Με τα λόγια της ανώτατης δικαστού Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ (1933-2020): «Η απόφαση εάν θα γεννήσει ένα παιδί ή όχι είναι κεντρικής σημασίας για τη ζωή, την ευημερία και την αξιοπρέπεια μιας γυναίκας. Οταν η κυβέρνηση ελέγχει αυτήν την απόφαση για λογαριασμό της, την αντιμετωπίζει ως κάτι λιγότερο από έναν ολοκληρωμένο άνθρωπο, που είναι υπεύθυνος για τις δικές του επιλογές».

Με τα λόγια της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις προς τον Μπρετ Κάβανο, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ: «Μπορείτε να σκεφτείτε έναν νόμο που δίνει στην κυβέρνηση το δικαίωμα να πάρει αποφάσεις σε σχέση με το ανδρικό σώμα;» (για την ιστορία, η φράση «θα προτιμούσα να απαντήσω σε πιο συγκεκριμένο ερώτημα» ήταν η σύντομη, αμήχανη απάντηση του δικαστή). Με τα πιο πρόσφατα λόγια της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι: «Η υποκρισία μαίνεται, αλλά η ζημιά είναι ατελείωτη. Οι Αμερικανίδες σήμερα έχουν λιγότερη ελευθερία από τις μητέρες τους».

Με τα λόγια της βουλευτού των Δημοκρατικών Αλεξάντρια Οκάσιο – Κορτέζ, «θα πεθάνουν άνθρωποι εξαιτίας αυτής της απόφασης», με τα λόγια της γενικής εισαγγελέως Λετίτια Τζέιμς, για τις «σκοτεινές στιγμές αυτού του έθνους» η Νέα Υόρκη «θα είναι πάντα ένα ασφαλές καταφύγιο για όποια γυναίκα επιθυμεί να προχωρήσει σε άμβλωση». Και απέναντι σε όλα αυτά, οι… πανηγυριστές των αποφάσεων – «θέλημα Θεού».

Το σκοτάδι αυτό δεν είναι μόνο θέμα του γυναικείου κινήματος. Η ανατροπή της απόφασης «Ρόου εναντίον Γουέιντ» του 1973 για τις αμβλώσεις στις ΗΠΑ προφανώς και δεν ενδιαφέρει μόνο την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Να μην ξεχνιόμαστε. Μόλις δυόμισι χρόνια έχουν περάσει από τότε που μεσαιωνικές αντιλήψεις έπαιρναν με περισσή άνεση μια περίοπτη θέση στους σταθμούς του αθηναϊκού μετρό μέσα από γιγαντοαφίσες με ψευδοεπιστημονικά τσιτάτα για το «αγέννητο παιδί». Είναι λοιπόν ζήτημα δικαιωμάτων. Ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και αφορά έναν αγώνα διαρκείας (όλων) να μη γνωρίσουμε μαύρες εποχές, που άλλες γενιές έχουν βιώσει και θα έπρεπε κανονικά να απεύχονται να ζήσουν οι νεότερες.