Νέα Υόρκη: Τα νεογνά που γεννιούνται πρόωρα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο χρόνιας πνευμονοπάθειας, ειδικότερα βρογχοπνευμονικής δυσπλασίας, που σχετίζεται με την παρατεταμένη οξυγονοθεραπεία ή τη χρήση αναπνευστήρα.

Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο European Respiratory Journal, ο Δρ Ντάνιελ Τσέιμπερς και οι συνεργάτες του στο Νοσοκομείο «Πρίγκιπας Κάρολος» της Αυστραλίας διαπίστωσαν ότι η βρογχοπνευμονική δυσπλασία είναι επιπλοκή των πολύ πρόωρων νεογνών που σχετίζεται έντονα με τη μειωμένη πνευμονική λειτουργία και δομικές ανωμαλίες, ειδικότερα το εμφύσημα, στην ενήλικη ζωή.

Η βρογχοπνευμονική δυσπλασία προσβάλλει το ένα τρίτο των βρεφών που γεννιούνται πρόωρα, με την εξασθενημένη πνευμονική λειτουργία να εμμένει και κατά την παιδική ηλικία. Μέχρι σήμερα οι επιδράσεις στους ενήλικες επιβιώσαντες είναι άγνωστη.

Οι Αυστραλοί επιστήμονες εντόπισαν 21 άτομα που είχαν γεννηθεί στην Δυτική Αυστραλία την περίοδο 1980-1987 ζυγίζοντας λιγότερα από 1.500 γραμμάρια και που είχαν χρειαστεί αναπνευστήρα.

Τα τεστ πνευμονικής λειτουργίας που έγιναν όταν ήταν περίπου 19 ετών είχαν δείξει ότι 15 (71%) άτομα είχαν εμμένοντα πνευμονικά συμπτώματα, περιλαμβανομένου του συριγμού, του βήχα και της δύσπνοιας. Μόνο τρία άτομα είχαν φυσιολογική πνευμονική λειτουργία.

Οι ακτινογραφίες θώρακος έδειξαν δοκιμές ανωμαλίες και στα 19 άτομα που εξετάστηκαν με το 84% να έχει εμφύσημα.

Καθώς η τεχνολογία προοδεύει και αυξάνεται η βιωσιμότητα ακόμη και των πολύ πρόωρων νεογνών, η βρογχοπνευμονική δυσπλασία που σχετίζεται με την ενήλικη πνευμονική νόσο είναι πιθανότερο να είναι συχνότερη.

health.in.gr