Μια από τις πιο ευχάριστες στιγμές για τον οποιονδήποτε άνθρωπο είναι αυτή που μετά από μια κουραστική και απαιτητική ημέρα παραδίνεται με ανακούφιση στην αγκαλιά του Μορφέα. Αν δει και κανένα ευχάριστο όνειρο, ξυπνά το επόμενο πρωινό με ευχάριστη διάθεση και η ημέρα ξεκινά με τις καλύτερες προϋποθέσεις. Δεν είναι όμως πάντα τόσο ρόδινη η διαδικασία του ύπνου και πολλοί άνθρωποι ταλαιπωρούνται στο κρεβάτι τους τη νύχτα και ως αποτέλεσμα και την επόμενη ημέρα.

Φυσιολογικός ύπνος

Ένα φυσιολογικό άτομο χρειάζεται περίπου 7,5 ώρες ύπνου τη νύχτα αν και ορισμένα άτομα χρειάζονται περισσότερο και άλλα λιγότερο για να νιώσουν ότι ξεκουράστηκαν. Τα νεότερα άτομα απαιτούν περισσότερο ύπνο απ’ότι τα πιο ηλικιωμένα και όσο πιο πολύ ένα άτομο έχει μείνει ξύπνιο, τόσο πιο γρήγορα το παίρνει ο ύπνος.

Ο ύπνος διακρίνεται σε στάδια ανάλογα με το αν υπάρχουν ταχείες οφθαλμικές κινήσεις (REM=Rapid Eye Movement) ή όχι (NREM=Non REM) και επίσης ανάλογα με τον τύπο των κυμάτων που επικρατούν στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (ΗΕΓ) και την ένταση του μυϊκού τόνου. Ο NREM ύπνος διακρίνεται με τη σειρά του σε πέντε στάδια: 0, 1, 2, 3, και 4 κατά τα οποία προοδευτικά γίνεται όλο και πιο βαθύς.

Ο REM ύπνος χαρακτηρίζεται από ΗΕΓικά ευρήματα παρόμοια με αυτά του σταδίου 1 και κυρίως από την απότομη εμφάνιση ταχειών συζυγών κινήσεων των οφθαλμών και την πλήρη μυϊκή χαλάρωση. Είναι η περίοδος κατά την οποία ονειρευόμαστε.

Ένα φυσιολογικό ενήλικο άτομο λοιπόν περνά από την κατάσταση εγρήγορσης σε περίοδο NREM ύπνου, που διαρκεί περίπου 90 λεπτά και ακολουθεί η πρώτη περίοδος REM ύπνου. Υπάρχουν συνολικά τέσσερις με έξι κύκλοι NREM/REM ύπνου τη νύχτα και καθένας από αυτούς διαρκεί 70 με 100 λεπτά.
Καθώς προχωρά ο ύπνος, οι REM περίοδοι γίνονται μεγαλύτερες και πιο συχνές και η συχνότητα των κινήσεων των ματιών μεγαλώνει και αυτή.

Δυσυπνίες

Οι δυσυπνίες είναι διαταραχές της έναρξης ή διατήρησης του ύπνου ή υπερβολικής υπνηλίας και χαρακτηρίζονται από ανωμαλίες στην ποσότητα ή ποιότητα του ύπνου ή στην καταλληλότητα του χρόνου έλευσης του ύπνου.

  • Πρωτοπαθής αϋπνία: Το βασικό χαρακτηριστικό της πρωτοπαθούς αϋπνίας είναι η δυσκολία του ατόμου να κοιμηθεί ή να διατηρήσει τον ύπνο του ή ακόμη το να έχει ύπνο που δεν ξεκουράζει.

Η αϋπνία οδηγεί σε ευερεθιστότητα, αίσθημα κόπωσης και δυσκολία στη συγκέντρωση κατά τη διάρκεια της ημέρας με αρνητικές επιπτώσεις στην επαγγελματική, κοινωνική και προσωπική ζωή του πάσχοντος, ενώ παράλληλα προδιαθέτει για τη χρήση αλκοόλ, υπνωτικών αλλά και καφεΐνης ή άλλων διεγερτικών.

  • Πρωτοπαθής υπερυπνία: Στον αντίποδα της προηγούμενης διαταραχής βρίσκεται η πρωτοπαθής υπερυπνία που χαρακτηρίζεται από υπερβολική υπνηλία. Ο πάσχων κοιμάται πολύ τη νύχτα και την ημέρα, ενώ νιώθει και δείχνει έντονη υπνηλία με αποτέλεσμα να παίρνει ένα με δύο υπνάκους κατά τη διάρκεια της ημέρας.
  • Ναρκοληψία: Η ναρκοληψία είναι μια ασυνήθιστη και συγχρόνως εντυπωσιακή κατάσταση κατά την οποία το άτομο έχει επαναλαμβανόμενες ακαταμάχητες προσβολές ύπνου που όταν έρχονται δεν μπορεί να αντισταθεί και μπορεί ως αποτέλεσμα να κοιμηθεί σε ακατάλληλες ή επικίνδυνες συνθήκες, στο μέσο μιας συζήτησης για παράδειγμα ή κατά την οδήγηση.

Επίσης το άτομο μπορεί να εκδηλώνει σε ποσοστό 70% βραχέα επεισόδια καταπληξίας, δηλαδή αιφνίδιας απώλειας του μυϊκού τόνου συχνά ως αποτέλεσμα έντονης συγκίνησης. Μετά δηλαδή από έντονο γέλιο, θυμό, έκπληξη το άτομο μπορεί να σωριαστεί κάτω χωρίς όμως να έχει χάσει τις αισθήσεις του ή απλά να του πέσουν αντικείμενα που κρατά, να χαλαρώσει το σαγόνι του, να πέσουν τα βλέφαρα του, το κεφάλι του ή τα χέρια του.

Τέλος 30-50% των ατόμων που πάσχουν από ναρκοληψία κατά το μεταβατικό διάστημα μεταξύ ύπνου και εγρήγορσης βιώνουν παράλυση κατά τον ύπνο, αδυναμία δηλαδή να κινηθούν και 20-40% βιώνουν υπναγωγικές ψευδαισθήσεις, είτε οπτικές είτε ακουστικές ή κιναισθητικές. Τόσο η παράλυση όσο και οι ψευδαισθήσεις διαρκούν δευτερόλεπτα ως λίγα λεπτά και θεωρούνται ότι είναι το αποτέλεσμα εισβολής στοιχείων REM ύπνου κατά τη διάρκεια εγρήγορσης του ατόμου.

  • Διαταραχή ύπνου που σχετίζεται με την αναπνοή: Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της διαταραχής είναι η διατάραξη ή η διάσπαση του ύπνου που οφείλεται σε ανωμαλίες του μηχανισμού της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου. Συνήθως τα άτομα με αυτήν τη διαταραχή παραπονούνται για υπερβολική υπνηλία που προέρχεται από τα συχνά ξυπνήματα κατά τη νύχτα, ενώ λιγότερο συχνά αναφέρουν ως σύμπτωμα την αϋπνία ή τον ύπνο που δεν ξεκουράζει. Διακρίνονται τρία σύνδρομα:
  1. Σύνδρομο αποφρακτικής άπνοιας κατά τον ύπνο: Είναι ή πιο κοινή μορφή και χαρακτηρίζεται από επανειλημμένα επεισόδια απόφραξης της ανώτερης μοίρας των αεροφόρων οδών κατά τη διάρκεια του ύπνου. Συνήθως συμβαίνει σε παχύσαρκα άτομα και το κυρίαρχο παράπονο είναι η υπερβολική υπνηλία.Χαρακτηρίζεται από έντονο ροχαλητό που εναλλάσσεται με σιωπή διάρκειας 20-30 δευτερολέπτων. Το ροχαλητό προκαλείται από τη δίοδο του αέρα από τη μερικά αποφραγμένη οδό, ενώ η σιωπή από την άπνοια λόγω πλήρους απόφραξης. Το τέλος της άπνοιας σηματοδοτείται από ηχηρές προσπάθειες του ατόμου να πάρει αέρα, βογκητά και κινήσεις όλου του σώματος. Τα περισσότερα άτομα δεν είναι ενήμερα για την κατάσταση αυτή, είναι όμως οι σύζυγοι τους που και αυτοί ταλαιπωρούνται στον ύπνο.
  2. Σύνδρομο κεντρικής άπνοιας κατά τον ύπνο: Εδώ συμβαίνουν επεισοδιακές διακοπές του αερισμού κατά τον ύπνο, χωρίς απόφραξη. Η κεντρική άπνοια σε αντίθεση με την αποφρακτική δε συνοδεύεται από συνεχιζόμενες αναπνευστικές κινήσεις του θώρακα και της κοιλιάς. Τα άτομα που προσβάλλονται συνήθως είναι ηλικιωμένα με νευρολογικά ή καρδιολογικά προβλήματα και παραπονούνται κυρίως για αϋπνία που οφείλεται στα συχνά ξυπνήματα.
  3. Σύνδρομο κεντρικού κυψελιδικού υποαερισμού: Στο σύνδρομο αυτό υπάρχει διαταραχή της κεντρικής ρύθμισης της αναπνοής που οδηγεί σε υποξαιμία, δηλαδή σε παθολογικά χαμηλά επίπεδα οξυγόνου στο αρτηριακό αίμα. Παρουσιάζεται συχνότερα σε παχύσαρκα άτομα τα οποία παραπονούνται για αϋπνία ή για υπνηλία.
  • Διαταραχή του κιρκαδιανού ρυθμού του ύπνου: Το βασικό γνώρισμα της διαταραχής αυτής είναι μια επίμονη διατάραξη του ύπνου που οφείλεται σε μη συνταίριασμα ανάμεσα στον εσωτερικό κιρκαδιανό ρυθμό ύπνου-εγρήγορσης του ατόμου και τις εξωτερικές απαιτήσεις στο πρόγραμμα ύπνου του. Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι:
  1. Τύπος καθυστέρησης της φάσης του ύπνου: Το άτομο δεν μπορεί να μετακινήσει την ώρα που κοιμάται και ξυπνά σε νωρίτερο χρόνο, οπότε κοιμάται και ξυπνά αργά σε σχέση με τις κοινωνικές απαιτήσεις που υπάρχουν.
  2. Τύπος jet lag: Οι φάσεις υπνηλίας και εγρήγορσης συμβαίνουν σε ακατάλληλες ώρες της ημέρας σε σχέση με την τοπική ώρα, ως αποτέλεσμα επανειλημμένων ταξιδιών.
  3. Τύπος αλλαγής βάρδιας: Αυτή η διαταραχή οφείλεται σε εργασία νυχτερινής βάρδιας ή σε συχνές αλλαγές της βάρδιας.

Παραϋπνίες

Πρόκειται για διαταραχές που χαρακτηρίζονται από κάποια ανώμαλα γεγονότα που συμβαίνουν κατά τον ύπνο.

  • Διαταραχή εφιαλτών: Στη διαταραχή αυτή το άτομο ξυπνά από τον ύπνο του εξαιτίας επαναλαμβανόμενων εφιαλτών. Μόλις ξυπνήσει αποκτά γρήγορα τη διαύγεια του και περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια το τρομακτικό όνειρο. Η διαταραχή εφιαλτών εμφανίζεται συνήθως σε παιδιά που εκτίθενται σε σοβαρό ψυχοκοινωνικό στρες και συχνότερα στα κορίτσια.
  • Διαταραχή ενύπνιου τρόμου: Εδώ το βασικό χαρακτηριστικό είναι οι επανειλημμένοι νυχτερινοί τρόμοι, δηλαδή απότομα ξυπνήματα από τον ύπνο που συνήθως αρχίζουν με μια κραυγή τρόμου ή έντονα κλάματα. Οι ενύπνιοι τρόμοι συμβαίνουν στο πρώτο τρίτο της νύχτας σε αντίθεση με τους εφιάλτες που συμβαίνουν στο δεύτερο μισό του ύπνου. Κατά το επεισόδιο είναι δύσκολο να ξυπνήσουμε, να ανακουφίσουμε και να συγκρατήσουμε το άτομο. Αν το άτομο ξυπνήσει δεν μπορεί να θυμηθεί λεπτομέρειες και είναι θολωμένο για αρκετή ώρα. Το επόμενο πρωί δε, έχει πλήρη αμνησία για το επεισόδιο.
  • Διαταραχή υπνοβασίας: Το βασικό χαρακτηριστικό αυτής της διαταραχής είναι επαναλαμβανόμενα επεισόδια κατά τα οποία το άτομο στη διάρκεια του ύπνου σηκώνεται από το κρεβάτι του και περπατά. Όταν υπνοβατεί έχει ανέκφραστο πρόσωπο, καθηλωμένο βλέμμα και σχετικά μειωμένη απαντητικότητα στις προσπάθειες των άλλων να επικοινωνήσουν μαζί του. Αν ξυπνήσει από το επεισόδιο ή το επόμενο πρωί, δεν μπορεί να θυμηθεί την υπνοβασία.
    Η διαταραχή αρχίζει μεταξύ 4 και 8 ετών και κορυφώνεται γύρω στα 12 και υποχωρεί συνήθως αυτόματα μέχρι την ηλικία των 15 ετών.

Εν κατακλείδι…

Αν στις διαταραχές που περιγράψαμε αναγνωρίσατε τον εαυτό σας, το/τη σύζυγο σας ή κάποιο συγγενικό άτομο, μη χάνετε χρόνο παρατείνοντας το μαρτύριο. Απευθυνθείτε στον ιατρό σας και αυτός θα σας κατευθύνει ανάλογα, αφού για τις περισσότερες από αυτές τις διαταραχές υπάρχει και η κατάλληλη θεραπεία.

health.in.gr