Σκοτάδι και ελληνική μουσική. «Ένας αϊτός μωρέ ένας αϊτός καθότανε ναι μωρέ». Η αυλαία του δράματος σηκώθηκε, και η οδυνηρή πραγματικότητα της βίας ξεδιπλώθηκε. Τα φώτα ξαφνικά άνοιξαν και η δυστυχία πήρε σάρκα και οστά. Ο «Μουνής» της Λένας Κιτσοπούλου , μια παράσταση – «κραυγή» για τη βία που έχουν υποστεί και υφίστανται γυναίκες της ελληνικής επαρχίας, ζωντάνεψε και πάλι επί σκηνής Θεάτρου Νέου Κόσμου.
Σκοτάδι και ελληνική μουσική. «Ένας αϊτός μωρέ ένας αϊτός καθότανε ναι μωρέ»… Η αυλαία του δράματος σηκώθηκε, και η οδυνηρή πραγματικότητα της βίας ξεδιπλώθηκε. Τα φώτα ξαφνικά άνοιξαν και η δυστυχία πήρε σάρκα και οστά. Ο «Μουνής» της Λένας Κιτσοπούλου , μια παράσταση – «κραυγή» για τη βία που έχουν υποστεί και υφίστανται γυναίκες της ελληνικής επαρχίας, παίζεται ακόμα στο Θεάτρο Νέου Κόσμου, καθώς σημείωσε μεγάλη επιτυχία.

Με φόντο ζωγραφιές σε ένα χάρτινο ταμπλό, το «κουβάρι» της σκληρότητας άρχισε να ξεδιπλώνεται και ο ηθοποιός Σταύρος Γιαννουλάδης έλεγε αργά και επίμονα τη λέξη Μουνής.

Το παρατσούκλι ενός ρακένδυτου από ηθικές και συναισθηματικές αξίες, άνδρα, που στην ουσία λεγόταν Γιάννης, αλλά έλαβε το όνομα Μουνής λόγω της γυναικοκρατούμενης οικογένειας στην οποία μεγάλωσε.

Η ζωή στην ελληνική επαρχία, η καταπίεση που «κυνηγά» τα παιδιά, οι παράλογες προκαταλήψεις και η υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας στη σκιά μιας αυστηρά πατριαρχικής κοινωνίας, ήταν θέματα τα οποία «ξεγυμνώθηκαν». στην παράσταση.

Με τη χαρακτηριστικά χειμαρρώδη και «έξω από τα δόντια» γραφή της Λένας Κιτσοπούλου, η υπερβολή και το στοιχείο του σοκ εισέβαλαν στο «παιχνίδι» ταρακουνώντας τον θεατή για ένα μείζον θέμα, που συχνά παίρνει το δρόμο της σιωπής.

Το έργο ανέσυρε μνήμες από το παρελθόν, που είχαν αποκαλυφθεί υποθέσεις εξωφρενικής βίας και έλλειψης σεβασμού προς τη γυναικεία φύση (π.χ. υπόθεση Κωσταλέξι).

Η σκηνοθεσία του Παντελή Δεντάκη, αλλά και η θεατρική ομάδα των νέων ηθοποιών, Frontal, αποτύπωναν ρεαλιστικά μέσα από τις κινήσεις του σώματος, το βλέμμα και το στόμα, το δράμα αλλά και τις πτυχές υπερβολής που ενείχε ο «Μουνής».

Το γυμνό έδωσε το παρών στην παράσταση όταν οι δύο νεαρές ηθοποιοί έβγαλαν τις μπλούζες τους αναπαριστώντας έτσι την ατίμωση που «χτυπούσε» τις γυναίκες.

Το νεύρο, η παράνοια και η βία έδιναν ρεσιτάλ. Η πραγματικότητα των καταπιεσμένων γυναικών αναδύθηκε ωμά επί σκηνής και η αφήγηση συνόρευε με το κήρυγμα και τον πόνο.

Οι ηθοποιοί είχαν ποικίλους ρόλους. Άλλοτε λειτουργούσαν ως αφηγητές και άλλοτε ως πρωταγωνιστές. Τα λιτά σκηνικά δεν άλλαζαν, αλλά το τοπίο της δράσης ήταν ρευστό. Η δυστυχισμένη οικογένεια του Μουνή, το κομμωτήριο – άντρο του κουτσομπολιού και οι κόνξες εισέρχονταν εναλλάξ στο προσκήνιο, ενώ οι φωνές των ηθοποιών τροποποιούνταν.

Ο τριτοκοσμικός σκοταδισμός της πατριαρχικής οικογένειας ήταν σε πρώτο πλάνο. Ο Μουνής ξυλοκοπούσε ανελέητα όχι μόνο τη γυναίκα του, αλλά και τα παιδιά του. Είχε κόψει το αυτί του γιου του και φερόταν βάναυσα στην κόρη του. Παγιδευμένος στα απωθημένα και κυριευμένος από μίσος και αδάμαστο θυμό κόντευε να σκοτώσει την οικογένειά του, ενώ την ίδια στιγμή ο περίγυρός του παρέμενε αδρανής.

Το κουτσομπολιό και η θολή «ζελατίνα» του δήθεν, που προβάλλεται πολύ στο έργο ως ιδίωμα της ελληνικής επαρχίας, λειτουργούσαν συχνά ως «όπλα» κατά του ανελέητου. Οι φαινομενικά υγιείς οικογένειες, ο φόβος των γυναικών και η κακομεταχείριση πρωταγωνιστούσαν.

Οι σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων ήταν αναιμικές. Η μοίρα της γυναίκας καρκινοβατούσε και το αδιέξοδο ξεπρόβαλε ολόγυμνο. Ο γάμος φάνταζε ως έξοδος από την καταπίεση των γονέων, αλλά ταυτόχρονα ενέτασσε τις γυναίκες στη «χιονοθύελλα» μιας νέας οικογένειας, «χτισμένης» και πάλι χωρίς τα κατάλληλα στηρίγματα.

Η κόρη του Μουνή παντρεύτηκε 15 ετών. Το παιδί δεν ήταν, όμως, του συζύγου της, που ήταν γιος παπά. Η μητέρα της, η Νίτσα, της φώναζε συνεχώς, της υπεδείκνυε πώς να περιγράφει την ερωτική πράξη στο κομμωτήριο ώστε να πείσει τους συγχωριανούς της πως το παιδί ήταν του συζύγου τους, ενός άνδρα καθηλωμένου σε αναπηρικό καροτσάκι, όμηρου της καταπίεσης των γονέων του.

Η Νίτσα συνευρέθηκε ερωτικά με τον γαμπρό της, καθώς η κόρη της δεν τον ήθελε, και ο φόβος της αποκάλυψης για την ταυτότητα του πατέρα του παιδιού μεγάλωνε. Χωρίς να το καταλάβει ο γαμπρός της, η Νίτσα του κάλυψε το πρόσωπό του και άλλη μια εικονική πραγματικότητα «γεννήθηκε».

Απεγνωσμένες μητέρες που προσπαθούν με λάθος τρόπο να σώσουν τα κατεστραμμένα, από την καταπίεση, παιδιά τους, πατεράδες που υποδουλώνονται στη δίνη του θυμού και των προκαταλήψεων και μια αδρανής κοινωνία που επιλέγει να φορά την «πανοπλία» του δήθεν, να κουτσομπολεύει και να λοιδορεί την οποιαδήποτε αδυναμία. Αυτή είναι η πραγματικότητα του «Μουνή», μιας παράστασης, που σοκάρει, ενώ αφήνει σαφείς αιχμές και χλευάζει τις αδυναμίες της ελληνικής επαρχίας. Ταυτόχρονα θέτει σε πρώτο πλάνο το «ντόμινο» της βίας των γυναικών.

Έρχεται να θυμίσει πως η βία φέρνει βία.

Ελισάβετ Σταμοπούλου

Θέατρο Νέου Κόσμου, Αντισθένους 7 & Θαρύπου, 2109212900. Διάρκεια: 80΄