας εξήγησε πώς, κατά τον ίδιο, η κυβέρνηση της ΝΔ έχει καταφέρει -μέσω των οικονομικών της πολιτικών- να δημιουργήσει το δικό της εκλογικό και οικονομικό «μπλοκ», αποκλείοντας, ταυτόχρονα, ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας. Επικαλούμενος την έρευνα του in, υπογράμμισε ότι, βάσει των στοιχείων που προέκυψαν, μόνο το 1/5 της κοινωνίας ευημερεί, τη στιγμή που το 2024 ήταν έτος ρεκόρ για τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών στο χρηματιστήριο. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα όσα υποστήριξε ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του Μεγάρου Μαξίμου δια στόματος Παύλου Μαρινάκη.

Με αιχμηρό τρόπο, έκανε λόγο για «βαλκανοποίηση» της Ελλάδας, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι «η χώρα τα τελευταία 15 χρόνια έχει υποστεί μεγάλη οπισθοχώρηση, έχει μειωθεί κατά 13 μονάδες το μέσο εισόδημα. Από το 80% του ευρωπαϊκού μέσου όρου που ήταν το 2007 τώρα είμαστε στο 60%. Η χώρα συνεχίζει να αποκλίνει από την Ευρώπη» για να συμπληρώσει ότι «το ποσοστό των πολιτών που είναι στο όριο της φτώχειας είναι στο 28%, ίδιο με την Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Έχουμε ένα φαινόμενο βαλκανοποίησης της οικονομικής ζωής της χώρας». Όπως είπε, αυτή η συνθήκη αντικατοπτρίζεται «στους μισθούς, στις δημόσιες υπηρεσίες, στο κοινωνικό κράτος, στο κράτος δικαίου και το αίσθημα ισονομίας».

Για το brain-drain ήταν χαρακτηριστική η αναφορά του ότι «η διαφορά με την περίοδο 2015-2016 είναι ότι οι νέοι έφευγαν γιατί δεν τους “άντεχε” η χώρα, τώρα επιλέγουν το εξωτερικό γιατί δεν αντέχουν οι ίδιοι τη χώρα». Μίλησε δε για ένα «παραγωγικό μοντέλο που έχει ξεπεραστεί». Στον αντίποδα των κυβερνητικών προτεραιοτήτων, έκανε λόγο για την ανάγκη ενός «αναπτυξιακού άλματος», κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. «Αν δεν υπάρξει αυτό, η ελληνική οικονομία θα πέσει ξανά στα βράχια» δήλωσε με έμφαση. Συγχρόνως, άσκησε κριτική στην κυβέρνηση για τις φορολογικές συνθήκες που βιώνει η μισθωτή εργασία, υπενθυμίζοντας ότι οι επιβαρύνσεις ενός μισθωτού είναι 22%. «Πώς οι νέοι άνθρωποι θα έρθουν εδώ; Είναι κρίσιμο ζήτημα η φορολογία» σχολίασε με νόημα, για να προσθέσει -με έντονες δόσεις αυτοκριτικής- ότι «δεν καταφέραμε και εμείς να “ακουμπήσουμε” τον μεγάλο πλούτο, όσο θα θέλαμε».

To «παρασιτικό» πολιτικό σύστημα και ο «change maker»

Μπορεί άραγε η Ελλάδα να γίνει Φινλανδία; Προς το παρόν κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Ωστόσο, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, διαχρονικά πιστός στην επίκληση των θετικών ευρωπαϊκών παραδειγμάτων, αναφέρθηκε στο θεσμικό πλαίσιο της χώρας, σημειώνοντας ότι στη Φινλανδία νόμος προβλέπει ότι οι πολιτικές αποφάσεις που αφορούν τη νεολαία έχουν ως προϋπόθεση τη διαβούλευση με αυτήν. Στο ίδιο μήκος κύματος, εξήγησε ότι η νεολαία δεν έχει φωνή στο brain drain, το οποίο, «είναι μία ψήφος δυσπιστίας στο πολιτικό σύστημα». Αφήνοντας αιχμες για την κυβερνητική πολιτική, εκτίμησε ότι η αλλαγή πορείας πρέπει να βασίζεται στο τρίπτυχο «αποκέντρωση, διαφάνεια και αξιοκρατία».

Έκανε λόγο για ένα «παρασιτικό» πολιτικό σύστημα και μία οικονομία που «παρασιτεί» σε κονδύλια που παίρνει από την Ε.Ε., ενώ την ίδια στιγμή απαξιώνει την αξία των νέων και την προοπτική τους. Έφερε ως παράδειγμα τα όσα συμβαίνουν στον ΟΠΕΚΕΠΕ, εξαπολύοντας δριμύ κατηγορώ εναντίον της Νέας Δημοκρατίας και μιλώντας για «κράτος των κολλητών».

Επικαλούμενος  την έρευνα του in, διαπίστωσε ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας είναι η γραφειοκρατία και «ο εξαναγκασμός του πολίτη να ζητάει βοήθεια από κάποιο μέσο, πολιτικό, τον κολλητό του». Στον αντίποδα του πελατειακού κράτους, ο ίδιος προέταξε την ανάγκη αποκέντρωσης, ενώ τόνισε ότι «ο ελληνισμός της διασποράς είναι ένας γίγαντας εν υπνώσει», εξηγώντας ότι εάν αξιοποιηθεί θα αυξήσει τις δυνατότητες της χώρας. Γι’ αυτόν τον λόγο χρησιμοποίησε και τον όρο «change maker», που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «αυτός που δημιουργεί αλλαγή». «Φέρτε και τα παιδιά που βρίσκονται στο εξωτερικό να δείτε πού θα πάνε», είπε χαρακτηριστικά.

Τα πολιτικά μηνύματα

Από την πλευρά του ο Γιώργος Παπανδρέου επιχειρηματολόγησε υπέρ του ΠΑΣΟΚ, σημειώνοντας ότι δεν είναι κόμμα πελατειακής αντίληψης και οικογενειοκρατίας (φέροντας μάλιστα ως παράδειγμα το ότι ηττήθηκε ο ίδιος στις κάλπες από τον Νίκο Ανδρουλάκη), ενώ υποστήριξε ότι πρόκειται για το μόνο κόμμα που έχει «αντισώματα» και μπορεί να σπάσει το «απόστημα».

Από την άλλη πλευρά, δεν πέρασε απαρατήρητο το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας πήρε αποστάσεις από το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Η απάντηση που έδωσε στο ερώτημα για το αν εκτιμά ότι μπορεί να συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση στη χώρα συζητήθηκε ποικιλοτρόπως: «Το μεγάλο αιτούμενο για την πολιτική ζωή του τόπου, που επίσης βαλκανοποιείται, είναι αν θα υπάρξει εναλλακτική πρόταση. Αν δεν υπάρξει θα συνεχιστεί το τέλμα» δήλωσε με χαρακτηριστικό τρόπο.

Βέβαια, το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει αφορά εκ των πραγμάτων μία κρίσιμη διαπίστωση του πρώην πρωθυπουργού στη βάση της θεωρίας περί κοινωνίας του 1/5. Εάν το 21%, όπως είπε, δεν θα έχει κανέναν λόγο να μην ψηφίσει τη ΝΔ, ποσοστό το οποίο δυνητικά μπορεί να φτάσει και το 30%, ποιες πολιτικές δυνάμεις μπορούν να εκφράσουν το υπόλοιπο 70%; Η έλλειψη πάντως οράματος, η πολυδιάσπαση και ο κατακερματισμός, στα οποία ο ίδιος αναφέρθηκε, προς το παρόν δεν φαίνεται να μπορούν να αντιστραφούν, βάσει τουλάχιστον δημοσκοπικών ευρημάτων, από τους υπάρχοντες πολιτικούς σχηματισμούς.

Επίσης, απαρατήρητη δεν πέρασε ούτε η αιχμηρή κατά γενική ομολογία παρέμβαση του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου. Και αυτός άσκησε έντονη κριτική στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, λέγοντας ότι «η Ελλάδα για πολλούς λόγους δεν είναι ελκυστική στους ίδιους τους ανθρώπους». Εντύπωση όμως προκάλεσε η αναφορά του ότι «παίρνουμε τους ανθρώπους τους μέτριους και τους βαφτίζουμε αρίστους».