Oι ετικέτες στα τρόφιμα σας βοηθούν να ενημερώνεστε πριν επιλέξετε κάποιο από αυτά και αποφασίσετε αν θα το συμπεριλάβετε στη διατροφή σας. Πριν αγοράσετε τρόφιμα, ίσως να θέλετε να ελέγξετε αν χρησιμοποιήθηκαν τρόποι ώστε να αυξηθεί η παραγωγή τους και, αν πράγματι συνέβη αυτό, πόσο ασφαλείς είναι οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν.

Νόμοι για τις ετικέτες τροφίμων

Σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τους Κανονισμούς για τις Ετικέτες των Τροφίμων (1970) καθιερώθηκαν προδιαγραφές για την περιεκτικότητα των προϊόντων σε ενέργεια, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία.

Έως τα μέσα του 1980, οι παρασκευαστές τροφίμων είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν τις ετικέτες θρεπτικών ουσιών στα προϊόντα ως εμπορικό εργαλείο. Αυτό, σε συνδυασμό με την πίεση από επαγγελματίες του τομέα υγείας και καταναλωτές, οδήγησε στη θέσπιση και άλλων νόμων.

Η σήμανση είναι υποχρεωτική μόνο όταν αναφέρεται στην ετικέτα ότι ένα τρόφιμο περιέχει θρεπτικές ουσίες.

Τι υπάρχει σε μια ετικέτα;

Εκτός από την ονομασία του προϊόντος, όλες οι ετικέτες θα πρέπει να αναγράφουν τα συστατικά, την ημερομηνία λήξης, τα πρόσθετα με το γράμμα Ε και αριθμούς, και πληροφορίες για τις θρεπτικές ουσίες που περιέχει.

Ονομασία

Όλα τα προσυσκευασμένα τρόφιμα και πολλά από αυτά που δεν έχουν συσκευαστεί εκ των προτέρων, πρέπει να φέρουν στην ετικέτα την ονομασία του τροφίμου. Κάποια τρόφιμα έχουν εμπορικές ονομασίες, ενώ άλλα έχουν ένα περιγραφικό όνομα.

Η ονομασία θα πρέπει να προσδιορίζει ακριβώς το περιεχόμενο, ώστε να διακρίνεται το τρόφιμο από άλλα προϊόντα. Υπάρχουν εξαιρέσεις, μεταξύ των οποίων όλα τα μη αποφλοιωμένα φρέσκα φρούτα και λαχανικά, τα καρυκεύματα, το τυρί και το βούτυρο.

Oι ονομασίες δεν θα πρέπει να παραπληροφορούν για παράδειγμα, στο γλυκό με τυρί και κεράσι (τσιζ κέικ), η γεύση του είναι απαραίτητο να προέρχεται κυρίως από αληθινά κεράσια. Το άρωμα από κεράσι, από την άλλη πλευρά, σημαίνει ότι το άρωμα του προϊόντος είναι τεχνητό.

Συστατικά

Στα περισσότερα τρόφιμα, τα συστατικά πρέπει να αναγράφονται κατά φθίνουσα σειρά ανάλογα με το βάρος τους. Το νερό δεν περιλαμβάνεται πάντα, διότι συχνά θεωρείται φυσικό συστατικό του τροφίμου, εκτός και αν εμπίπτει σε προβλέψεις της νομοθεσίας.

Η πληροφόρηση στην ετικέτα

Αν το νερό που έχει προστεθεί καταλαμβάνει πάνω από το 5% ή περισσότερο του τελικού προϊόντος, θα πρέπει να αναγράφεται μαζί με τα άλλα συστατικά.

Χημικά πρόσθετα και «Ε»

Τα προϊόντα που ανήκουν σ’ αυτήν την κατηγορία προστίθενται συνήθως σε μικρές ποσότητες και γι’ αυτό εμφανίζονται προς το τέλος του καταλόγου. Μπορεί να χρησιμοποιείται το εγκεκριμένο όνομά τους ή ένας κωδικός με «Ε» και ένας αριθμός.

Το Ε με αριθμό υποδηλώνει ότι το πρόσθετο έχει εγκριθεί βάσει της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Τα πρόσθετα χρησιμοποιούνται για να προσδώσουν χρωματισμό, γλύκανση ή γεύση, για να ενισχύσουν τη συντήρηση του τροφίμου ή για να επηρεάσουν τη σύσταση και την υφή του.

Ημερομηνία λήξης

Τα τρόφιμα τα οποία έχουν διάρκεια ζωής μεγαλύτερη των τριών μηνών, πρέπει να σηματοδοτούνται με μια ημερομηνία (μήνα και έτος) μέχρι την οποία πρέπει να καταναλωθούν. Τρόφιμα με διάρκεια ζωής μικρότερη των τριών μηνών πρέπει να αναγράφουν την ημέρα και τον μήνα μέχρι τον οποίο πρέπει να καταναλωθούν.

Τρόφιμα τα οποία αντί της ένδειξης «καλύτερα πριν» (best before) έχουν την ένδειξη «να πωλείται ως» (sell by), πρέπει να αναφέρουν μέσα σε πόσες ημέρες από την αγορά τους πρέπει να καταναλώνονται.

Oι λιανοπωλητές μπορεί να διωχθούν ποινικά, εάν διαθέτουν προς πώληση προϊόντα ύστερα από αυτές τις αναγραφόμενες ημερομηνίες.

Διατροφικά στοιχεία

Τα θρεπτικά συστατικά πρέπει να αναφέρονται επί 100 γραμμαρίων του τροφίμου ή επί της μερίδας, εφόσον η συσκευασία περιέχει λιγότερα από 100 γραμμάρια.

Πληροφορίες θα πρέπει να δίνονται για την ενέργεια, τις πρωτεΐνες, τα λίπη, τους υδατάνθρακες, καθώς επίσης για τις φυτικές ίνες και τα άλατα και ακόμη για τα σάκχαρα, τις βιταμίνες και τα μέταλλα.

Η περιεκτικότητα σε βιταμίνες και μέταλλα πρέπει να αναγράφεται όταν αυτή είναι σε ποσότητες μεγαλύτερες από το 1/6 της καθημερινώς συνιστώμενης δόσης.

Oι παρασκευαστές οι οποίοι αναγράφουν ψευδή στοιχεία μπορεί να διωχθούν. Πάντως, η ορολογία που χρησιμοποιείται μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση στον αγοραστή. Για παράδειγμα, η ένδειξη «με χαμηλά λιπαρά» ίσως να σημαίνει οτιδήποτε λιγότερο από το κανονικό.

Καθημερινώς συνιστώμενες δόσεις (RDA)

Oι ετικέτες στα τρόφιμα συχνά περιλαμβάνουν τις καθημερινώς συνιστώμενες δόσεις σε θερμίδες, πρωτεΐνες, βιταμίνες ή ιχνοστοιχεία. Πρόκειται για τις ποσότητες που θα καλύψουν τις ανάγκες των περισσότερων ανθρώπων.

Δεν υπάρχουν αντίστοιχες συνιστώμενες δόσεις για υδατάνθρακες ή λίπος, γιατί αυτά αναπληρώνονται από άλλες πηγές ενέργειας. Ένα συστατικό μπορεί να συγκαταλέγεται, όταν περιέχει ποσοστό άνω του 1/6 της καθημερινώς συνιστώμενης δόσης.

Στη Μεγάλη Βρετανία, η κυβερνητική επιτροπή που συστήθηκε το 1991 για την περιεκτικότητα των θρεπτικών ουσιών στη διατροφή εισήγαγε δύο άλλους όρους: υπολογιζόμενη μέση ανάγκη (EAR) και σταθερά τιμή πρόσληψης θρεπτικής ουσίας (RNI).

Η υπολογιζόμενη μέση ανάγκη απευθύνεται σε μια ιδιαίτερη ομάδα ατόμων – για παράδειγμα, με κοινό χαρακτηριστικό την ηλικία – και αναφέρεται σε ενέργεια, πρωτεΐνες και βιταμίνες. Η σταθερά τιμή πρόσληψης θρεπτικής ουσίας, η οποία καθορίζεται για πρωτεΐνες, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία, είναι η ποσότητα που απευθύνεται περίπου στο 97% του πληθυσμού.

Για παράδειγμα, η EAR για γυναίκες ηλικίας 19 έως 50 ετών σε ριφοβλαβίνη είναι 0,9 χιλιοστά του γραμμαρίου (mg) ημερησίως. Η RNI είναι 1,1 χιλιοστογραμμάριο ημερησίως. Oι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα χρειάζονται μεγαλύτερη ποσότητα από αυτήν που προβλέπει η υπολογιζόμενη μέση ανάγκη.

Ωστόσο, αν η μέση πρόσληψη σε ριβοφλαβίνη είναι 1,1 (mg) ημερησίως ή περισσότερο, τουλάχιστον το 97,5% του πληθυσμού θα λάβει αρκετό.

Αυτά τα στοιχεία περιλαμβάνονται στις ετικέτες των τροφίμων για να παράσχουν πληροφορίες, αλλά χρησιμοποιούνται και ως εμπορικό εργαλείο. Όταν όμως δεν συντρέχει ιδιαίτερος λόγος, λεπτομερής γνώση τέτοιου είδους δεν είναι απαραίτητη.

health.in.gr