Yπάρχουν δύο αφόρητες φωτογραφίες – δηλαδή πολύ περισσότερες, αλλά εγώ ξεχωρίζω δύο. Η μία είναι της μάνας με το παιδί. Κοιτάζονται στα μάτια, σχεδόν με λατρεία. Το παιδί έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στη μητέρα του. Κι εκείνη το καθησυχάζει: όλα θα πάνε καλά.

Η άλλη είναι από τη νύχτα της Τρίτης, έξω από το σπίτι της μάνας. Ενα τεράστιο πλήθος ζητά να πάρει τον νόμο στα χέρια του, ρωτά τους αστυνομικούς «τι τους προστατεύετε, ρε», κάποιοι γράφουν στα παντζούρια «θάνατος στους παιδοκτόνους». Οι σκηνές αυτές επαναλαμβάνονται την επομένη έξω από τα δικαστήρια, όπου κάποιοι ζητούν «λιθοβολισμό μέχρι τέλους». Μια συγγραφέας υποστηρίζει στον τοίχο της ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε αυτόν τον κόσμο, «που θέλει να επανεδραιώσει τη συνοχή του σε μια κοινή αξιακή βάση έπειτα από τη βίαιη διατάραξή της από μια ακραία ατομική ενέργεια».

Οχι, όχι, δεν είναι αξία ο νόμος του Λιντς, τον οποίο ο πρόεδρος Μπάιντεν επιτέλους χαρακτήρισε και επισήμως αυτή την εβδομάδα έγκλημα μίσους. Κι αυτοί που καταφεύγουν στην αυτοδικία είναι συχνά οι ίδιοι που δεν εξάντλησαν τις δυνατότητές τους για να αποτρέψουν το έγκλημα, είτε επειδή αδιαφόρησαν είτε επειδή έκριναν σκόπιμο να σωπάσουν. Οσο για την κατανόηση, τη ζητούν και οι εγκληματίες, κι όσο πιο ακραίο είναι το έγκλημά τους, όσο πιο αδιανόητο, τόσο μεγαλύτερη συμπάθεια προσπαθούν να αποσπάσουν, επειδή είχαν δύσκολη παιδική ηλικία, επειδή ατύχησαν στη ζωή τους ή επειδή πάσχουν από μια ανίατη ασθένεια.

Αλλά αυτή είναι δουλειά των ψυχαναλυτών. Η δουλειά των δικαστών είναι να κρίνουν χωρίς να επηρεάζονται από το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». Η δουλειά των δικηγόρων είναι να υπερασπίζονται τον πελάτη τους, όποιον κι αν είναι, για ό,τι κι αν κατηγορείται, χωρίς να προκαλούν, να απειλούν ή να χυδαιολογούν. Η δουλειά των δημοσιογράφων είναι να καταγράφουν, να ερευνούν και να ελέγχουν, έχοντας πάντα στο μυαλό τους ότι κανείς δεν είναι ένοχος πριν καταδικαστεί τελεσίδικα από το δικαστήριο. Η δουλειά των πολιτικών, και κυρίως εκείνων που κυβερνούν, είναι να εξασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία του κράτους δικαίου, όχι να κολακεύουν και, πολύ περισσότερο, να τροφοδοτούν τον όχλο.

Η κοινωνία δικαιούται να μάθει όλες τις λεπτομέρειες της ανατριχιαστικής υπόθεσης της Πάτρας, όλους τους διαλόγους, όλα όσα έκαναν ή δεν έκαναν όχι μόνο οι άμεσα εμπλεκόμενοι, αλλά και οι συγγενείς, οι γείτονες, οι γιατροί, οι ιατροδικαστές. Οχι για να χωθεί μέσα από την κλειδαρότρυπα σε ένα σπίτι και να γίνει κοινωνός νοσηρών καταστάσεων. Οχι για να αποφασίσει εκείνη ποια ποινή αρμόζει στην περίσταση. Αλλά για να καταλάβει σε τι συνθήκες σχεδιάζεται και εκτελείται μια τόσο ασύλληπτη εγκληματική πράξη. Και να διδαχθεί τα μαθήματά της.

Ετσι κι αλλιώς, τα βλέμματα αυτών των κοριτσιών θα μας στοιχειώνουν για καιρό.