Πόση οδύνη, πόση απόγνωση, πόση μαυρίλα… Ενα μακάβριο ψηφιδωτό από προσωπικά δράματα και ένα συλλογικό πένθος που αναζητεί αλλά δεν μπορεί να βρει τον δρόμο της λύτρωσης. Τουλάχιστον όχι όσο παραμένει ανοιχτός ο αριθμός των νεκρών και των αγνοουμένων. Τη Δευτέρα, 23 Ιουλίου, η Ελλάδα έχασε ένα κομμάτι της ψυχής της σε κάτι ασύλληπτο, σε μια αιφνίδια εκτόνωση της φύσης. Η πυρκαγιά άφησε πίσω της σώματα σε δρόμους, σε χωράφια, σε αυτοκίνητα, στα βάθη της θάλασσας, έναν ακίνητο χορό αρχαίας τραγωδίας που με τη σιωπή του υποβάλλει ταπεινότητα, περίσκεψη, σιωπή και πένθος.

Αυτό που συντάραξε ως τα κατάβαθα τού είναι της όλη τη χώρα, μοιάζει να αγγίζει επιδερμικά την κυβέρνηση. Ποιος θα δώσει άλλοθι στα 50 μέλη της, όταν κανένας τους δεν βρήκε να πει μια λέξη συμπόνιας σε όσους έμειναν πίσω, μια συγγνώμη σε αυτούς που έχασαν τα πάντα μέσα σε μια στιγμή· όταν δεν αισθάνονται προσωπική προσβολή από την παρουσία του Πάνου Καμμένου στον τόπο του θρήνου και από τους αλληλοεπαίνους των αρμόδιων, που δήλωσαν υπερήφανοι για τους χειρισμούς τους. Ακόμα και αν είναι, η σκιά των 87, ως τώρα, νεκρών δεν πέφτει βαριά πάνω τους; Η κυβέρνηση κήρυξε εθνικό πένθος και παράλληλα χάραξε γραμμή πυροπροστασίας από την κοινωνία. Στους πόσους βαθμούς εξουσίας καίγεται η περίφημη αριστερή ευαισθησία;

Διαβάστε περισσότερα εδώ