Νέα Υόρκη: Η καθημερινή κατανάλωση καφέ είναι αντιστρόφως σχετική με τον κίνδυνο πρωτοπαθούς βλεφαροσπασμού, μιας συχνής μορφής δυστονίας, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Neurology, Neurosurgery and Psychiatry.

Αντίθετα, δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις που να υποστηρίζουν τις αντι-βλεφαοροσπασμικές επιδράσεις του καπνίσματος.

Ο Δρ Τζιοβάνι Ντεφάζιο του Πανεπιστημίου του Μπάρι στην Ιταλία διενήργησε ελεγχόμενη μελέτη με δείγμα 166 ασθενείς με πρωτοπαθή βλεφαροσπασμό, 228 άτομα ελέγχου με πρωτοπαθή ημιπροσωπικό σπαμό και 187 άτομα από τον γενικό πληθυσμό.

Μετά τον συνυπολογισμό της ηλικίας, του φύλου, της διάρκειας της νόσου και άλλων πιθανών συνεισφερόντων παραγόντων, η προηγούμενη κατανάλωση καφέ συσχετίστηκε με 56% έως 63% μειωμένο κίνδυνο βλεφαροσπασμού. Επιπλέον, όσο αυξανόταν η μέση ημερήσια κατανάλωση καφέ, τόσο έπεφτε ο κίνδυνος.

Η κατανάλωση καφέ συσχετίστηκε επίσης με την καθυστέρηση της απαρχής του βλεφαροσπασμού. Για κάθε επιπλέον φλιτζάνι καφέ σε ημερήσια βάση, η ηλικία εκδήλωσης του βλεφαροσπασμού αυξανόταν κατά 1,7 έτη.

Όπως προαναφέρθηκε το κάπνισμα δεν είχε σημαντική επίδραση στον κίνδυνο βλεφαροσπασμού και δεν επηρεάζει επίσης την ηλικία απαρχής της ασθένειας.

Η καφεΐνη είναι το κυριότερο συστατικό που μπορεί να ευθύνεται για τις επιδράσεις του καφέ. Ωστόσο, ο ερευνητής σημειώνει ότι δεν μπόρεσε να επεξηγήσει πλήρως το υποκείμενο μηχανισμό, καθώς η μελέτη διενεργήθηκε στην Ιταλία. Δυστυχώς δεν κατέστη εφικτό να συγκροτηθεί ομάδα ελέγχου, καθώς ελάχιστα άτομα στην συγκεκριμένη χώρα πίνουν καφέ χωρίς καφεΐνη.

Εικάζει ωστόσο, ότι η καφεΐνη μπορεί να προστατεύει από τον βλεφαροσπασμό μπλοκάροντας τους υποδοχείς αδενοσίνης, ένας μηχανισμός που έχει επίσης υποδειχθεί και για τις πιθανόν προστατευτικές επιδράσεις έναντι της νόσου Πάρκινσον.

health.in.gr