Λονδίνο: Οι πάσχοντες από αναπνευστικά νοσήματα έχουν «δυσάρεστη» αναπνοή, σύμπτωμα που μπορεί να συμβάλλει στην ταχύτερη διάγνωση νοσημάτων όπως το άσθμα και η κυστική ίνωση, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο European Respiratory Journal.


Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια με επικεφαλής τον Δρ Τζον Χαντ, υποστηρίζει ότι τα άτομα που πάσχουν από άσθμα και κυστική ίνωση έχουν όξινη αναπνοή, η οποία αυξάνεται ανάλογα με το πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση τους.


Η όξινη αναπνοή των πασχόντων από νοσήματα του αναπνευστικού σχετίζεται, σύμφωνα με τους ειδικούς, με την υπερπαραγωγή οξέων στους πνεύμονες. Αυτή η υπερπαραγωγή ίσως προκαλεί κάποια από τα συμπτώματα που σχετίζεται με τα παραπάνω νοσήματα.


Με τη διενέργεια ενός απλού τεστ αναπνοής οι ιατροί είναι σε θέση να εντοπίζουν τα συγκεκριμένα νοσήματα του αναπνευστικού συστήματος, καθώς η αναπνοή ενός υγιούς ατόμου είναι ελαφρώς αλκαλική.


Ο Δρ Χαντ και οι συνεργάτες τους ζήτησαν από 100 υγιή άτομα να εκπνεύσουν σε έναν αναλυτή αναπνοής, τέσσερις φορές την ημέρα για επτά συνεχείς ημέρες. Έτσι μέτρησαν τα επίπεδα του pH ή της οξύτητας σε περισσότερα από 900 δείγματα αναπνοής.


Η επεξεργασία των δεδομένων κατέδειξε ότι τα επίπεδα του pH παρέμεναν σχετικώς σταθερά και ελαφρώς αλκαλικά. Τα στοιχεία αυτά έρχονται σε αντίθεση με τα δείγματα πασχόντων από νοσήματα του αναπνευστικού, τα οποία παρουσιάζουν αυξομειώσεις αλλά παραμένουν όξινα.


Επίσης αποδείχθηκε ότι τα τεστ αναπνοής ήταν περισσότερο έγκυρα συγκριτικά με άλλες διαγνωστικές μεθόδους, όπως η λήψη δείγματος σιέλου από την στοματική κοιλότητα ή το φαρυγγικό επίχρισμα.


«Με ένα απλό τεστ αναπνοής μπορούμε εύκολα και γρήγορα να διαγνώσουμε τυχόν αναπνευστικά νοσήματα και να χορηγήσουμε την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Αυτό σημαίνει ότι μελλοντικά ίσως εγκαταλειφθεί η σπιρομέτρηση, διαγνωστική εξέταση που μετρά την χωρητικότητα και την δυναμικότητα των πνευμόνων», επισημαίνει με δηλώσεις του στο BBC o Δρ Χαντ.

health.in.gr