Η δίαιτα περιορισμένων υδατανθράκων μειώνει τoν κίνδυνο καρδιακής νόσου στα παχύσαρκα άτομα
Νέα Υόρκη: Μια δίαιτα με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες βοηθά τα πολύ παχύσαρκα άτομα να βελτιώσουν τα επίπεδα της χοληστερόλης τους, ενώ ελέγχει καλύτερα τους δείκτες φλεγμονής συγκριτικά με τη διατροφή λίγων λιπαρών, σύμφωνα με άρθρο του επιστημονικού εντύπου American Journal of Medicine.
Νέα Υόρκη: Μια δίαιτα με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες βοηθά τα πολύ παχύσαρκα άτομα να βελτιώσουν τα επίπεδα της χοληστερόλης τους, ενώ ελέγχει καλύτερα τους δείκτες φλεγμονής συγκριτικά με τη διατροφή λίγων λιπαρών, σύμφωνα με άρθρο του επιστημονικού εντύπου American Journal of Medicine.
Στην παχυσαρκία, το σώμα τείνει να είναι σε μια χρόνια κατάσταση φλεγμονής, η οποία πιστεύεται ότι «συνωμοτεί» με άλλους παράγοντες, περιλαμβανομένης της χοληστερόλης, για να προάγει την σκλήρυνση των αρτηριών οδηγώντας προοδευτικά στο έμφραγμα και το εγκεφαλικό επεισόδιο.
Οι δίαιτες με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τα περιττά κιλά, αλλά παραμένει αδιευκρίνιστο κατά πόσο μπορούν να μειώσουν το επίπεδο της φλεγμονής στον οργανισμό.
Θεωρητικά, το υψηλό ποσοστό λίπους στις δίαιτες με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) στο αίμα.
Ωστόσο όταν η ερευνητική ομάδα του Philadelphia Veterans Affairs Medical Center με επικεφαλής τον Δρ Πρακας Σεσχάντρι συνέκρινε την επίδραση της δίαιτας με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες με μια τυπική δίαιτα λίγων λιπαρών και περιορισμένων θερμίδων σε 78 εξαιρετικά παχύσαρκα άτομα, διαπίστωσε ότι τα επίπεδα της CRP μειώθηκαν περισσότερο με τον πρώτο τρόπο διατροφής.
Ειδικότερα, οι άνδρες και οι γυναίκες των οποίων η CRP ήταν αρχικά υψηλή παρουσίασαν μεγαλύτερη μείωση με τη διατροφή λίγων υδατανθράκων συγκριτικά με τη δίαιτα λίγων λιπαρών. Ωστόσο εκείνοι που είχαν μέτρια ως χαμηλά επίπεδα CRP, τα είδαν να αυξάνονται τρεφόμενοι με λίγους υδατάνθρακες.
Παρ’ όλα αυτά η διατροφή με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες είχε άλλα πλεονεκτήματα έναντι της δίαιτας λίγων λιπαρών. Συγκεκριμένα, αν και οι δυο τρόποι διατροφής είχαν όμοια αποτελέσματα στα επίπεδα της χοληστερόλης, ένας τύπος της LDL «κακής» χοληστερόλης, η πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (VLDL) παρουσίασε μεγαλύτερη μείωση με τη διατροφή λίγων υδατανθράκων.
Αυτός ο υποτύπος LDL χοληστερόλης είναι πλούσια σε τριγλυκερίδια και παλαιότερες μελέτες την έχουν συσχετίσει με την πρόοδο της αρτηριακής νόσου.
Αξίζει επίσης να αναφερθεί η ομάδα των λίγων υδατανθράκων έχασε περισσότερο βάρος σε έξι εβδομάδες -κατά μέσο όρο πέντε κιλά- συγκριτικά με την ομάδα των χαμηλών λιπαρών. Η πρώτη ομάδα λάμβανε το 43% των θερμίδων από λίπος, συγκριτικά με το 33% της δεύτερης ομάδας, αλλά γενικά κατανάλωνε καθημερινά λιγότερες θερμίδες.
Τέλος, ανησυχία προκάλεσε στους επιστήμονες το γεγονός ότι η ομάδα που διατρέφονταν με λίγους υδατάνθρακες παρουσίασε αύξηση των χυλομικρών, μικροσκοπικών σωματιδίων που περιέχουν λίπος και χοληστερόλη και αποθηκεύονται στο αίμα κατά τη διάρκεια της πέψης.
Περαιτέρω έρευνα είναι αναγκαία προκειμένου να διαπιστωθεί πως τα μεταβολικά αποτελέσματα στην συγκεκριμένη μελέτη επηρεάζουν τον μακροχρόνιο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.
health.in.gr
- Fatboy Slim: Το θρυλικό Satisfaction Skank κυκλοφορεί επίσημα μετά από 25 χρόνια «πειρατείας»
- Δίκη για τις υποκλοπές: Προσπάθεια να εντοπιστούν οι νέοι μάρτυρες
- Betsson Super Cup: Η ώρα του τελικού Ολυμπιακός – ΟΦΗ
- Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας διαψεύδει την κυβέρνηση Τραμπ: Τα εμβόλια δεν προκαλούν αυτισμό
- 75 χρόνια Όμιλος Fourlis
- MEGA Γεγονότα: Στην κορυφή της τηλεθέασης το μεσημβρινό δελτίο ειδήσεων


