Ήταν μετά και τις αυτοδιοικητικές εκλογές όταν άρχισαν μυστικές ποιοτικές μετρήσεις που χτυπούσαν καμπανάκια για σοβαρούς κραδασμούς προερχόμενους από την κοινωνία σχετικά με το αίσθημα ασφάλειας
Οι γαλάζιοι περίμεναν αργότερα εντός της άνοιξης αλλά και σε μεγαλύτερο εύρος τις παρεμβάσεις του Πρωθυπουργού στο κυβερνητικό σχήμα – κάποιοι τις εισηγούνταν κιόλας –, αλλά διαψεύστηκαν σε ό,τι αφορά και τον χρονισμό των «διορθωτικών κινήσεων» και το περιεχόμενό τους.
Η πραγματικότητα είναι η εξής: εδώ και δύο μήνες πηγαινοερχόταν στο μυαλό του Κυριάκου Μητσοτάκη (και στις συζητήσεις με τους εξ απορρήτων του) η ανάγκη «διόρθωσης» σε ένα υπουργείο πρώτης γραμμής, που έχει έντονο κοινωνικό αποτύπωμα αλλά και ειδικό πολιτικό βάρος για την κυβέρνηση της ΝΔ.
Ήταν μετά και τις αυτοδιοικητικές εκλογές όταν άρχισαν μυστικές ποιοτικές μετρήσεις που χτυπούσαν καμπανάκια για σοβαρούς κραδασμούς προερχόμενους από την κοινωνία σχετικά με το αίσθημα ασφάλειας.
Μέχρι που και τα φανερά γκάλοπ άρχισαν να δείχνουν στο τέλος του 2023 την εγκληματικότητα/ασφάλεια σε ένα από τα μείζονα θέματα.
Στις ίδιες μετρήσεις ο Μητσοτάκης έβλεπε ότι κατά τ’ άλλα δεν έχανε τίποτα από το άνετο προβάδισμά του έναντι της αντιπολίτευσης, ωστόσο, διακρίνοντας μια αναβαθμισμένη απειλή, είχε ήδη κρίνει ότι η αρχή του 2024 είναι ο κατάλληλος χρόνος για δραστική αλλαγή.
Η τακτική με την οποία κινήθηκε ο Πρωθυπουργός δεν είναι «ξένη» για τον ίδιο.
Από την πρώτη τετραετία του έδειξε να κινείται με τα δικά του «κουτάκια», να δίνει σημασία στον «κατάλληλο χρόνο», να προηγείται κάτω από τα ραντάρ μια μεθοδική αξιολόγηση δεδομένων και να προπαρασκευάζεται, όσο είναι δυνατόν, το κλίμα.
Κάτι τέτοιο έγινε ακόμα και στον μεταρρυθμιστικό προγραμματισμό.
Για παράδειγμα το νομοσχέδιο Πιερρακάκη για τα μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά παραρτήματα ξένων ΑΕΙ ήταν έτοιμο πολύ πριν έρθει επίσημα στο Υπουργικό Συμβούλιο (όπως επίσης είχαν τρέξει μετρήσεις), αλλά στο μυαλό του Μητσοτάκη προηγούνταν ένα άλλο «κουτάκι» που έπρεπε να καλυφθεί το συντομότερο.