Σικάγο: Αμερικανοί επιστήμονες εντόπισαν δύο ουσίες στον καπνό που προκαλούν άμεσα καρκίνο και εξηγούν ότι η διαπίστωση αυτή μπορεί να βοηθήσει στην πρόγνωση ποιοι καπνιστές θα νοσήσουν από καρκίνο.

Σύμφωνα με στα στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της Αμερικανικής Εταιρείας για την Έρευνα του Καρκίνου στο Ντένβερ, ο Δρ Τζιαν Μιν Γουαν και οι συνεργάτες του στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, εξηγούν ότι οι συγκεντρώσεις στα ούρα του υποπροϊόντος της νικοτίνης NNAL διπλασιάζει τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου των πνευμόνων συγκριτικά με τους καπνιστές που έχουν χαμηλές συγκεντρώσεις του ΝΝΑL στα ούρα τους.

Και οι καπνιστές που είχαν υψηλές συγκεντρώσεις στα ούρα NNAL και κοτινίνης (επίσης υποπροϊόν της νικοτίνης) είχαν οκταπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν καρκίνο του πνεύμονα συγκριτικά με τους καπνιστές που είχαν χαμηλότερες τιμές των δύο υποπροϊόντων στα ούρα τους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις ένας στους δέκα καπνιστές εκδηλώνει καρκίνο των πνευμόνων. Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει πάντως ότι οι υψηλές συγκεντρώσεις NNAL σχετίζονται με υψηλότερα ποσοστά καρκίνου των πνευμόνων, αλλά η επίδραση στους ανθρώπους δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη.

Οι ερευνητές πάντως κατέληξαν στα παραπάνω συμπεράσματα μετά από μελέτη δεδομένων από δύο μεγάλες κινεζικές μελέτες με συνολικό δείγμα 50.000 ανδρών και γυναικών 45-74 ετών. Οι συμμετέχοντες είχαν ερωτηθεί μεταξύ άλλων και για το πόσο κάπνιζαν, τι έτρωγαν και άλλους παράγοντες διαβίωσης τους, ενώ είχαν συλλεχθεί δείγματα αίματος και ούρων.

Οι επιστήμονες εντόπισαν 246 καπνιστές που αργότερα εκδήλωσαν καρκίνο των πνευμόνων και 245 καπνιστές που δεν νόσησαν κατά τη διάρκεια της δεκαετούς μελέτης.

Τα επίπεδα του NNAL χωρίστηκαν σε χαμηλά, μέτρια και υψηλά.

Μετά τον συνυπολογισμό του αριθμού των τσιγάρων που κάπνιζαν την ημέρα οι συμμετέχοντες, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι τα άτομα που είχαν μέτρια επίπεδα NNAL είχαν 43% υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του πνεύμονα, συγκριτικά με εκείνους που είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα. Όσοι είχαν υψηλά επίπεδα NNAL είχαν διπλάσιο κίνδυνο.

Τα άτομα με υψηλά επίπεδα NNAL και κοτινίνης είχαν πάνω από οκταπλάσιο κίνδυνο νόσησης συγκριτικά με τους καπνίζονται που είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα.

Ο έλεγχος των επιπέδων του NNAL και της κοτινίνης στα ούρα μπορεί να είναι το εναρκτήριο τεστ για τον νέο τρόπο διάγνωσης του κινδύνου εκδήλωσης καρκίνου του πνεύμονα.

Στόχος των ερευνητών είναι τα επόμενα τρία με πέντε χρόνια να καταφέρουν συναθροίσουν τις πληροφορίες ώστε να μπορέσουν να τις χρησιμοποιήσουν για τη δημιουργία ενός διαγνωστικού τεστ για τους καπνιστές.

health.in.gr