Οι αποστάσεις σε επίπεδο κορυφής μεταξύ κυβέρνησης και ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ διευρύνονται όσο τα επιτελεία σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση σκιαγραφούν τις προϋποθέσεις τους για το μετεκλογικό τοπίο, αρχίζοντας ουσιαστικά και μια στρατηγική προετοιμασία για κάθε ενδεχόμενο, εφόσον δεν προκύψει (ούτε από τις δεύτερες κάλπες) ένα σκηνικό αυτοδυναμίας.

Ο όρος του Νίκου Ανδρουλάκη για «τρίτο πολιτικό» πρόσωπο στη θέση του πρωθυπουργού ήταν αυτός που έβαλε στην… κατάψυξη τις ήδη παγωμένες σχέσεις με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Οι σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και ΠΑΣΟΚ ήταν βαθιά πληγωμένες ήδη από την υπόθεση των υποκλοπών. Και πλέον το «ψυχροπολεμικό» κλίμα, η απουσία κάθε ουσιαστικής επικοινωνίας μεταξύ του πρωθυπουργού και του αρχηγού του τρίτου κόμματος, επιβεβαιώθηκε στην πρώτη συνύπαρξή τους στον ίδιο χώρο για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της αντιπαράθεσης με αφορμή το «τρίτο» πρόσωπο.

Μόνο το τυπικό

Ανήμερα της εθνικής επετείου Μητσοτάκης και Ανδρουλάκης βρέθηκαν (μαζί με άλλους, συμπεριλαμβανομένης της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου) στο γραφείο του προέδρου της Βουλής Κωνσταντίνου Τασούλα. Εκεί η αλληλεπίδραση απείχε από το να θεωρηθεί ως… επικοινωνία. Πρακτικά καμία τέτοια δεν υπήρξε. Παρά μόνο το τυπικό: μια καθώς πρέπει χειραψία.

Εξάλλου προηγήθηκαν ευθείες βολές της κυβέρνησης προς την ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη για θέσεις «ενάντια στην κοινή λογική» και «πολιτικά εξωφρενικές». Και ακολούθησαν νεότερες τοποθετήσεις και από τις δύο πλευρές. Ο Ανδρουλάκης από τη Σπάρτη, θέλοντας να ακυρώσει την κατηγορία του Μαξίμου περί «θεσμικής ασέβειας», υπογράμμισε χθες ότι σεβασμός στο Σύνταγμα δεν θα υπήρχε «αν λέγαμε όνομα», ενώ η κυβέρνηση επέμενε στη σχετική πίεση.

«Τακτική ασάφειας»

Η εκτίμηση που κάνουν οι γαλάζιοι είναι ότι οι πολίτες ψηφίζουν πρωθυπουργό και ότι η πλειονότητα των ψηφοφόρων αφομοιώνει εύκολα τα «καθαρά λόγια». Όπως πιστεύουν συνεπώς η «τακτική ασάφειας», όπως την χαρακτηρίζουν, του ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να ακούγεται ελκυστική στα αυτιά τους. Εξ ου και η πρώτη αντίδραση του Μαξίμου σε όσα είπε ο Ανδρουλάκης ήταν άμεση και σε υψηλούς τόνους, με το βλέμμα στους κεντρώους και τους κεντροαριστερούς οι οποίοι βρίσκονται στη γκρίζα ζώνη των αναποφάσιστων.

Σε αυτούς επισείει η κυβέρνηση τον κίνδυνο αστάθειας – «ακυβερνησίας» κατά τα λεγόμενά της. Κοινώς, το γαλάζιο στρατόπεδο θέλει να μεταφέρει στο πράσινο στρατόπεδο το βάρος της ευθύνης για την αδυναμίας συνεννόησης. Και πέραν των πιέσεων προς το τρίτο κόμμα να ανοίξει τα χαρτιά του, μιλώντας με «ονόματα και κόμματα», στο στόχαστρο είναι σταθερά ο ΣΥΡΙΖΑ με αιχμές ότι ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση λέει με ποιους και πως εννοεί την προοδευτική διακυβέρνηση.

«Κρυστάλλινη η θέση μας…»

Μετά από την πρώτη αντίδραση σε επιθετικούς τόνους προς τον Ανδρουλάκη, γεγονός που πιστοποιεί εκνευρισμό αν όχι και μια νευρικότητα, η κυβερνητική γραμμή δείχνει πλέον προς την ανάδειξη πρωτίστως των γαλάζιων θέσεων. Και αυτό για να γίνονται έστω έμμεσα οι συγκρίσεις αφηγημάτων.

Αυτό σημαίνει ότι προτιμώνται εφεξής οι στοχευμένες βολές προς την πλευρά Ανδρουλάκη και όχι ο σχολιασμός και οι συνεχείς απαντήσεις για κάθε αποστροφή του. «Εμείς μιλάμε ανοιχτά, η δική μας θέση είναι κρυστάλλινη: η χώρα χρειάζεται ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση για να προχωρήσει μπροστά. Οι άλλοι ας πουν επιτέλους. Αλλιώς Κυριακή κοντή γιορτή…» σχολίαζαν πρωθυπουργικοί συνεργάτες.

«Λύσεις, όχι τοξικότητα»

Το στίγμα για το πως θα κινηθεί εφεξής επικοινωνιακά η ΝΔ έδωσε άλλωστε ο πρωθυπουργός με την κυριακάτικη ανάρτηση για τον απολογισμό της εβδομάδας. «Οι πολίτες περιμένουν προτάσεις, λύσεις, έργα, όχι τοξικότητα και ανούσιους καυγάδες» έγραψε ο Μητσοτάκης. Ο ίδιος επιμένει στην κεντρική επιδίωξη της αυτοδυναμίας στις δεύτερες εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική, όπως αναμένεται να διαφανεί και με τα σημερινά μηνύματά του ενώπιον κομματικού ακροατηρίου στη Λαμία.

Αυτή η θέση, η ανάγκη, κατά το Μαξίμου, η χώρα να έχει «συμπαγή κυβέρνηση που θα χειρίζεται καταστάσεις γρήγορα», θα προβάλλουν εκ νέου εμφατικά κυβερνητικοί και κομματικοί, προσδοκώντας ότι στα μάτια της πλειονότητας σηματοδοτεί μια πρόταση «σταθερότητας».