Νέα Υόρκη: Η στειρότητα λόγω ανωμαλιών στον ωαγωγό ή τη μήτρα αυξάνει τον κίνδυνο η εξωσωματική γονιμοποίηση ή άλλες τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής να καταλήξουν σε έκτοπη κύηση, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Obstetrics and Gynecology.

Έκτοπη κύηση συμβαίνει όταν το γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται εκτός της κοιλότητας της μήτρας. Στο 90% των περιπτώσεων η εμφύτευση γίνεται στη σάλπιγγα. Στην αρχή η εγκυμοσύνη δεν διαφέρει από μια φυσιολογική κύηση, αν και συχνά η γυναίκα πονά και έχει αιμορραγία. Η διάγνωση γίνεται χάρη στη μέτρηση της Β χοριακής και στο υπερηχογράφημα. Η αντιμετώπιση είναι η χειρουργική ή λαπαροσκοπική αφαίρεση της σάλπιγγας. Ωστόσο, κάθε μελλοντική εγκυμοσύνη μπορεί να συνεχιστεί φυσιολογικά.

Ερευνητική ομάδα των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών των ΗΠΑ με επικεφαλής την Δρ Λώρα Σιβ ανέλυσε τα αποτελέσματα που είχαν καταγραφεί στο αρχείο Μεθόδων Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής των Κέντρων μεταξύ 1991 και 2001.

Εκ των 94.118 κυήσεων που περιλαμβάνονταν στο αρχείο, το 2,1 ήταν έκτοπες. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό στον γενικό πληθυσμό είναι 2,0%.

Οι ωαγωγικές και μητρικές ανωμαλίες αύξαναν τον κίνδυνο έκτοπης κύησης κατά 38% έως 168%.

Η μεταφορά του γονιμοποιημένου ωαρίου στους ωαγωγούς (μέθοδος γνωστή ως ZIFT) αύξανε τον κίνδυνο έκτοπης κύησης κατά 75%. Ο κίνδυνος αυξανόταν επίσης όταν εμφυτεύονταν τρία ή περισσότερα έμβρυα.

«Η μητρική ηλικία, οι προηγούμενες αυθόρμητες αποβολές, η χρήση άλλων μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν θεωρήθηκαν σημαντικοί προγνωστικοί δείκτες της έκτοπης κύησης», σημειώνουν οι ερευνητές.

health.in.gr