Αν μη τι άλλο, θέλει κότσια να κάτσεις στο ίδιο τραπέζι και να κοιτάξεις στα μάτια έναν άνθρωπο που πριν 20-30 χρόνια αν τον έβλεπες στο δρόμο, θα του αφαιρούσες πανεύκολα τη ζωή.

Κι όμως, αυτοί οι οκτώ άνθρωποι το έκαναν.

Τέσσερις τέως στρατιώτες των Βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων και τέσσερα πρώην μέλη του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (ΙRA) δέχτηκαν να συναντηθούν, να μιλήσουν για τους λόγους που αποφάσισαν να εμπλακούν σε μια πολεμική σύρραξη και να ζητήσουν ο ένας συγγνώμη από τον άλλον, σε μια προσπάθεια να κλείσουν πληγές του παρελθόντος και να διδαχθούν τα απαραίτητα μαθήματα από τα τυχόν λάθη τους.

Μάρτυρας της ιστορικής συγκυρίας –της πρώτης συνάντησης ανάμεσα σε εχθρούς από τη λήξη της ένοπλης σύγκρουσης το 1998- ήταν ο απεσταλμένος της εφημερίδας Guardian ο οποίος αναφέρει στο άρθρο του πως «η συνάντηση έγινε σε απολύτως πολιτισμένα πλαίσια και με πολλά χαμογελά κι από τις δυο πλευρές».

Μάλιστα, σε μια κίνηση με τεράστια σημειολογική άξια, η συνάντηση των οκτώ αντρών έλαβε χώρα στο Ντέρυ της Βόρειας Ιρλανδίας, όπου την Κυριακή 30 Ιανουαρίου 1972 ο βρετανικός στρατός άνοιξε πυρ και σκότωσε 13 άοπλους Καθολικούς που κατέβηκαν σε μια ειρηνική διαδήλωση.

Η «Ματωμένη Κυριακή» του Ντέρυ συνεχίζει να στοιχειώνει θύτες και θύματα, ειδικά τους πρώτους που όπως τόνισαν «ήταν λιγάκι σκεπτικοί στο ενδεχόμενο να επισκεφτούν τον τόπο θανάτου τόσων αθώων ανθρώπων».

«Ωστόσο, αμφότερες οι πλευρές επέμειναν πως ήταν σημαντικό αυτή η συνάντηση να λάβει χώρα στο Ντέρυ, ως ακόμη ένα θεραπευτικό βήμα προς τον πλήρη «εξανθρωπισμό» των εμπλεκόμενων στρατιωτών», λέει το άρθρο.

«Δεν είχαμε προσωπικό πρόβλημα με κανέναν Βρετανό στρατιώτη. Η οργή μας είχε στόχο την ίδια την βρετανική κυβέρνηση» λέει ένας εκ των τεσσάρων μαχητών του ΙRΑ που μάλιστα είχε κατεβεί στη διαδήλωση της Ματωμένης Κυριακής.

Και τα τέσσερα πρώην μέλη του ΙRΑ ζήτησαν από την βρετανική εφημερίδα να μην δημοσιοποιήσει τα ονόματα τους, ούτε να τους τραβήξει φωτογραφίες, αίτημα που έγινε δεκτό.

«Πλέον, δεν κρατάω κακία σε κανέναν Βρετανό στρατιώτη, ακόμη και σε αυτούς που αν τους έβλεπα σήμερα, θα θυμόμουν πως είχαν διαπράξει τον φόνο ενός αθώου συμπολίτη μου», συνεχίζει ο ίδιος, ενώ ένα άλλο μέλος του ΙRΑ επισημαίνει πως «πρέπει πάντα να βάζουμε τον εαυτό μας στη θέση του εχθρού προκειμένου να καταλάβουμε τα κίνητρα των πράξεων του».

Με την άποψη τους συντάσσονται και οι άλλοτε «εχθροί» τους, δηλαδή οι Βρετανοί Μπεν Γκρίφιν, Λι Λέιβις, Κίραν Ντέβλιν και Μάικλ Πάικ.

«Είναι σημαντικό για πρώην εχθρούς να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι και να προσπαθήσουν να «εξανθρωπιστούν» αλλά και να δουν τον άνθρωπο απέναντι τους όχι ως αντίπαλο, αλλά ως συμπολίτη και φίλο», λέει ο Ντέβλιν.

«Δεν με ενδιαφέρει να κρίνω ή να κατακρίνω τον άλλον. Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να προωθήσω ένα κλίμα αλληλοκατανόησης», συνοψίζει με τη σειρά του ο Λέιβις, ο οποίος μάλιστα διαμένει μόνιμα στο Μπέλφαστ κι ήταν αυτός που πρώτος δοκίμασε να φέρει σε επαφή τις δυο αντιμαχόμενες πλευρές.

Υπάρχουν φυσικά και οι διάφορες που εξακολουθούν να χωρίζουν τις δυο πλευρές: Σε αντίθεση με τους Βρετανούς στρατιώτες που παραδέχονται πως αν είχαν την ευκαιρία δεν θα πατούσαν το πόδι τους στο Μπέλφαστ ξανά, τα τέως μέλη του ΙRΑ δεν μετανιώνουν στιγμή για την εμπλοκή τους στον απελευθερωτικό αγώνα.

Άλλωστε, όπως λένε, «δεν πήγαν αυτοί στον πόλεμο, αλλά ο πόλεμος ήρθε και χτύπησε την πόρτα τους στην ίδια τους τη χώρα».

Μετά από περίπου δυο ώρες, γράφει το ρεπορτάζ, οι οκτώ άντρες πήραν ο καθένας το δρόμο για το σπίτι τους, με την υπόσχεση πως σύντομα θα συναντηθούν ξανά.

Σύμφωνοι, φίλοι δεν πρόκειται (μάλλον) να γίνουν ποτέ, όμως αυτό που μπορεί κάλλιστα να συμβεί είναι να χτιστεί, όπως είπαν, μια σχέση κατανόησης κaι εμπιστοσύνης ανάμεσα τους.

Κωνσταντίνος Τσάβαλος

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ