Από μικρή, δεν μου άρεσαν οι κούκλες-μωρά, τις βαριόμουν, δεν ήξερα πώς να παίξω μαζί τους. Προτιμούσα τις κούκλες-δεσποινίδες, όπως η «Ναταλί» και η «Νιόβη», που ήταν, ας πούμε, οι Μπάρμπι των sixties. Τις χτένιζα, τις έντυνα, προσπαθούσα να τις μακιγιάρω. Και τα βράδια, ενώ εγώ κοιμόμουν, φανταζόμουν ότι ζωντάνευαν και έκαναν βόλτες στην πόλη, χόρευαν, τραγουδούσαν, διασκεδάζουν.

Ισως αυτό ήταν η πρώτη ένδειξη ότι δεν ήθελα να κάνω παιδί. Δεν επρόκειτο περί συνειδητής απόφασης, διότι δεν το σκέφτηκα ποτέ, δεν το «ζύγισα», δεν έλαβα υπόψη μου τα υπέρ και τα κατά. Ναι, ξέρω την επόμενη ερώτηση. Την έχω απαντήσει αρκετές φορές. «Μήπως δεν βρέθηκε ο κατάλληλος;». Δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει «κατάλληλος» και ποιος θα ήταν αυτός ο «κατάλληλος» για εμένα, πάντως δύο, τουλάχιστον, φορές που έφτασα στα πρόθυρα του γάμου και της μητρότητας, έκοβα ρόδα μυρωμένα. Γιατί (δεν) το έκανα λοιπόν; Ιδέα δεν έχω. Να πεις ότι ήθελα να αφοσιωθώ σε σπουδές και καριέρα, ούτε καν.

Δεν πήγα σε πανεπιστήμιο και η δημοσιογραφία μπήκε – πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια – τυχαία στη ζωή μου. Εγώ να «ταξιδεύω» ήθελα, σε χώρες, ιδέες, κείμενα, εμπειρίες, τέχνες και αυτή η δουλειά ήταν το καλύτερο μέσο γι’ αυτά τα «ταξίδια» (σιγά σιγά βέβαια την αγάπησα αφόρητα). Μετάνιωσα που δεν έγινα μάνα; Ποτέ. Αν το είχα μετανιώσει, έστω και αργά, θα υιοθετούσα ένα παιδί. Στη συνείδησή μου ισχύει απόλυτα το «Εχεις παιδιά; Να τα χαίρεσαι. Δεν έχεις; Να χαίρεσαι». Στη δική μου συνείδηση όμως. Δεν λέω ότι είναι ούτε σωστό ούτε λάθος. Ηταν, απλώς, αυτό που ήθελα να κάνω εγώ. Και το έκανα. (Μακάρι όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι, και ειδικά γυναίκες, να έκαναν αυτό που ήθελαν στη ζωή τους.)

Διαβάζω και ακούω τόσες μέρες αυτόν τον σαματά περί του Συνεδρίου Γονιμότητας και ειλικρινά δεν καταλαβαίνω προς τι όλος αυτός ο θόρυβος. Συγγνώμη, αλλά η αυτοδιάθεση του σώματός μας ήταν θέμα που εμείς, «τα κορίτσια των eighties», νομίζαμε ότι ήταν προ πολλού λυμένο. Πώς προέκυψε πάλι; Και αναρωτιέμαι μήπως βγάλαμε στον τάκο της ειδησεογραφίας κάτι που θα περνούσε απαρατήρητο.

Σαφώς και δεν συμφωνώ με τη φιλοσοφία (όχι με αυτό καθαυτό το θέμα) του συνεδρίου. Το έχω αποδείξει με τη ζωή μου, δεν νιώθω την ανάγκη να το υποστηρίξω και με τα λόγια μου. Οπως δεν συμφωνούσα και με τα κατεστημένα της εποχής μου, αλλά δεν έκαψα και κανένα σουτιέν. Προσπάθησα περισσότερο να περιχαρακώσω τις δικές μου ιδέες, τα δικά μου «θέλω», να αναπτύξω άμυνα απέναντι σε ανησυχίες, μοναξιές, ακόμη και την ανησυχία του «ποιος θα με κοιτάξει εμένα;». Σιγά, καλέ, δεν θα πάω και σαν το σκυλί στο αμπέλι.

Κορίτσια και αγόρια (όλων των ηλικιών), μην αναλώνεστε στο να καταγγέλλετε αυτά που λένε οι άλλοι. Αφουγκραστείτε τη δική σας ψυχή. Ο,τι και να λέει. Κι αυτό δεν είναι διδαχή, είναι εμπειρία.