Υπέρ της εφαρμογής του μοντέλου αναδιάρθρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας που προβλέπουν οι Κοινοτικές Οδηγίες (target model) και κατά της αμοιβής των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με τα λεγόμενα Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ, το κόστος των οποίων κατέβαλαν οι καταναλωτές) τάσσεται η ΔΕΗ, σύμφωνα με τις θέσεις που ανέπτυξε σήμερα, Τρίτη, στις Βρυξέλες ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης κ. Μ.Παναγιωτάκης.

Τα ΑΔΙ αποτέλεσαν τα προηγούμενα χρόνια σημαντική πηγή εσόδων για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής (ΔΕΗ και ιδιωτικές) και επρόκειτο, μετά την κατάργησή τους, να αντικατασταθούν από νέο μηχανισμό που θα απέδιδε έσοδα στις μονάδες σε συνδυασμό με το βαθμό ευελιξίας τους ως προς τη συμμετοχή στην αγορά.

Ωστόσο, ο κ. Παναγιωτάκης τόνισε σήμερα ότι, όπως αποδεικνύεται από το ενεργειακό ισοζύγιο, προς το παρόν, δεν χρειάζονται ΑΔΙ ούτε για λόγους ευελιξίας.

Ο πρόεδρος της ΔΕΗ συμμετείχε στις Βρυξέλες σε συνάντηση με εκπροσώπους ευρωπαϊκών εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας, στην οποία ήταν παρόντες οι Επίτροποι Κλιματικής Δράσης και Ενέργειας κ. Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε και Ανταγωνισμού κα Μαργκρίτ Βεστάγκερ.

Στην τοποθέτησή του επεσήμανε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

  • Λόγω της υπερεπάρκειας διαθέσιμης ισχύος, συνέπεια αφενός της μείωσης της ζήτησης, λόγω της κρίσης και αφετέρου της μεγάλης διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι επενδύσεις σε παραγωγικές μονάδες έχουν νόημα μόνο για ΑΠΕ, αντικαταστάσεις παλαιών λιγνιτικών μονάδων και περιβαλλοντικές αναβαθμίσεις.

Είναι προφανές ότι δεν χρειάζονται ΑΔΙ, προς το παρόν ούτε για λόγους ευελιξίας. Αυτό αποδεικνύεται έμπρακτα και από το ενεργειακό ισοζύγιο, μέχρι σήμερα. Στο μέλλον, όταν χρειαστούν ΑΔΙ, πρέπει να πληρούν δύο θεμελιώδεις αρχές:

α) Να διατίθενται με τρόπο αντικειμενικό και τεχνολογικά ουδέτερο, δηλαδή να αμείβονται εξίσου μονάδες που παρέχουν στον ίδιο βαθμό επάρκεια ισχύος στο ηλεκτρικό σύστημα.

β) Η τιμή τους να προκύπτει μέσα από αγοραστικούς μηχανισμούς (δηλαδή μέσα από την προσφορά και ζήτηση, π.χ. μέσω μειοδοτικών διαγωνισμών ισχύος).

  • Μπορούμε να προσεγγίσουμε τους στόχους του 2030 για συμμετοχή των ΑΠΕ κατά 27% στο συνολικό ενεργειακό ισοζύγιο, εφόσον υπάρξει σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας, ορθολογική χρήση του ηλεκτρισμού (πχ μείωση στην οικιακή κατανάλωση και αύξηση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας στις μεταφορές), άμεση χρήση φυσικού αερίου σε υποκατάσταση του ηλεκτρισμού και υλοποιηθεί η ηλεκτρική διασύνδεση των νησιών.

Οι ΑΠΕ και, ιδιαίτερα, οι ώριμες τεχνολογίες μπορούν και πρέπει να αναπτυχθούν σημαντικά, χωρίς τα τεράστια σφάλματα του παρελθόντος. Ρυθμίσεις και «κίνητρα» εκτός των όρων της αγοράς δεν χρειάζονται και πρέπει σταδιακά να καταργηθούν, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις, όπως η χώρα μας, που, λόγω κλιματικών συνθηκών, είναι προνομιούχος για την ανάπτυξη των ΑΠΕ.

  • Η ΔΕΗ είναι υπέρ του συνολικού ανασχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, ώστε να δημιουργηθούν υγιείς δομές για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Για το σκοπό αυτό, είμαστε υπέρμαχοι της εφαρμογής του Target Model στην ελληνική αγορά Η/Ε. Θεωρούμε εξαιρετικά άδικο, αλλά και αβάσιμο, να κατηγορείται η ΔΕΗ ότι μονοπωλεί την αγορά, όταν το μερίδιό της στην ηλεκτροπαραγωγή έχει περιοριστεί στο 61% (α’ τρίμηνο 2015).

Κεντρικός μας στόχος πρέπει να είναι η μείωση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας σε συνδυασμό με την ασφάλεια εφοδιασμού σε κάθε χώρα.

Ο κ. Παναγιωτάκης ζήτησε, τέλος, τη δωρεάν χορήγηση δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, προκειμένου να μειωθεί το ενεργειακό κόστος, επικαλούμενος το γεγονός ότι το ΑΕΠ της χώρας ήταν μικρότερο του 60% του μέσου όρου της ΕΕ για το έτος 2014, σε συνδυασμό με το ότι οι γείτονες της Ελλάδας, (πλην Ιταλίας) δεν έχουν υποχρεώσεις αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών CO2 στην ηλεκτροπαραγωγή είτε διότι δεν είναι μέλη της ΕΕ είτε διότι έχουν απαλλαγεί από την υποχρέωση αυτή, αν και μέλη της ΕΕ.

Όπως επεσήμανε, αυτό, εκτός των άλλων, οδηγεί σε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, με υπέρμετρη αύξηση των εισαγωγών ενέργειας στην Ελλάδα, εις βάρος των εγχώριων μονάδων παραγωγής.

ΑΠΕ-ΜΠΕ