Θεσσαλονίκη: Διαστάσεις επιδημίας λαμβάνει παγκοσμίως η νόσος Αλτσχάιμερ, της οποίας η ριζική θεραπευτική αντιμετώπιση δεν έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα. Σημαντικά βήματα όμως έχουν γίνει στη διάγνωση της, καθώς οι επιστήμονες είναι πλέον σε θέση να εντοπίσουν τις περιοχές του εγκεφάλου, όπου συντελούνται οι βλάβες, οι οποίες προκαλούν την ασθένεια.

Όμως υπάρχουν πολλές ελπίδες στο μέλλον ότι η χρησιμοποίηση προγονικών κυττάρων, που βρίσκονται στον εγκέφαλο, η κλινική εφαρμογή των νευροτροφινών, μέθοδοι που ανάγονται στο χώρο της νανοτεχνολογίας και η ενδεχόμενη εφαρμογή του εμβολίου για τη νόσο, θα αποτελέσουν ένα σταθερό βάθρο για την πλήρη αντιμετώπιση και την ουσιαστική καταπολέμησή της.

Περισσότεροι από 25 εκατομμύρια άνθρωποι υπολογίζεται ότι πάσχουν σήμερα από άνοια παγκοσμίως, ενώ καταγράφονται 4,6 εκατομμύρια νέων περιστατικών κάθε χρόνο. Η άνοια, και κυρίως η νόσος Αλτσχάιμερ επηρεάζει ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό ατόμων και η εμφάνισή της θα αυξηθεί με τη γήρανση του πληθυσμού.

Η νόσος Αλτσχάιμερ αποτελεί ένα σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα. Η αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης πέραν των 85 ετών εγκυμονεί τον κίνδυνο της άνοιας και κατά συνέπεια της νόσου Αλτσχάιμερ, η οποία αποδυναμώνει νοητικά και πνευματικά υψηλό ποσοστό ανθρώπων.

Τα παραπάνω επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Νευρολoγικής Εταιρείας Δρ Κωνσταντίνος Σιτζόγλου με την ευκαιρία του 23ου Πανελληνίου Συνεδρίου Ελλήνων Νευρολόγων, που πραγματοποιείται στη Θεσσαλονίκη.

Η νόσος Αλτσχάιμερ, που συνοδεύεται από αγγειακή εγκεφαλική νόσο, είναι η μορφή άνοιας με τη μεγαλύτερη επίπτωση στα ηλικιωμένα άτομα, ενώ οι άλλες νευροεκφυλιστικές μορφές (στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η άνοια με σωμάτια Lewy και η μετωποκροταφική άνοια) είναι λιγότερο συχνές.

Η άνοια προσβάλλει τουλάχιστον 5 εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη και σχετίζεται με σημαντική σωματική, κοινωνική και ψυχιατρική αναπηρία στους ασθενείς και σημαντικό φορτίο και πίεση στα μέλη της οικογένειας που παρέχουν φροντίδα. Επιπλέον, η νόσος Αλτσχάιμερ και οι άλλες ανοϊκές διαταραχές καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση στο σύνολο των εγκεφαλικών νόσων όσον αφορά στην απώλεια λειτουργικών ετών ζωής συνεπεία της αναπηρίας.

Από τις μελέτες που έγιναν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 6-7% των ατόμων ηλικίας μεγαλύτερης των 65 ετών πάσχει από άνοια. Το ποσοστό αυξάνεται σχεδόν εκθετικά με την ηλικία και κυμαίνεται από 1,2 % στις ηλικίες 65-69 ετών, σε 3,4% στις ηλικίες 70-74 ετών και μεγαλύτερο από 20% στις ηλικίες 80-84 ετών.

Η αντιμετώπιση της νόσου Αλτσχάιμερ, πέραν της καθαρά ιατρικής φύσης εστιάζεται και σε κοινωνικές, νομικές αλλά και ηθικές παραμέτρους. Παρά το γεγονός ότι εκατοντάδες ερευνητές σε ειδικά εργαστήρια ασχολούνται με την αντιμετώπισή της με σκοπό την ανεύρεση νέων φαρμακευτικών παραγόντων, που να μπορούν να αναστείλουν την πορεία και την εξέλιξη της νόσου, τα βήματα που έχουν γίνει δεν είναι σημαντικά. Περιορίζονται σε φαρμακευτικούς παράγοντες που βελτιώνουν παροδικά και παρατείνουν τη ζωή του ασθενούς. Το ποσοστό διάγνωσης και θεραπείας ασθενών με άνοια παρουσιάζει σημαντική διακύμανση στην Ευρώπη.

Για την ευρύτερη αντιμετώπισή της είναι απαραίτητη η συγκρότηση νοσοκομείων ημέρας, τα οποία θα διαθέτουν ειδικούς για την απασχόληση των πασχόντων και την εκμάθηση δεξιοτήτων που έχουν λησμονηθεί.

Εξίσου σημαντική είναι η κοινωνική συμπαράσταση, η συναισθηματική υποστήριξη, η φροντίδα για την ψυχολογική υποστήριξη των ασθενών αλλά και των συγγενών και των προσώπων που έχουν αναλάβει τη φροντίδα τους, η ενημέρωση της κοινωνίας έτσι ώστε να μην καλλιεργείται ο φόβος και η αγωνία για τη νόσο, και η απλούστευση της ζωής των πασχόντων.

Η κινητοποίηση της πολιτείας για τη δημιουργία ερευνητικών μονάδων και η εισαγωγή ειδικών μαθημάτων για την κοινωνική διάσταση της άνοιας και την ψυχολογική ενίσχυση των ασθενών και των συγγενών, σε άλλες σχολές πέραν της ιατρικής, όπως η νομική και η θεολογική, θα δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πασχόντων αλλά και της αποδοχής από το κοινωνικό σύνολο. Η αντιμετώπιση των ασθενών με άνοια και η παροχή βοήθειας στα άτομα της οικογένειας αποτελούν πρόκληση για τα συστήματα υγείας σε όλον τον κόσμο. Αυτή η αντιμετώπιση πρέπει να εξετάζει τις σύνθετες και απαιτητικές ανάγκες των ασθενών, καταλήγει ο κ. Σιτζόγλου.

health.in.gr