La Diva Renee
Η «αγαπημένη της Αμερικής», η «ντίβα του λαού», είναι η ηρωίδα ενός οικείου μύθου, το κορίτσι της διπλανής πόρτας, που κατέκτησε την κορυφή στη χώρα της και κέρδισε πλανητική αποδοχή. Η διεθνής της φήμη δεν περιορίζεται μόνο στο χειροκρότημα, στις αμοιβές της, στις πωλήσεις των δίσκων της, στα εισιτήρια που εξαντλούνται όπου εμφανίζεται. «La Diva Renée» είναι μια λιχουδιά υψηλής ζαχαροπλαστικής, δημιουργία του διάσημου σεφ Ντανιέλ Μπουλύ, «La Voce» είναι το άρωμα που της αφιέρωσε η Coty, η μεγαλύτερη εταιρία παραγωγής αρωμάτων του κόσμου και τα ρούχα της στη σκηνή φέρουν λαμπερές υπογραφές υψηλής ραπτικής: Κριστιάν Λακρούα, Καρλ Λανγκερφελντ, Αρμάνι, Βαλεντίνο, Μιγιάκε κ.ά.
Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα την κάλεσε στην τελετή της ορκωμοσίας του και εκείνη ανέβηκε τα σκαλιά του Μνημείου του Λίνκολν και τραγούδησε, «You’ll never walk alone» (Δεν θα μείνεις ποτέ μόνος). Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου (2008) άνοιξαν με την υπέροχη φωνή της, την Ημέρα των Ευχαριστιών τραγουδάει από το Άγαλμα της Ελευθερίας με την μπάντα του Αμερικανικού Ναυτικού, έχει τραγουδήσει σε τελετή απονομής του Βραβείου Νόμπελ (2006), όπως και στα 20 χρόνια από τη Βελούδινη Επανάσταση της Πράγας και το σπίτι της είναι η Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης. Στο YouTube έχει την επισκεψιμότητα ροκ ειδώλων και το κοινό παρακολουθεί τη ζωή και την καριέρα της στην τηλεόραση, στον τύπο και στο διαδίκτυο.
Από τη σκηνή της ΜΕΤ και τις σκηνές όλων των μεγάλων θεάτρων όπερας του κόσμου έχει τραγουδήσει ένα ρεπερτόριο που απλώνεται σε πενήντα και περισσότερες όπερες, από τον Χέντελ, τον Μότσαρτ, τον Ντβόρζακ, τον Μασνέ μέχρι τον Αντρέ Πρεβέν, που έγραψε ειδικά για εκείνην το «Λεωφορείο ο πόθος», τη δεκαετία του 90. Οι κριτικοί βρήκαν στην Ρενέ Φλέμινγκ την ιδανική ερμηνεύτρια του Ρίχαρντ Στράους και της αναγνωρίζουν, πέρα από το μεγαλείο της φωνής της, τις πολύ προσωπικές επιλογές των ρόλων της, με τις οποίες έχει αναδείξει σπάνια και λιγότερο δημοφιλή έργα του οπερατικού ρεπερτορίου.
Έχει ηχογραφήσει τα πάντα, από το προκλασικό, το κλασικό, το ρομαντικό ρεπερτόριο, μέχρι τον Στράους, τη τζαζ και τη μουσική υπόκρουση του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» και είναι πρόθυμη να εξιχνιάσει ακόμα περισσότερο το οπερατικό ρεπερτόριo αν και δεν έχουν μείνει και πολλοί ρόλοι, κατάλληλοι για τη φωνή της.
Τρία βραβεία Grammy και δώδεκα υποψηφιότητες για το ίδιο βραβείο είναι μόνο ελάχιστες από τις διακρίσεις που έχουν κερδίσει οι ηχογραφήσεις της. Το 2010 ο δίσκος της «Verismo» με σπάνιες άριες από ιταλικές όπερες, κέρδισε το Grammy και την ίδια χρονιά το ίδιο βραβείο για το «Dark Hope» (Σκοτεινή Ελπίδα) με τραγούδια των Λέοναρντ Κοέν, Πητερ Γκάμπριελ, των Arcade Fire, και των Death Cab for Cutie κ.α. Grammy και το 2008 για «Τα τέσσερα τελευταία τραγούδια» του Ρίχαρντ Στράους και για το DVD με την Θαΐδα του Μασνέ από την παράσταση της Μετροπόλιταν Όπερα. Για «Τα τέσσερα τραγούδια» του Στράους κέρδισε το 2009 και το Echo Award ενώ για το DVD με την τελευταία όπερα του Ρ.Στράους, «Καπρίτσιο», την ίδια χρονιά, κέρδισε το Prix Maria Callas Orphee d’Or της Academie du Disque Lyric .
Για την Ρενέ Φλέμινγκ (γ.1959) η μουσική δεν ήταν ιερό μυστήριο, αλλά κομμάτι της καθημερινότητάς της. Η ευαισθησία, η γνώση και η τεχνική της προέκυψαν αβίαστα: οι γονείς της ήταν μουσικοί, δάσκαλοι φωνής στην πόλη Ρότσεστερ της πολιτείας της Νέας Υόρκης, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Η γιαγιά της έπαιζε όργανο στην εκκλησία και ο παππούς της βιολί στην λαϊκή ορχήστρα της πόλης. Η οικογένεια είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ από την Πράγα και είχε πίσω της τη σκληρή ιστορία των Κεντροευρωπαίων φυγάδων από τη δίνη του ναζισμού και του Β΄ Πολέμου.
Πριν κλείσει τα δυο της χρόνια, είχε μάθει να τραγουδάει με δασκάλα τη μητέρα της, στο οικογενειακό τραπέζι συζητούσαν κάθε βράδυ για τις φωνές και το τραγούδι και τα χρόνια που σπούδαζε μουσική στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης (SUNY) έγινε μέλος ενός τζαζ τρίο. Το τρίο έπαιζε κάθε Σαββατοκύριακο σε μια παμπ και η Ρενέ τραγουδούσε. Εκεί την άκουσε ο μεγάλος σαξοφωνίστας Ιλινόι Τζακέτ και την κάλεσε σε περιοδεία με τη δική του μπάντα, αλλά εκείνη αποφάσισε να προχωρήσει με τις σπουδές της. «Για τη τζαζ χρειάζεσαι μια τεράστια προσωπικότητα, όπως της Έλα Φιτζέραλντ ή της Σάρα Βον, αυτό δημιουργεί την επικοινωνία με το κοινό. Κι εγώ τότε ήμουνα ακόμα μέσα στο καβούκι μου».
Ολοκλήρωσε τη μουσική της εκπαίδευση στη Σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης και η καριέρα της στην όπερα άρχισε το 1989 με το ντεμπούτο της στην Όπερα της Πόλης της Νέας Υόρκης και στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου. Με τους «Γάμους του Φίγκαρο» έκανε την πρώτη της εμφάνιση στην Μετροπόλιταν Όπερα το 1991 και ο πρώτος θρίαμβος ήρθε λίγο αργότερα με την όπερα του Τζον Κοριλιάνο, «Τα Φαντάσματα των Βερσαλιών». Η όπερα αυτή έγινε η αγαπημένη του κοινού και αργότερα μεταδόθηκε και από την τηλεόραση με τεράστια τηλεθέαση. «Στην πολύχρονη ζωή μου συνάντησα ίσως δυο σοπράνο με τέτοια ποιότητα ερμηνείας. Η άλλη ήταν η Ρενάτα Τεμπάλντι», είπε ο σερ Γκέοργκ Σόλτι, που υπήρξε και ο πρώτος της μέντορας.
Τα μεγάλα θέατρα όπερας την υποδέχονταν το ένα μετά το άλλο και η απόλυτη καθιέρωση ήρθε τη σεζόν 1995-96, όταν άνοιξε το πρόγραμμα της Μετροπόλιταν εκείνης της χρονιάς με τη Δυσδαιμόνα, στον Οθέλλο του Βέρντι και με παρτενέρ της τον Πλάσιντο Ντομίνγκο. Τραγούδησε με σφρίγος και με συγκινητική εκφραστικότητα και το κοινό την αποθέωσε, οι κριτικοί είχα ανακαλύψει μια φωνή που έφερνε δάκρυα στα μάτια, μια σοπράνο με μια απόλυτη λυρική φωνή κατάλληλη για την όπερα και τα lieder, μια πραγματική κολορατούρα με εντυπωσιακή άνεση στο ιταλικό, το γερμανικό, το γαλλικό, το ρωσικό και το τσέχικο ρεπερτόριο.
Η Ρενέ Φλέμινγκ πορεύτηκε σταθερά και προσεκτικά και απέφυγε την απότομη απογείωση. «Οι άνθρωποι του χώρου μας αρπάζουν κάθε νέο ταλέντο και το πετάνε στα βαθειά. Οι νέοι μουσικοί παρασύρονται, κάνουν γρήγορα διεθνή καριέρα με αδιανόητη πίεση και με ελάχιστο χρόνο για να δουλέψουν, να προετοιμαστούν, να τελειοποιηθούν. Είναι καταστροφικό», γράφει στο βιβλίο της, «Η εσωτερική φωνή» (The inner voice, 2004).
Ο αμερικανικός της εκλεκτικισμός την κάνει να αναζητάει πολλούς και διαφορετικούς μουσικούς δρόμους σε παράλληλα σύμπαντα. Η τζαζ υπήρξε για την Φλέμινγκ μια αφετηρία, που τη βοήθησε να ξεπεράσει τη φυσική της συστολή, να αποκτήσει συναισθηματικές αποχρώσεις στη φωνή της, και να λέει ναι σε προκλήσεις: Αρμίντα του Ροσίνι τη μια βραδιά στην Μετροπόλιταν, στο στούντιο για την ηχογράφηση του «Dark Hope» την επομένη, ( με την αδελφή της Ρέιτσελ, τραγουδίστρια σε μουσικά θέατρα και τις δυο κόρες της, την Αμέλια και την Σέιτζ), τραγούδια του Ντιούκ Έλιγκτον με τον Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ στο πιάνο, τραγούδια από μιούζικαλ του Μπρόντγουέι.
Σήμερα, ήδη επί δυο δεκαετίες στην κορυφή, εξακολουθεί να σκέφτεται στρατηγικά: «Πρέπει να συγκεντρωθώ στους στόχους των επόμενων 10-15 χρόνων», λέει και θέλει να κάνει ό,τι μπορεί για την όπερα, «για να γίνει καλύτερη, να ανταποκρίνεται στο σήμερα, να αντέξει στο χρόνο». Γι αυτό και τον περασμένο Δεκέμβριο ανέλαβε θέση συμβούλου στην Λυρική Όπερα του Σικάγο, μια θέση πίσω από τη σκηνή, που της δίνει τη δυνατότητα να συμμετέχει στον προγραμματισμό του θεάτρου, να συμβάλλει στην προβολή των δραστηριοτήτων του και στην ενίσχυση των εκπαιδευτικών του προγραμμάτων. Παράλληλα συμμετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο του Κάρνεγκι Χολ, στο Δ.Σ. του Sing for Hope, και το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του Ιδρύματος White Nights of America.
Η Ρενέ Φλέμινγκ έρχεται στην Αθήνα, μετά από δυο πρόσφατες επιτυχίες της στην Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης: Αρμίντα του Ροσίνι και Καπρίτσιο του Ρίχαρντ Στράους. Τα κοντσέρτα της για την εφετινή σεζόν άρχισαν τον Σεπτέμβριο με την εμφάνισή της με τη Συμφωνική Ορχήστρα του ΒBC στα Proms του Λονδίνου, συνεχίστηκαν στις ΗΠΑ με τη Συμφωνική του Πίτσμπουργκ και αρχιμουσικό τον Μάνφρεντ Χόνεκ, τη Συμφωνική του Σαίντ Λούις με τον Ντέιβιντ Ρόμπερτσον, την Εθνική Συμφωνική με τον Κριστόφ Έσενμπαχ. Το Οκτώβριο, η Ρενέ Φλέμινγκ εμφανίστηκε στη Γερμανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο με τη Φιλαρμονική του Μονάχου και μαέστρο στον Κρίστιαν Τίλεμαν και τον Νοέμβριο έκανε μια σκανδιναβική περιοδεία με την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Δανίας, τη Συμφωνική του Άαρχους, τη Βασιλική Φιλαρμονική της Στοκχόλμης, τις Ορχήστρες της Νορβηγικής και της Φινλανδικής Ραδιοφωνίας. Ανάμεσα στις πολλές άλλες εμφανίσεις της ξεχωρίζουν εκείνες με την Λυρική Όπερα του Σικάγο, τη Συμφωνική του Τορόντο, τη Φιλαρμονική του Βερολίνου και τη Στάατσκαπέλε της Δρέσδης. Η σεζόν περιλαμβάνει επίσης ρεσιτάλ στο Σαίντ Πολ της Μινεσότα, στο Κάνσας Σίτι του Μισούρι, στο Κεμπέκ, στο Μοντρεάλ, στην Ουάσινγκτον και στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης.
Την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στο γκαλά με την Ρενέ Φλέμινγκ, διευθύνει o Κρίστιαν Γέρβι, ένας μουσικός με πολλά πρόσωπα, που έχει κι αυτός, όπως η Ρενέ Φλέμινγκ, ευρωπαϊκή καταγωγή, αμερικανική εκπαίδευση, προέρχεται από οικογένεια μουσικών και πιστεύει στη μουσική χωρίς σύνορα και κατηγοριοποιήσεις.
Ο Κρίστιαν Γέρβι ήταν επτά χρόνων όταν έφτασε με την οικογένειά του από το Ταλίν της Εσθονίας στις ΗΠΑ, το 1979. Πριν ακόμα φύγει από την Εσθονία είχε γοητευτεί από τη ροκ και την ποπ μουσική που άκουγε «λαθραία», από τον φινλανδικό τηλεοπτικό σταθμό. Ο πατέρας του, Νέρβι Γέρβι, ήταν ο Μουσικός Διευθυντής της Εθνικής Όπερας της Εσθονίας και της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας, ταξίδευε συχνά στο εξωτερικό και τροφοδοτούσε τον γιό του με δίσκους του Τόνι Μπένετ, του Φρανκ Σινάτρα, του Ντιούκ Έλιγκτον, των Μπητλς. Όταν εγκαταστάθηκαν στην Νέα Υόρκη, ο Κρίστιαν ανακάλυψε το γκρουπ της ραπ Run –D.M.C. τους Police, που ήταν τότε στις δόξες τους, την Κάρλα Μπλέι, που την θαυμάζει απεριόριστα και τον Στινγκ, που τον θεωρεί έναν από τους σπουδαιότερους μουσικούς που υπήρξαν ποτέ.
Σπούδασε πιάνο στην Manhattan School of Music και διεύθυνση ορχήστρας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Από το 1998 μέχρι το 2000 ήταν βοηθός του Έζα-Πέκα Σάλονεν στην Φιλαρμονική του Λος Άντζελες. Την περίοδο 2000-2004, Αρχιμουσικός στην Συμφωνική Ορχήστρα της Όπερας της Νόρλαντ, στην Ουμέα της Σουηδίας και την περίοδο 2004-2009 Αρχιμουσικός της Ορχήστρας Τονκύστλερ της Βιέννης. Είναι Καλλιτεχνικός Σύμβουλος στην Ορχήστρα Δωματίου της Βασιλείας και αρχιμουσικός και δημιουργός της Φιλαρμονική Ορχήστρας Νέων της Βαλτικής.
Εκτός από μια υποψηφιότητα για Grammy, ο Γέρβι, έχει κερδίσει το βραβείο των Γερμανών Δισκοκριτικών και ένα σουηδικό Grammy για την όπερα του Σουηδού συνθέτη Χίλντινγκ Ρόζενμπεργκ, «Isle of Bliss», έχει ηχογραφήσει την «Λειτουργία», του Λέοναρντ Μπέρνστάιν και θεωρείται ειδικός στην μουσική του 20ου αιώνα καθώς και στη σύγχρονη. Αναθέτει σταθερά έργα σε σύγχρονους συνθέτες, ενώ δεν εγκαταλείπει και το ρεπερτόριο της κλασικής και της ρομαντικής περιόδου στο οποίο έχει σημαντική δισκογραφία.
Με το πάθος του για τη σύγχρονη μουσική ο Κρίστιαν Γέρβι, δημιούργησε πριν μερικά χρόνια, το «Absolute Ensemble», μια ηλεκτρο-ακουστική μπάντα, όπως την αποκαλεί ο ίδιος, με 18 μέλη, που παρουσιάζει ένα μεγάλο φάσμα σύγχρονης μουσικής: έργα δωματίου του Τζον Άνταμς, αλλά και του Τζον Ζόρν, μεταγραφές έργων κλασικών συνθετών, έργα με ρίζες στην τζαζ και τη ροκ. Το συνεκτικό υλικό όσων συμμετέχουν σε αυτή την περιπέτεια, που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος, είναι η πρόθεσή τους να καταργήσουν τα σύνορα ανάμεσα στα διάφορα είδη σύγχρονης μουσικής. Η κατηγοριοποίηση είναι ο μεγάλος εχθρός του συνόλου αυτού, που έχει την έδρα του στη Νέα Υόρκη «την πιο φιλόξενη πόλη του κόσμου στη καινούργια μουσική», κατά τον Κρίστιαν Γέρβι.
Ο πατέρας Γιέρβι, στη δεκαετία του 90 έγινε Μουσικός διευθυντής της Συμφωνικής του Ντιτρόιτ, ο αδελφός του Πάαβο Γέρβι –δέκα χρόνια μεγαλύτερος από τον Κρίστιαν- είναι ο Μουσικός Διευθυντής της Συμφωνικής του Σινσινάτι ενώ η αδελφή τους Μααρίκα, είναι φλαουτίστα στο Παρίσι.
Το γκαλά όπερας της αμερικανίδας ντίβας εντάσσεται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Σειράς Μεγάλες Λυρικές Φωνές της Εποχής μας.
| Οι τιμές των εισιτηρίων για τo γκαλά είναι: €11 ,00 (Φοιτητικά) – 19,00 – 35.00 – 50,00 και 70 € (Διακεκριμένη Ζώνη). |
- Είναι το αχλάδι το «δώρο των θεών»;
- Γκρίφο: Ο Ιταλός με καριέρα μόνο στη Γερμανία, ονειρεύεται τη Serie A
- Καιρός: Χειμωνιάτικο σκηνικό με θυελλώδεις ανέμους έως 9 μποφόρ – Πού αναμένονται βροχοπτώσεις
- Από τα κόκκινα χαλιά στα χαρακώματα: Το 2000 Μέτρα μέχρι την Αντρίιβκα δεν είναι «μια προπαγανδιστική ταινία»
- «Πότε πέρασαν;»: Οι άνθρωποι που δυσκολεύονται να απολαύσουν τις γιορτές
- Ανδρέας Ξανθός: Ενισχύσαμε το ΕΣΥ εν μέσω μνημονίων – Σήμερα είτε πρέπει να πληρώσεις, είτε να βρεις μέσο


