Τα Wine Bars έχουν εισέλθει δυναμικά στο προσκήνιο. Τα τελευταία δύο χρόνια όλο και περισσότεροι «καταφεύγουν» σε αυτά, ενώ η διακόσμηση, η ξεκούραστη ατμόσφαιρα και οι λογικές τιμές λειτουργούν ως μπαλαντέρ, που ανακατεύουν με άποψη τη νυχτερινή τράπουλα.
Τα Wine Bars «ανθίζουν» διάσπαρτα, και απευθύνονται σε μια μεγάλη γκάμα ηλικιών. Μπορεί να συναντήσει κανείς σε αυτά από 30αρηδες μέχρι 50αρηδες.

Όπως και η ηλικία, έτσι και η διακόσμηση ποικίλει. Άλλα θυμίζουν κάτι από Νέα Υόρκη, ενώ υπάρχουν και εκείνα που ανασύρουν ένα πιο νεοκλασικό «άρωμα».

Εκείνο που κινείται σε καθιερωμένα «πλαίσια» είναι το κρασί, ο αληθινός πρωταγωνιστής του χώρου. Νέοι και μεσήλικες με κοστούμι και μη, «επαφίενται» στη «ζεστασιά» της καρέκλας, συνομιλούν με φίλους ή συνεργάτες, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται το «πεχά» του άγχους την ώρα που την κοιλιακή κοιλότητα διαπερνούν το κρασί και μια νόστιμη σαλάτα.

Η άνοδος των Wine Bars εγείρει το εξής ερώτημα: Είναι πράγματι της μόδας ή μια οικονομική λύση εκτάκτου ανάγκης;

Βάζοντας στην άκρη ερωτηματικά, θα μπορούσε να πει κανείς πως μετά από μια δύσκολη ημέρα, ένα ποτήρι κρασί στο «By the glass»( Γ.Σουρή 3 & Φιλελλήνων) είναι μια καλή λύση.

Το εντυπωσιακό της «υπόθεσης« είναι ότι το μπαρ βρίσκεται σε μια στοά με νεοκλασικά κτίρια της δεκαετίας του ’20. Ανοίγει τις «πύλες» του από το πρωί με καφέ και γευστικά σάντουιτς, ενώ μπορεί να βρει κανείς εκεί πάνω από 50 ετικέτες σε κρασί.

Το κρασί μπορεί να συνοδευτεί από τη νόστιμη και χορταστική σαλάτα με κοτόπουλο και σταφίδα . Παράλληλα, στο μπαρ διοργανώνονται και τεστ γευσιγνωσίας κρασιού.

Μια άλλη καλή επιλογή για να πιει κανείς κρασί είναι το «Osterman» (Πλατεία Αγίας Ειρήνης 10) που απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες. Η μουσική του είναι mainstream, έχει στοιχεία lounge, και «αγκαλιάζει» τους τριαντάρηδες.

Όπως είπε και ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού, η επιτυχία του οφείλεται στο ότι μπορεί να απολαύσει κανείς φίνες γεύσεις χωρίς να φύγει με άδειες τσέπες. Παράλληλα, το Osterman «παντρεύει» το επίσημο με το πρόχειρο, στοιχείο που λείπει από την Αθήνα, καθώς δεν είναι ούτε ταβέρνα, ούτε επίσημο εστιατόριο, αλλά μοιάζει με γαλλικό bistro.

H «κορύφωση» στο «Osterman» είναι γύρω στις 22:00, ενώ η αποχώρηση ξεκινά από τη 01:00.

Και το «Wine Booth» (Φωκίωνος 12) προσφέρει ποιοτικό κρασί σε λιτή ατμόσφαιρα, με τον κατάλογο να απαριθμεί είκοσι διαφορετικές ετικέτες σε ποτήρι. Το κρασί μπορεί να συνοδευτεί με ποικιλία αλλαντικών, ενώ η ατμόσφαιρα είναι ευχάριστη και η μουσική ήρεμη και μελωδική. Οι φιάλες ξεπερνούν τις 100, ενώ η μυρωδιά καπνισμένου βαρελιού λειτουργεί ως μαγνήτης.

Μετά τη δουλειά μπορεί να βρει «καταφύγιο» κανείς και στο «Bottega» (Φραγκοκλησιάς 3Α & Γρανικού, Μαρούσι). Πρόκειται για έναν χώρο με industrial στιλ και μπετονένιο ταβάνι, με το ξύλο να δίνει «ρεσιτάλ» στη διακόσμηση. Οι ετικέτες κρασιού είναι κυρίως από τον ελληνικό αμπελώνα, ενώ η ήρεμη τζαζ μουσική δημιουργεί μια ελκυστική ατμόσφαιρα.

Άλλο ένα ψαγμένο μέρος για να πιει κανείς κρασί είναι το «Para Siempre» (Χάρητος 43, Κολωνάκι) που υποδέχεται τη χειμερινή σεζόν με ανανεωμένο μενού, και νέα λίστα κρασιών από επιλεγμένους ελληνικούς και διεθνείς αμπελώνες. Η διακόσμησή του διακρίνεται από κάτι το νοσταλγικό και βιομηχανικό, ενώ οι πόρτες κάνουν τη διαφορά.

Ελισάβετ Σταμοπούλου