Μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που πάσχουν από υπέρταση δεν ακολουθούν την φαρμακευτική τους αγωγή, σύμφωνα με τις συστάσεις του θεράποντος γιατρού, είτε λόγω κόστους, είτε λόγω του φόβου των παρενεργειών ή του εθισμού.

Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Ελληνικό Ίδρυμα Καρδιολογίας, με αφορμή το 7ο Συμπόσιο Αθηροσκλήρωσης και Συναφών Παραγόντων Κινδύνου (13-14 Δεκεμβρίου 2013, Αθήνα), πολλοί ασθενείς με υπέρταση είτε παίρνουν λιγότερα δισκία από τα συνιστώμενα, είτε παραλείπουν κάποιες δόσεις, είτε διακόπτουν οριστικά τη αγωγή τους.

Ο επίκουρος καθηγητής Καρδιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνος Τσιούφης, εξήγησε ότι μετρώντας μεταβολίτες φαρμάκων στα ούρα και στο αίμα υπερτασικών ασθενών που υποτίθεται ότι λάμβαναν τουλάχιστον τέσσερα αντιϋπερτασικά φάρμακα ημερησίως διαπιστώθηκε ότι περίπου 4 στους 10 ασθενείς δεν λάμβαναν κανένα φάρμακο από τα συνιστώμενα στη αγωγή τους. Οι λόγοι είναι πολλοί και σχετίζονται με τη διάθεση των ανθρώπων να μη λαμβάνουν φάρμακα αλλά και με το φόβο παρενεργειών ή εθισμού αλλά και με το κόστος.

O Διευθυντής Καρδιολογικής Κλινικής του Nοσοκομείου Ερρίκος Ντυνάν, Γεώργιος Ανδρικόπουλος, αναφερόμενος στο θέμα τόνισε τη σημαντική επίδραση της οικονομικής κρίσης στην υγεία των ασθενών αφού μεγάλος αριθμός εξετασθέντων δεν λαμβάνει τα φάρμακά του λόγω αδυναμίας πληρωμής τους ή λόγω έλλειψης κοινωνικής ασφάλειας.

Χαρακτηριστικό είναι ότι, στο πλαίσιο του προγράμματος «Μήνας Ελέγχου Χοληστερόλης – Εκτίμηση Καρδιαγγειακού Κινδύνου», που διενεργείται από το ΕΛ.Ι.ΚΑΡ, παρατηρήθηκε αύξηση κατά 150% του ποσοστού των εξετασθέντων ατόμων με αρτηριακή πίεση >200 mm Hg, οι οποίοι προωθήθηκαν για περαιτέρω διερεύνηση και αντιμετώπιση (η πλειονότητα των οποίων δεν λάμβαναν την αγωγή τους). Ένα σημαντικό ποσοστό αυτών των ασθενών δήλωσαν ότι το οικονομικό κόστος ήταν αιτία να αλλάξουν ή να διακόψουν τη φαρμακευτική τους αγωγή.

«Η καλή σχέση γιατρού-ασθενούς, η διάθεση χρόνου από τον γιατρό να εξηγήσει στον ασθενή ότι τα οφέλη της θεραπείας είναι πολύ περισσότερα από τους ενδεχομένους κινδύνους και τα απλουστευμένα δοσολογικά σχήματα συμβάλουν στην αποφυγή επικίνδυνων καταστάσεων», επεσήμανε ο κ.Τσίουφης και τόνισε ότι σύμφωνα με τις νεότερες ευρωπαϊκές κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση της υπέρτασης (και αντίθετα με ότι ίσχυε μέχρι τώρα), η αρτηριακή πίεση θα πρέπει να μειώνεται σε όλους τους υπερτασικούς ασθενείς σε τιμές κάτω των 140/90 mmHg, ανεξάρτητα αν ο ασθενής έχει σακχαρώδη διαβήτη, στεφανιαία νόσο, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή νεφρική ανεπάρκεια. Σε υπερτασικούς ηλικίας άνω των 80 ετών, αν η αρτηριακή πίεσή τους είναι πάνω από 160 mmHg, επιτρέπεται η χορήγηση αντιϋπερτασικών φαρμάκων για την επίτευξη του στόχου των 140-150 mmHg, αρκεί να την ανέχονται καλά. Δεν φαίνεται όμως ότι η περαιτέρω μείωση της αρτηριακής πίεσης έχει περισσότερα οφέλη. Αν ο ασθενής είναι ηλικιωμένος, αλλά κάτω των 80 ετών, και σε καλή βιολογική κατάσταση, ο στόχος της πίεσης θα πρέπει να είναι <140 mmHg.

Ο καθηγητής Καρδιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Χριστόδουλος Στεφανάδης, αναφερόμενος στην αρτηριακή υπέρταση εξήγησε ότι αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα για την εκδήλωση στεφανιαίας νόσου.

Ειδικότερα στην ανθεκτική υπέρταση, η οποία αφορά περίπου το 5-10% του συνόλου των υπερτασικών ασθενών, αναπτύχθηκε μια νέα μέθοδος η οποία αφορά την κατάλυση της συμπαθητικής νεύρωσης του νεφρού (renal sympathetic denervation – RSD) με τη διαδερμική εισαγωγή με τοπική αναισθησία, ειδικού καθετήρα στις νεφρικές αρτηρίες και χρήση υψίσυχνου ρεύματος. Η διαδικασία είναι σχετικά απλή, ασφαλής και απαιτείται νοσηλεία μίας ημέρας.

Οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε απονεύρωση της νεφρικής αρτηρίας παρουσίασαν σημαντική μείωση της συστολικής αρτηριακής πίεσης έως και 32 mmHg κατά μέσο όρο, σε διάστημα παρακολούθησης 6 μηνών. Στο Αιμοδυναμικό Εργαστήριο της Α′ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Ιπποκρατείου Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών, έχουν πραγματοποιηθεί πάνω από 50 επιτυχής καταλύσεις της συμπαθητικής νεύρωσης του νεφρού σε επιλεγμένους ασθενείς.

Η μέθοδος αυτή δημιουργεί μεγάλες προσδοκίες και ανοίγει νέους θεραπευτικούς δρόμους. Ταυτόχρονα, στην Α′ Καρδιολογική Κλινική έχει γίνει η πρώτη πειραματική εφαρμογή σε πειραματικά μοντέλα για τη φαρμακευτική κατάλυση της συμπαθητικής νεύρωσης των νεφρών, κατά την οποία χρησιμοποιείται μια ειδική τεχνική για την τοπική εναπόθεση vincristine στις νεφρικές αρτηρίες. Παράλληλα πειραματικά δεδομένα στην Α’ Καρδιολογική Κλινική έδειξαν ότι η μηχανική απονεύρωση του συμπαθητικού συστήματος των νεφρών με την χρήση απλού μπαλονιού είναι εφικτή και οδηγεί στην μείωση της αρτηριακής πίεσης. Ενώ, επίσης, πρώιμα αποτελέσματα από την χρήση της μηχανικής απονεύρωσης στις στεφανιαίες αρτηρίες δείχνουν ότι η μέθοδος αυτή οδηγεί στην απονεύρωση του συμπαθητικού συστήματος της καρδιάς, ανοίγοντας πιθανώς δρόμους για θεραπεία πολλών παθήσεων.

Ο κ. Στεφανάδης αναφέρθηκε επίσης στις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της στεφανιαίας νόσου, τόσο στην διάγνωση όσο και στη θεραπεία. Συγκεκριμένα,η κερκιδική προσπέλαση κατά τη διενέργεια στεφανιογραφίας, φαίνεται να είναι το μέλλον στην επεμβατική αντιμετώπιση στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα, κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται από την υποανάλυση της μελέτης RIVAL στους ασθενείς με STEMI. Σ’ αυτούς τους ασθενείς η κερκιδική προσπέλαση συνοδεύτηκε από μείωση κατά 2,2% των θανάτων/εμφραγμάτων ή εγκεφαλικών επεισοδίων και κατά 1,9% της ολικής θνητότητας σε σύγκριση με την μηριαία προσπέλαση.

Επίσης, η νέα μέθοδος της μη επεμβατικής εκτίμησης της ευάλωτης αθηρωματικής πλάκας, μέσω της ακτινομετρίας μικροκυμάτων, που το τελευταίο διάστημα έχει αναπτυχθεί από την Α’ Καρδιολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Μπόλτον της Αγγλίας, έχει δείξει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων( ΑΕΕ) είναι ισχαιμικής αιτιολογίας και πάνω από το 50% αυτών οφείλονται σε αθηρωματική νόσο των καρωτίδων. Η έγκαιρη αναγνώριση των ασθενών υψηλού κινδύνου αποτελεί ένα νέο σημαντικό ερευνητικό πεδίο με στόχο την πρόληψη των ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων, σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή Καρδιολογίας Κωνσταντίνο Τούτουζα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ η κύρια απεικονιστική μέθοδος για την ανίχνευση αθηρωματικών αλλοιώσεων στις καρωτίδες είναι το υπερηχογράφημα εντούτοις δεν επιτρέπει την εκτίμηση των λειτουργικών χαρακτηριστικών των πλακών, που τις καθιστούν «ευάλωτες». Η νέα μέθοδος μη επεμβατικής εκτίμησης της ευάλωτης αθηρωματικής πλάκας, μέσω της ακτινομετρίας μικροκυμάτων είναι μια αναίμακτη μέθοδος καταγραφής της θερμοκρασίας σε βάθος μέχρι περίπου 10 mm που εκλύεται από τους ανθρώπινους ιστούς. Η μέθοδος αυτή έχει εφαρμοστεί τόσο πειραματικά και εμφανίζει πολύ καλή συσχέτιση με την θερμογραφία και την ιστολογία, όσο και κλινικά στην εκτίμηση των αθηρωματικών πλακών στις καρωτίδες ασθενών με στεφανιαία νόσο. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με καρωτιδική νόσο και ευάλωτες πλάκες έχουν χειρότερη πρόγνωση από ότι ασθενείς χωρίς χαρακτηριστικά ευάλωτων πλακών. Η ακτινομετρία μικροκυμάτων είναι μια απλή και μη επεμβατική μέθοδος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την πρωτογενή πρόληψη από τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.

Τέλος, ο διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών, Δημήτρης Ρίχτερ, αναφερόμενος στον τομέα της διατροφής, επεσήμανε ότι αποτελεί την σημαντικότερη ενεργητική εμπλοκή του ανθρώπου για την πρόληψη των καρδιαγγειακών επεισοδίων. Στο συνέδριο θα συζητηθούν ορισμένα από τα κεντρικότερα σήμερα στην καρδιολογία ερωτήματα, όπως ποιά τρόφιμα οδηγούν στην μακροημέρευση και τη μακροβιότητα και πως τρέφονται οι πληθυσμοί που ζουν περισσότερο από το μέσο όρο όπως οι Ικαριώτες. Ακόμη θα υπάρξει αναφορά σε ένα από τα σημαντικότερα διατροφικά ερωτήματα των τελευταίων ετών που έρχονται στο φως από σύγχρονες μελέτες και δείχνουν πως η κατανάλωση κρέατος δεν αυξάνει την ολική θνησιμότητα, αλλά αυτό συμβαίνει όταν καταναλώνουμε επεξεργασμένο κρέας με το μεγαλύτερο ερωτηματικό για την υγεία μας να βρίσκεται στην προσθήκη των διαφόρων συντηρητικών και την πραγματική ασφάλεια τους για τον ανθρώπινο οργανισμό. Τέλος αναφέρθηκε στα φάρμακα του μέλλοντος, σχετικά με την αντιμετώπιση της υπερλιπιδαιμίας, όπως τους αναστολείς του PCSK9, φάρμακα τα οποία μειώνουν την LDL χοληστερόλη ένα περαιτέρω 50% μετά από στατίνες και εζετιμίμπη, και εάν οι κλινικές μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη πετύχουν, θα αποτελέσουν μία πραγματική επανάσταση στο χώρο της υπολιπιδαιμικής αγωγής.

health.in.gr