Στις 10 Μαρτίου 1847 θεμελιώθηκε στην Αθήνα ένα κτίριο που έμελλε να συνδεθεί άρρηκτα με τη φυσιογνωμία και τη μετέπειτα ιστορική διαδρομή τής τότε προσφάτως (από το 1834) ανακηρυχθείσης πρωτεύουσας του νεότερου ελληνικού κράτους, το Αρσάκειο Μέγαρο.

Αναζητώντας ένα κτίριο που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες τού διαρκώς αυξανόμενου αριθμού των μαθητριών του εκπαιδευτηρίου της, η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, ο παλαιότερος εκπαιδευτικός οργανισμός της χώρας μας (έτος ιδρύσεως 1836), άρχισε να αναζητά ένα οικόπεδο της Αθήνας που θα προσφερόταν για την οικοδόμηση ενός σύγχρονου σχολείου.


Η Αθήνα γύρω στο 1850

Τελικά, το 1842, κατόπιν μεσολαβήσεως της βασίλισσας Αμαλίας, αγοράστηκε από την ανδριώτικη μονή Ζωοδόχου Πηγής ένα οικόπεδο στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Πεσμαζόγλου (οι εν λόγω οδοί έφεραν τότε διαφορετικές ονομασίες).

Το κτίριο του σχολείου της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας θεμελιώθηκε στην προαναφερθείσα χρονολογία σε σχέδια του Λύσανδρου Καυταντζόγλου και όχι του Σταμάτη Κλεάνθη, του οποίου τα σχέδια δεν είχαν λάβει την έγκριση του ΔΣ της Εταιρείας.


Ο σχεδιασμός του Σταμάτη Κλεάνθη (πηγή Γ.Α.Κ.)

Το γεγονός αυτό είχε προκαλέσει την έντονη αντιπαράθεση των δύο φημισμένων αρχιτεκτόνων της εποχής εκείνης. Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία είχε επιχειρήσει μάλιστα να συμβιβάσει τα πράγματα ζητώντας από τον Καυταντζόγλου να λάβει υπόψη στο σχεδιασμό του τις παρατηρήσεις του Κλεάνθη.


Ο σχεδιασμός του Λύσανδρου Καυταντζόγλου

Στην τελετή θεμελίωσης του κτιρίου είχε παρευρεθεί, μεταξύ άλλων, η βασίλισσα Αμαλία, η οποία ήταν επίτιμη πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.

Η οικοδόμηση του μεγάρου ήταν ένα έργο δυσχερές και πολυδάπανο, καθώς τα περισσότερα υλικά έπρεπε να εισαχθούν από το εξωτερικό. Έτσι, παρά τη σημαντική συνεισφορά της ομογένειας σε χρήματα και οικοδομικά υλικά (οι Έλληνες της Ρουμανίας, επί παραδείγματι, είχαν προσφέρει την απαραίτητη ξυλεία), ο αρχικός προϋπολογισμός σύντομα ξεπεράστηκε και τα χρέη της Εταιρείας άρχισαν να διογκώνονται.


Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που καταβλήθηκαν για τη συγκέντρωση δωρεών και συνδρομών, τα έργα σταμάτησαν ελλείψει πόρων. Τη λύση στο οξύτατο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε το ΔΣ της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας έδωσε τελικά ο εγκατεστημένος στη Ρουμανία ιατρός και πολιτικός Απόστολος Αρσάκης, βλάχικης καταγωγής.


Ο μαθητής του επιφανούς ηπειρώτη λογίου και κληρικού Νεόφυτου Δούκα αποφάσισε το 1850 να εξοφλήσει όλα τα χρέη της Εταιρείας, να καταβάλει το ποσό που είχε δαπανηθεί για την αγορά του οικοπέδου και τη μέχρι τότε οικοδομή, αλλά και να καλύψει το ποσό που θα χρειαζόταν για την ολοκλήρωση του μεγάλου έργου, υπό τον όρο ότι το κτίριο θα έφερε το όνομά του (την επιγραφή «Αρσάκειον») και θα χρησιμοποιούνταν πάντα ως εκπαιδευτήριο.


Η καταγραφή των δωρεών του Αρσάκη στο επίσημο βιβλίο των ευεργετών της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας

Αξιοσημείωτο είναι ότι, κατόπιν επιθυμίας του Αρσάκη, ο ναός που ανεγέρθηκε στο χώρο του σχολείου αφιερώθηκε στην Αγία Αναστασία τη Ρωμαία, εις μνήμην της αποθανούσης συζύγου του, Αναστασίας.



Τρία χρόνια μετά τη γενναία οικονομική προσφορά του Αρσάκη προς τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία (το συνολικό ποσό των χορηγιών του ανήλθε σε εξακόσιες περίπου χιλιάδες χρυσές δραχμές) η οικοδόμηση του επιβλητικού και μεγαλοπρεπούς κτιρίου ολοκληρώθηκε υπό την επίβλεψη του Λύσανδρου Καυταντζόγλου.



Τα εγκαίνια του Αρσακείου Μεγάρου τελέστηκαν το καλοκαίρι του 1853, τα δε θυρανοίξια του ναού της Αγίας Αναστασίας έγιναν το Μάιο του 1858.

*Για τη σύνταξη του παρόντος άρθρου αντλήσαμε πολύτιμες πληροφορίες και φωτογραφικό υλικό από το διαδικτυακό τόπο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (arsakeio.gr).