Λίγους μήνες μετά το θάνατο του Πίτερ Λίντμπεργκ, μία νέα έκθεση που επιμελήθηκε ο ίδιος λίγο πριν φύγει από τη ζωή, φωτίζει το κολοσσιαίο έργο ενός εκ των κορυφαίων φωτογράφων του 20ου αιώνα .

Η έκθεση «Peter Lindbergh: Untold Stories» που εγκαινιάζεται στις 5 Φεβρουαρίου και θα διαρκέσει έως την 1η Ιουνίου του 2020, θα φιλοξενηθεί στο Μουσείο Τέχνης Kunstpalast στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας.

Οι επισκέπτες της έκθεσης θα έχουν την ευκαιρία να δουν 140 φωτογραφίες -κυρίως από τις αρχές της δεκαετίας του 1980-  του θρυλικού φωτογράφου μόδας πλάι σε εμβληματικά εξώφυλλά του σε μηνιαία περιοδικά όπως το Vogue, το Harper’s Bazaar, το Interview και το W Magazine.

Ένα πορτρέτο του 1988 των Μικαέλα Μπέρκου, Λίντα Εβαντζελίστα και Κίρστεν Όουεν ντυμένες μοναχές, μία γυμνή φωτογραφία της Κάρεν Έλσον του 1997 στο Λος Άντζελες και μία φωτογραφία του 2012 της Κεράλι Γιένσεν στο Παρίσι περιλαμβάνονται στα έργα που θα παρουσιαστούν στην έκθεση που είναι χωρισμένη σε τρεις ενότητες και διαρθρωμένη με χρονολογική σειρά.

Ο φωτογράφος των supermodel

Ο γεννημένος στην Πολωνία φωτογράφος έχει μακρά ιστορία με τη Γερμανία, καθώς πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Ντούισμπουργκ.

Ο Πίτερ Λίντμπεργκ εργάστηκε ως διακοσμητής βιτρίνας, σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Βερολίνου στις αρχές της δεκαετίας του ’60, έζησε στη συνέχεια για ένα χρόνο στην Αρλ της Γαλλίας και μετά στην Ισπανία και τη Βόρεια Αφρική.

Το 1971, ο Λίντμπεργκ μετακόμισε στο Ντίσελντορφ για να ασχοληθεί με τη φωτογραφία, δουλεύοντας για δύο χρόνια ως βοηθός του γερμανού φωτογράφου Χανς Λουξ, προτού ανοίξει το δικό του στούντιο το 1973.

Όταν εγκαταστάθηκε στη Γερμανία, εισήλθε στην οικογένεια του περιοδικού Stern μαζί με τους συναδέλφους του, Χέλμουτ Νιούτον, Γκι Μπουρντέν και Χανς Φόιρερ.

Πέντε χρόνια αργότερα μετακόμισε στο Παρίσι για να ξεκινήσει το επόμενο κεφάλαιο της καριέρας του.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, συνεργάστηκε με πολυάριθμα  brands και περιοδικά μόδας όπως American Vogue, British Vogue και W.

Ο διάσημος φωτογράφος δημιούργησε το φαινόμενο των supermodels φωτογραφίζοντας για την αμερικανική Vogue, τον Αύγουστο του 1988, μια ομάδα ανερχόμενων μοντέλων, με λευκά πουκάμισα στην παραλία.

Στη συνέχεια ήρθε η ασπρόμαυρη φωτογραφία για το εξώφυλλο του αγγλικού Vogue με τις Λίντα Εβαντζελίστα, Σίντι Κρόφορντ, Τατιάνα Πάτιτζ, Ναόμι Κάμπελ και Κρίστι Τέρλινγκτον.

Ο Πίτερ Λίντμπεργκ ήταν υπεύθυνος για τη διαμόρφωση της καριέρας των supermodels με τις φωτογραφίες του χωρίς ρετούς και τα κινηματογραφικά πορτρέτα ομορφιάς χωρίς φίλτρα.

Ο Τζον Γκαλιάνο είχε πει ότι στις φωτογραφίες του Πίτερ Λίντμπεργκ το σενάριο ήταν τα ρούχα και ο ίδιος σκηνοθετούσε αστέρες του βωβού κινηματογράφου.

Οι εικόνες του έχουν τη δύναμη να είναι ταυτόχρονα επίκαιρες και διαχρονικές, είχε δηλώσει ο σχεδιαστής μόδας σε συνέντευξή του στην αμερικανική Vogue.

Με την πάροδο των χρόνων τα έργα του Λίντμπεργκ κατάφεραν να ξεπεράσουν και να επαναπροσδιορίσουν το άμεσο εννοιολογικό πλαίσιο της φωτογραφίας μόδας και της σύγχρονης κουλτούρας γι ‘αυτό και η έκθεση εξυμνεί την κληρονομιά και τον αντίκτυπό του τόσο στη βιομηχανία της μόδας όσο και στον κόσμο της τέχνης, αναφέρεται στη σύνοψη της έκθεσης.

O Πίτερ Λίντμπεργκ κατά την προετοιμασία της έκθεσης είχε δηλώσει:

«Η έκθεση μου επέτρεψε να επανεξετάσω τις εικόνες μου σε ένα περιβάλλον εκτός του κόσμου της μόδας. Η παρουσίαση στοχεύει να προβάλλει τις φωτογραφίες για διαφορετικές ερμηνείες και προοπτικές.

Ωστόσο, δεν προσπαθώ να ισχυριστώ ότι οι φωτογραφίες μου δεν είναι φωτογραφίες μόδας. Αυτό δεν θα ήταν αλήθεια. Επιμένω στον ορισμό της «φωτογράφος μόδας», γιατί για μένα ο όρος αυτός δεν σημαίνει ότι πρέπει εκείνη τη χρονική στιγμή να απεικονίσω τη μόδα. Η φωτογραφία είναι πολύ μεγαλύτερη από τη μόδα.

Είναι μέρος του σύγχρονου πολιτισμού».