Η μετακύλιση ή η ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων πιθανώς δεν θα ενεργοποιήσει τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS), καθώς η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα γίνει σε εθελοντική βάση, τονίζει ο γενικός σύμβουλος της Διεθνούς Ένωσης Συμφωνιών Ανταλλαγής και Παραγώγων (ISDA), Ντέiβιντ Τζιν.

Η International Swaps and Derivatives Association είναι ο αρμόδιος οργανισμός που πιστοποιεί πότε υφίσταται πιστωτικό γεγονός και αντιπροσωπεύει 800 μέλη σε 56 χώρες, ανάμεσα στα οποία τράπεζες, διαχειριστές κεφαλαίων, χρηματοοικονομικοί οίκοι, κ.ά.

Η γερμανική κυβέρνηση έχει καταθέσει στο τραπέζι των διαβουλεύσεων πρόταση για εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων με νέους τίτλους μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, η οποία είναι συμπληρωματική στο γαλλικό σχέδιο για την μετακύλιση (rollover) των ομολόγων που λήγουν ώς τα μέσα του 2014.

Δηλαδή, για παράδειγμα, θα μπορούσε να προταθεί σε μία τράπεζα που κατέχει ελληνικά ομόλογα αξίας 100 εκατ. ευρώ με διάρκεια έως 5 έτη, να τα ανταλλάξει με νέους τίτλους, ίσης αξίας, αλλά μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, π.χ. για 10 χρόνια.

Μάλιστα, ένας οικονομικός σύμβουλος της κυβέρνησης Μέρκελ πρότεινε την ανταλλαγή ελληνικών ομολόγων με ομόλογα του προσωρινού μηχανισμού ευρωστήριξης (EFSF) που έχουν την υψηλότερη πιστοληπτική διαβάθμιση («ΑΑΑ»).

Όπως είπε ο κ. Τζιν σε συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη, «από τη σκοπιά των CDS οι προτάσεις είναι όλες είτε μία ανταλλαγή ή μία μετακύλιση. Εάν είναι εθελοντική, οποιαδήποτε μετακύλιση ή ανταλλαγή δεν ενεργοποιεί τα CDS», υπογράμμισε.

Ο κ. Τζιν είχε μιλήσει πρόσφατα στο Reuters, σχολιάζοντας το γαλλικό σχέδιο, και είχε επαναλάβει τα ίδια σχόλια. «Απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι, το γαλλικό σχέδιο αφορά στην ουσία μια εθελοντική μετακύλιση και, γενικά, οι εθελοντικές μετακυλίσεις δεν πυροδοτούν τα ασφάλιστρα κινδύνου» είχε πει.

Εφόσον η ISDA κρίνει ότι δεν υπάρχει πιστωτικό γεγονός τα ασφάλιστρα κινδύνου δεν θα ενεργοποιηθούν, ακόμα και αν η πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου υποβαθμιστεί στην κατηγορία της «περιορισμένης» ή «επιλεκτικής» χρεοκοπίας.

Σημειώνεται ότι οι 11 από τις 22 ελληνικές και ξένες τράπεζες που είναι πρωτογενείς διαπραγματευτές της ελληνικής αγοράς κρατικών ομολόγων, είναι μέλη της ISDA.

Τα CDS ενεργοποιούνται σε περίπτωση αθέτησης πληρωμών (του επιτοκίου ή του ονομαστικού κεφαλαίου), αναδιάρθρωσης, παύσης ή αναβολής πληρωμών.

Ωστόσο, πιο περίπλοκα είναι τα πράγματα σε περίπτωση εθελοντικής αναδιάρθρωσης, αν και οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι στην ελληνική περίπτωση δεν υφίσταται θέμα πληρωμής των CDS.

Και αυτό γιατί, σύμφωνα με την γαλλική πρόταση, οι ιδιώτες θα αγοράζουν νέα ομόλογα όταν λήγει κάθε μία ξεχωριστή έκδοση μέσα στην περίοδο ώς τον Ιούνιο του 2012. Δηλαδή, δεν θα αλλάξει το χρονοδιάγραμμα λήξεων των ελληνικών ομολόγων.

Επιπλέον, καθώς δεν επιβάλλονται οι ίδιοι κανόνες σε όλους κατόχους ελληνικών ομολόγων (μπορεί κάποιος να μην συμμετάσχει στη διαδικασία) δεν υπάρχει εξαναγκασμός.

Σημειώνεται ότι θα είναι τουλάχιστον παράδοξο τα ελληνικά ομόλογα να βαθμολογούνται με default την ίδια ώρα που πληρώνονται οι τόκοι και το κεφάλαιο θα αποπληρωθεί στη λήξη του τίτλου.

Τα CDS πληρώνουν τον αγοραστή στην ονομαστική αξία του ομολόγου, σε περίπτωση αλλαγής των όρων του ομολόγου. Μία μονάδα βάσης είναι 1.000 δολάρια ετησίως για την ασφάλεια χρέους αξίας 10 εκατ. δολαρίων. Καθώς τα ελληνικά CDS είναι στις 2.000 μονάδες βάσης, σημαίνει ότι η ασφάλιση 10 εκατ. χρέους κοστίζει 2 εκατομμύρια.

Σύμφωνα με το αμερικανικό αποθετήριο (Depository Trust and Clearing Corporation), τα «γυμνά» ελληνικά CDS (όταν ο αγοραστής δεν κατέχει και τους αντίστοιχους τίτλους που ασφαλίζει) είναι κοντά στα 5 δισ. δολάρια, ενώ το σύνολο ξεπερνά τα 80 δισ. δολάρια (νούμερο το οποίο όμως πολλές φορές δεν είναι αντιπροσωπευτικό του πραγματικού όγκου).

Σε περίπτωση αναδιάρθρωσης, αν γίνει «κούρεμα» 40% ο πωλητής ενός CDS πληρώνει στον αγοραστή το ποσοστό που απομένει (60%). Δηλαδή, σε 10 εκατ. ελληνικού χρέους, η ζημία για τον πωλητή είναι 6 εκατομμύρια και το κέρδος για τον αγοραστή είναι 4 εκατομμύρια.

Σημειώνεται ότι σε περίπτωση υποβάθμισης σε «επιλεκτική χρεοκοπία» θα καταπέσουν ελληνικές εγγυήσεις στην ΕΚΤ συνολικού ύψους 115 δισ. ευρώ περίπου (55 δισ. ελληνικά ομόλογα και 60 δισ. εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου), με απρόβλεπτες επιπτώσεις στη ρευστότητα των τραπεζών.

Επιπλέον, εφόσον η ΕΚΤ δεν υιοθετήσει μία ευέλικτη στάση, όπως έχει κάνει ξανά με την Ελλάδα μετά την υπογραφή του Μνημονίου, τότε οι ελληνικές τράπεζες δεν θα μπορούν να αντλούν ρευστότητα από την ΕΚΤ βάζοντας ως εγγύση ελληνικά ομόλογα.

Η χρηματοδότηση των τραπεζών από την ΕΚΤ αυξήθηκε το Μάιο κατά 12,3% στα 97,5 δισ. ευρώ. Στα τέλη του 2010 ήταν 97,67 από 49,7 δισ. ευρώ στις αρχές του έτους.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ