Νέα Υόρκη: Ο μη επαρκής έλεγχος των επιπέδων της γλυκόζης του αίματος στις γυναίκες με διαβήτη κύησης σχετίζεται με αρκετά ανεπιθύμητα νεογνικά αποτέλεσμα, περιλαμβανομένης της μακροσωμίας και της νεογνικής υπογλυκαιμίας, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο Diabetes Care.

Ενώ ο διαβήτης κύησης σχετίζεται με ανεπιθύμητα νεογνικά αποτελέσματα, η διαχείριση του δεν είναι ξεκάθαρη. Μάλιστα, μερικές ερευνητικές ομάδες έχουν αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της θεραπείας. Στην παρούσα μελέτη, λαμβάνεται ως δεδομένη η αναγκαιότητα και επικεντρώνεται σε ποιο βαθμό είναι αναγκαίος ο έλεγχος της γλυκόζης για την αποφυγή των ανεπιθύμητων αποτελεσμάτων.

Ο Δρ Βίκτορ Ούγκο Γκονζάλες-Κουιντέρο του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι και οι συνεργάτες του έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 3.218 γυναίκες με μονότοκες κυήσεις, οι οποίες είχαν εγγραφεί σε μια βάση διαχείρισης του διαβήτη για εξωνοσοκομειακούς ασθενείς. Όλες οι γυναίκες γέννησαν κανονικά.

Οι συμμετέχουσες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες ανάλογα με τον έλεγχο των επιπέδων της γλυκόζης. Ο έλεγχος ορίστηκε ως μέσα επίπεδα γλυκόζης νηστείας <95 mg/dL, <140 mg/dL μιας ώρας πριν το γεύμα ή <120 mg/dL δύο ώρες πριν το γεύμα. Το κύριο αποτέλεσμα ήταν μια συνδυαστική μεταβλητή περιλαμβανομένης της μακροσωμίας, του μεγάλου για την ηλικία κύησης βρέφους, της υπογλυκαιμίας, του ίκτερου και της θνησιγένειας.

Περισσότερα από το ένα τρίτο των βρεφών στην ομάδα της ανεξέλεγκτης γλυκόζης είχαν ένα ή περισσότερα εκ των προαναφερόμενων σύνθετων αποτελεσμάτων, συγκριτικά με το 24% των νεογνών της ομάδας ελεγχόμενης γλυκόζης.

Σε επίπεδο ατομικών παθήσεων, τα μη ελεγχόμενα επίπεδα της γλυκόζης σχετίζονταν άμεσα με την μακροσωμία, το μεγάλο βρέφος σχετικά με την ηλικία κύησης και τη νεογνική υπογλυκαιμία, αλλά όχι με τον ίκτερο και τη θνησιγένεια. Η θεραπεία στη μονάδα εντατικής φροντίδας και η καισαρική τομή ήταν επίσης συχνότερα μεταξύ των βρεφών της ομάδας των εγκύων με μη ελεγχόμενο διαβήτη κύησης.

health.in.gr