Η Μαριάννα Κάλμπαρη μιλά για το έργο που επέλεξε να παρουσιάσει αυτό το καλοκαιίρι, μια παράσταση που θίγει τη βία, τη ξενοφοβία και την εκμετάλλευση των ευάλωτων γυναικών. Σχολιάζει το κίνημα του metoo αλλά και πόσο η πανδημία την επιρρέασε.

Μιλήστε μας για την επιλογή του έργου στο πλαίσιο του θεσμού Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός.

Οι «Παστρικές» είναι ένα νέο έργο που γράφτηκε ειδικά για τη διοργάνωση  «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός», με αφορμή τη θεματική της φετινής χρονιάς που είναι η μικρασιατική καταστροφή. Η παράσταση εμπνέεται από τη φόρμα του αρχαίου δράματος και έχει ως βασικό της άξονα μελοποιημένα αποσπάσματα (σε μουσική Αυγερινής Γάτση) από τις «Ικέτιδες» του Αισχύλου, την τραγωδία για τις «πρώτες γυναίκες πρόσφυγες», τις μυθικές Δαναΐδες που ζήτησαν άσυλο  από την πόλη του Άργους.

Τα αποσπάσματα αυτά λειτουργούν ως  «χορικά» που συνδέουν πρωτότυπες ιστορίες νεαρών γυναικών προσφύγων του 1922 αλλά και ιστορίες γυναικών προσφύγων στην Ελλάδα του 2022.  Μετά την πρεμιέρα μας στο Αρχαίο Θέατρο Δωδώνης στο πλαίσιο του «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός» του Υπουργείου Πολιτισμού, έχουμε τη χαρά να παρουσιάσουμε τώρα την παράσταση και στην Αθήνα, στο θέατρο του Κολωνού, στο πλαίσιο της διοργάνωσης του Δήμου Αθηναίων «Όλη η Αθήνα μια σκηνή».

Διαβάστε επίσης: «Το Αίνιγμα του Χαμένου Θεού» του Χρ. Χριστοφή στο Αττικό Άλσος με ελεύθερη είσοδο

Το έργο θίγει τη βία, τη ξενοφοβία, την εκμετάλλευση που υφίστανται οι -πάντα πιο ευάλωτες- γυναίκες και ιδιαίτερα οι πρόσφυγες που έχουν την ευθύνη και της μητρότητας.

Η προσφυγιά ήταν πάντα πιο δύσκολη για την γυναίκα, που παραμένει η πιο ευάλωτη σε κάθε μορφή άσκησης βίας και εκμετάλλευσης, ενώ παράλληλα φέρει το μεγαλύτερο βάρος της μετεγκατάστασης, καθώς εκείνη «στήνει» το νέο νοικοκυριό στον ξένο τόπο, εκείνη γεννάει και αναθρέφει παιδιά μακριά από την πατρίδα της.

Το πρώτο δείγμα ξενοφοβίας μετά την μικρασιατική καταστροφή, ήρθε παραδόξως από τις Ελλαδίτισσες που είδαν τις Μικρασιάτισσες ως επικίνδυνες αντίζηλες που θα τους «έκλεβαν τους άντρες», οι οποίοι ήταν ομολογουμένως αριθμητικά πολύ λιγότεροι από τις γυναίκες τόσο στην ηπειρωτική Ελλάδα μετά από μια δεκαετία βαλκανικών πολέμων, όσο και στον προσφυγικό πληθυσμό μετά τις σφαγές και τις φυλακίσεις των ανδρών στα τάγματα εργασίας της Τουρκίας.

Οι γηγενείς Ελληνίδες λοιπόν θέλοντας να  πλήξουν την «υπόληψη» των προσφύγων τις αποκαλούσαν παστρικές, όπως αποκαλούσαν τότε και τις πόρνες που -λόγω επαγγέλματος- ήταν οι μόνες που πλένονταν συχνά. Μην ξεχνάμε ότι τα χρόνια εκείνα οι γηγενείς Ελληνίδες σε αντίθεση με τις Μικρασιάτισσες, δεν είχαν καλή σχέση με την καθαριότητα…

Στις Παστρικιές συναντάμε δυο γυναίκες μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Μιλήστε μας για τον αγώνα τους και πόσα κοινά στοιχεία μπορεί να έχουν με τις σημερινές γυναίκες πρόσφυγες.

Το 65% του προσφυγικού πληθυσμού ήταν νεαρές γυναίκες και δη γυναίκες μεταξύ 16-25 ετών. Οι περισσότερες ήταν ορφανές, χήρες, χωρίς άντρα «προστάτη» και έπρεπε επειγόντως να «αποκατασταθούν» προκειμένου να επιβιώσουν. Έπρεπε με λίγα λόγια να βρουν δουλειά αλλά κυρίως σύζυγο, καθώς εκείνα τα χρόνια ο γάμος και η δημιουργία οικογένειας ήταν μονόδρομος για τη γυναίκα.

Και ήταν επιπλέον ασφυκτική η κοινωνική κριτική τόσο από τους γηγενείς όσο και από τον ίδιο τον προσφυγικό πληθυσμό. Πέρα από τη δυσκολία της προσαρμογής λοιπόν, πέρα από την τρομερή εκμετάλλευση σε χώρους εργασίας όπως τα εργοστάσια, η γυναίκα έπρεπε να είναι «μη δίνει δικαιώματα» , να είναι άψογη νοικοκυρά, άριστη σύζυγος και μητέρα όπως και να συμπεριφερόταν ο σύζυγος που της επεφύλασσε «η μοίρα» (και τα προξενιά): αυτή είναι στην παράσταση και η ζωή της Παναγιώτας, που ονειρευόταν να γίνει δασκάλα πριν την καταστροφή αλλά έγινε μοδίστρα, σύζυγος και μητέρα στα Γερμανικά της Κοκκινιάς.

Στον αντίποδα της κινείται η Κατίνα, που ονειρευόταν να γίνει τραγουδίστρια και έπεσε θύμα εκμετάλλευσης από άλλους «προστάτες» που την εξέδωσαν στα μεγάλα κέντρα πορνείας του Πειραιά και της Σαλονίκης, τα οποία σημειωτέον δημιουργήθηκαν και «άνθισαν» κυρίως μετά την καταστροφή.

Δυστυχώς τα πράγματα δε μοιάζουν να είναι πολύ διαφορετικά για τις προσφυγοπούλες του ’22, όπως η Μύριαμ από το Αφγανιστάν, ή η Κάτια από την Μπούσα της Ουκρανίας που συναντάμε στην παράσταση. Γιατί πέρα από τη φτώχεια, την ξενοφοβία και τις κάθε είδους δυσκολίες που έχουν να αντιμετωπίσουν σε έναν ξένο τόπο όπως η Ελλάδα σήμερα, είτε υφίστανται τεράστια κοινωνική πίεση από τις δικές τους κλειστές κοινότητες, είτε πέφτουν θύματα κάθε είδους εκμετάλλευσης σε νόμιμους και παράνομους χώρους εργασίας.

Πόσο σας επηρέασε καλλιτεχνικά η πανδημία αλλά και το κίνημα του me too;

Η πανδημία με επηρέασε πολύ.  Δε σταμάτησα στιγμή να δουλεύω με όποιον τρόπο μπορούσα, σύμφωνα πάντα με τις συνθήκες που επέβαλε η πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση. Κάτι όμως άλλαξε μέσα μου, στον τρόπο που βλέπω πλέον τα πράγματα. Θεωρώ ότι ακόμα και αν δεν το συνειδητοποιούμε απόλυτα, τίποτα από δω και πέρα δε θα είναι όπως πριν: η πανδημία έχει επιπτώσεις μέσα μας και μας και γύρω μας, επιπτώσεις που ήδη μας επηρέασαν και θα συνεχίζουν να μας επηρεάζουν σε βάθος χρόνου με διάφορους τρόπους.

Μην ξεχνάμε ότι η πανδημία είναι εκείνη που έδωσε χώρο και ευκαιρία στο me too, που σαν καταιγίδα ξέσπασε στον καλλιτεχνικό χώρο τον καιρό που τα θέατρα ήταν κλειστά. Τα ζητήματα που θίγει το me too πάντα με απασχολούσαν τόσο προσωπικά όσο και καλλιτεχνικά και εύχομαι να απασχολούν πλέον όλη την κοινωνία. Με λίγα λόγια ναι, με ενδιαφέρει να συνδέομαι με την εποχή μου και να εμπνέομαι από αυτήν. Το καλλιτεχνικό αποτύπωμα θα το δείξει ο χρόνος.

Πόσο δύσκολο είναι να συνδυάζετε το ρόλο της  καλλιτεχνικής διευθύντριας του Θεάτρου Τέχνης παράλληλα με την καλλιτεχνική σας ιδιότητα.

Είναι γεγονός πως είναι πολύ δύσκολο να συνδυάζει κανείς και τις δύο ιδιότητες, αλλά αυτό είναι το τίμημα. Το δυσκολότερο ομολογουμένως είναι όταν καλούμαι να κάνω μια καλλιτεχνική επιλογή με βάση τις ανάγκες του θεάτρου και όχι τις δικές μου, κάτι που έχει συμβεί πολλές φορές: να αντικαταστήσω έναν σκηνοθέτη που για διάφορους λόγους δεν μπορεί να συνεχίσει,  να ανεβάσω μια παράσταση σε χρόνους που εξυπηρετούν το θέατρο αλλά όχι εμένα , να επιλέξω ένα έργο με βάση μια ανάγκη ρεπερτορίου του θεάτρου και όχι μια δική μου και πολλά άλλα…Από την άλλη είμαι πραγματικά ευγνώμων που μέσα από το Θέατρο Τέχνης έχω τη δυνατότητα να δημιουργώ σε κάθε επίπεδο.

Τι να περιμένουμε για τη θεατρική σεζόν 2022-2023;

Ο προγραμματισμός μας θα ανακοινωθεί όπως πάντα τέλη Σεπτεμβρίου. Το μήνυμα για τη φετινή χρονιά είναι να μιλήσουμε για ζητήματα που μας απασχολούν και ταυτόχρονα να δώσουμε χώρο, χρόνο, αξία στα πράγματα. Να μην αναλώνεται το θέατρο -και δε μιλάω μόνο για το Θέατρο Τέχνης- σε μια αλόγιστη υπερπαραγωγή. Να μην κάνουμε παραστάσεις απλώς και μόνο γιατί     πρέπει να υπάρχουμε.

Το σίγουρο πάντως είναι ότι ξεκινάμε με μια γιορτή: 9 Οκτωβρίου 2022, το Θέατρο Τέχνης κλείνει τα ογδόντα! Είναι μια σημαντική επέτειος που μας δίνει τη δύναμη και τη φόρα που χρειαζόμαστε για να συνεχίσουμε να δημιουργούμε σε μια τόσο δύσκολη εποχή.

 

Πληροφορίες παράστασης

Κείμενο-σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη

Μουσική σύνθεση/ενορχήστρωση/ μουσική επιμέλεια: Αυγερινή Γάτση

Σκηνογραφία-κοστούμια: Χριστίνα Κάλμπαρη

Χορογραφίες: Χριστίνα Σουγιουλτζή

Σχεδιασμός φωτισμού: Νίκος Βλασόπουλος

Βοηθός σκηνοθέτη: Αμαλία Τσεκούρα

Βοηθός σκηνογράφου: Σοφία Αρβανίτη-Φλώρου

Διεύθυνση παραγωγής: Θέατρο Τέχνης

Εκτέλεση παραγωγής: Μαριλένα Μόσχου

Συνεργάτης στην εκτέλεση παραγωγής στα Ιωάννινα: Αλέκα Βακαλοπούλου

Φωτογραφίες: Γιώργος Καλφαμανώλης

Video trailer: Αμαλία Τσεκούρα, Μαριλένα Μόσχου

Πρωταγωνιστούν (αλφαβητικά): Κατερίνα Λυπηρίδου, Μαριλένα Μόσχου, Κωνσταντίνα Τάκαλου.

Συμμετέχουν: Αυγερινή Γάτση, Μαριάννα Κάλμπαρη

Μουσική παίζουν και τραγουδούν (αλφαβητικά) : Αυγερινή Γάτση, Αλεξάνδρα Παπαστεργιοπούλου, Τσέρνου Ρούλα