Το ενδεχόμενο να κηρύξει χρεοκοπία η Ελλάδα αποκλείει ο πρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας Βασίλης Ράπανος, εκφράζοντας την άποψη ότι πιθανή απόφαση για κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ληφθεί μόνο από την Ευρωζώνη και όχι από την Αθήνα, και θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην ΕΕ.

Παράλληλα, υποστήριξε ότι η προοπτική μείωσης του επιτοκίου των δανείων του προγράμματος στήριξης σε συνδυασμό με την πιθανότητα επαναγοράς ελληνικού χρέους που διακρατεί η ΕΚΤ καθιστούν το δημόσιο χρέος πολύ πιο διαχειρίσιμο.

«Η κρίση είναι μια ευκαιρία για να ξαναβρεί η Ελληνική οικονομία το δυναμισμό της και να ξαναγίνει πρότυπο ανάπτυξης» υποστήριξε ο Β.Ράπανος μιλώντας σε εκδήλωση στη Λευκωσία για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, λέγοντας πως οι αλλαγές τον τελευταίο χρόνο «δεν έχουν προηγούμενο» στην πρόσφατη ιστορία.

Ο πρόεδρος της Εθνικής αναφέρθηκε στις προοπτικές με βάση το αναθεωρημένο πρόγραμμα προσαρμογής, λέγοντας πως το χρέος ως προς το ΑΕΠ εκτιμάται να μειωθεί, με το σενάριο βάσης, στο 131% του ΑΕΠ το 2020. Εάν όμως ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ είναι περί το 1% υψηλότερος από το βασικό σενάριο, που είναι και πιο κοντά στην τάση του παρελθόντος, τότε ο λόγος χρέους ΑΕΠ θα είναι περί το 90% του ΑΕΠ το 2020, ανέφερε ο Β.Ράπανος.

Δήλωσε ότι εκτιμάται επάνοδος σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το 2012, μικρότερους όμως από εκείνους της περιόδου 1996-2007. Επίσης, είπε ότι εκτιμάται χαμηλός πληθωρισμός, περί το 2% που είναι στόχος της ΕΚΤ, προβλέπεται μείωση των spreads, σημαντική μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων.

Συνεχίζοντας,ο Β.Ράπανος αναφέρθηκε στις εκτιμήσεις για έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις περί τα 7 δισ. ευρώ την περίοδο 2011-15 (περί το 1 δισ. ευρώ φέτος), στενή παρακολούθηση από την τρόικα της δημοσιονομικής προσαρμογής και σημαντική μείωση στους πραγματικούς μισθούς, με μικρότερη επίπτωση στα χαμηλά εισοδήματα.

Ο κ. Ράπανος, αφού έθεσε το ερώτημα «θα χρεοκοπήσει η Ελλάδα;», απάντησε ότι η απόφαση για χρεοκοπία δεν θα είναι της Ελλάδας, αλλά της Ευρωζώνης. Στην απάντηση αυτή επιχειρηματολόγησε αναφέροντας πως κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων είναι Έλληνες και μέλη της ΕΕ, που δεν επιθυμούν τη χρεοκοπία.

Οι ελληνικές τράπεζες, συνέχισε, κατέχουν ομόλογα περί τα 45 δισ. ευρώ, τα ασφαλιστικά ταμεία και άλλα ταμεία περί τα 25 δισ. ευρώ και ιδιώτες περί τα 15 δισ. ευρώ. Πιθανή απομείωση της άξιας των ομολόγων λόγω χρεοκοπίας θα δημιουργούσε, ως εκ τούτου, προβλήματα στις τράπεζες και στα ασφαλιστικά ταμεία.

Επιπλέον, υποστήριξε, οι ευρωπαϊκές τράπεζες που κατέχουν ομόλογα θα υποστούν σημαντικές ζημιές ενώ και η ΕΚΤ κατέχει ελληνικά ομόλογα σημαντικής αξίας (άμεσα περί τα 30 δισ. ευρώ και άλλα με τη μορφή ενεχύρων). Η Ελλάδα δεν μπορεί να πάει εναντίον του δανειστή της έσχατης ανάγκης, υποστήριξε ο Β.Ράπανος.

Τέλος, υποστήριξε ο πρόεδρος της ΕΤΕ, οι χώρες της Ευρωζώνης έχουν δώσει στην Ελλάδα δάνεια 80 δισ. ευρώ (το ΔΝΤ 30 δισ. ευρώ), για τα οποία η Ελλάδα δεν μπορεί να χρεοκοπήσει.

Οι κίνδυνοι μετάδοσης δεν είναι αμελητέοι, είπε ο κ. Ράπανος, ο οποίος σημείωσε ότι «υπάρχει κίνδυνος μαζικών αποσύρσεων από το τραπεζικό σύστημα στη διάρκεια της αναδιάρθρωσης .Το επιτοκιακό κόστος για τον ιδιωτικό τομέα θα αυξηθεί σημαντικά. Χωρίς αξιοπιστία, η χώρα δεν θα μπορεί εύκολα να ξαναμπεί σε σταθερή τροχιά ανάπτυξης».

Ακόμη και αν μειωθεί το χρέος κατά 50 μονάδες του ΑΕΠ, ανέφερε ο ίδιος, η εξοικονόμηση τόκων από την εξυπηρέτηση του χρέους θα είναι περί τις 3 μονάδες του ΑΕΠ. «Αξίζει τον κόπο να χρεοκοπήσει μια χώρα για να μειώσει τις δαπάνες της κατά 3% του ΑΕΠ;» διερωτήθηκε.

Ο πρόεδρος της Εθνικής ανέφερε επίσης ότι υποτιμάται η σημασία παραγόντων όπως εκείνη των δραστικών διαρθρωτικών αλλαγών, όπως στο ασφαλιστικό, στην αγορά εργασία, στην απελευθέρωση επαγγελμάτων και οι σημαντικές αλλαγές στο δημοσιονομικό τομέα και τη φορολογική πολιτική.

Παράλληλα, σύμφωνα με τον Β.Ράπανο, υποτιμάται επίσης ότι «το κοινωνικό περιβάλλον είναι αρκετά ανεκτικό» αλλά και το ότι η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας το 2012 είναι πιθανή και ίσως ισχυρότερη απ’ ότι εκτιμάται.

Η Ελλάδα, υποστήριξε ο Β.Ράπανος, με τις αλλαγές που γίνονται γίνεται ελκυστικότερη για επενδύσεις, ο ιδιωτικός τομέας δεν είναι υπερχρεωμένος και το τραπεζικό σύστημα παραμένει ισχυρό.

Επίσης, συνέχισε ο ίδιο, η ισχυρότερη οικονομική ανάκαμψη θα καταστήσει ευκολότερη, μεσοπρόθεσμα, τη διαδικασία της δημοσιονομικής προσαρμογής.

Οι προκλήσεις του ελληνικού τραπεζικού συστήματος

Για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ο Β.Ράπανος ανέφερε πως το πρόβλημα στον τραπεζικό τομέα προήλθε από τη δημοσιονομική κρίση της χώρας: «Στην Ελλάδα το τραπεζικό σύστημα δεν επηρεάστηκε άμεσα από τη διεθνή χρηματοοικονομική κρίση, οι ελληνικές τράπεζες δεν είχαν τοξικά προϊόντα και το κράτος δεν παρενέβη για να σώσει κάποια τράπεζα».

Σύμφωνα με τον κ. Ράπανο η κρίση έχει δημιουργήσει δύο σημαντικές προκλήσεις νια το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα: Έλλειψη ρευστότητας και Επισφάλειες δανειακού χαρτοφυλακίου. Η πρόσβαση στην ΕΚΤ διατηρεί το κόστος χρηματοδότησης σε χαμηλά επίπεδα, ανέφερε.

Ο ίδιος ανέφερε πως οι τράπεζες για να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες την κρίση πρέπει να παραμείνουν κερδοφόρες, με μείωση λειτουργικού κόστους, ανατιμολόγηση όπου είναι δυνατό και αυξανόμενη συμβολή διεθνών δραστηριοτήτων.

Επιπλέον, ο Β.Ράπανος ανέφερε ως αναγκαίες τη μείωση της δανειακής μόχλευσης, την πιο ενεργή διαχείριση των απαιτήσεων σε καθυστέρηση, τη διασφάλιση υψηλής ρευστότητας και διεύρυνση των πηγών χρηματοδότησης, και τις ρευστοποιήσεις στοιχείων ενεργητικού χαμηλής αποδοτικότητας.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ,ΑΠΕ-ΜΠΕ