Νέα Υόρκη: Τα άτομα που κοιμούνται είτε πολλές είτε πολύ λίγες ώρες έχουν συντομότερο προσδόκιμο επιβίωσης εν συγκρίσει με τα άτομα που κοιμούνται οκτώ ώρες, σύμφωνα με νέα φινλανδική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Sleep.

Ερευνητές του Φινλανδικού Ινστιτούτου Επαγγελματικής Υγείας με επικεφαλής την Δρ Κρίστερ Χάμπλιν έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση 21.268 δίδυμους που ερωτήθηκαν μεταξύ άλλων για τον ύπνο τους, περιλαμβανομένου και του χρόνου και της ποιότητας του κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Κατά μέσο όρο, τα άτομα που κοιμόντουσαν λιγότερο από επτά ώρες κάθε βράδι είχαν 26% περισσότερες πιθανότητες να αποβιώσουν κατά τη διάρκεια της μελέτης εν συγκρίσει με άνδρες που κοιμόντουσαν 7-8 ώρες. Για τις γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 21%.

Ομοίως άνδρες και γυναίκες που κοιμόντουσαν περισσότερες από οκτώ ώρες είχαν ποσοστά θνησιμότητας 24% και 17% υψηλότερα, αντίστοιχα.

Οι επιστήμονες συνυπολόγισαν και διάφορους παράγοντες που πιθανόν να εξηγούν τον συσχετισμό. Για παράδειγμα, η κατάθλιψη μπορεί να προκαλέσει υπνηλία στα άτομα, αλλά μια μέτρηση της ικανοποίησης που αποκόμιζαν οι συμμετέχοντες από την ζωή τους με βάση ερωτήσεις που απάντησαν δεν κατέστη δυνατόν να υποστηρίξει τον συγκεκριμένο συσχετισμό.

Επίσης είναι πιθανόν μη ανιχνευμένες μείζονες παθήσεις στην αρχή της μελέτης να εξηγήσουν τη σχέση ύπνου-θνησιμότητας. Η μελέτη διήρκεσε δύο δεκαετίες και οι επιστήμονες απέκλεισαν τους θανάτους που συνέβησαν τα τρία πρώτα χρόνια.

Κι ενώ η μελέτη δεν ξεκαθαρίζει τον συσχετισμό, αξίζει να σημειωθεί ότι άλλες έρευνες έχουν συσχετίσει τον ύπνο με παθήσεις όπως ο διαβήτης και η καρδιακή νόσος. Η εξομάλυνση του ύπνου μπορεί να συντελέσει στην καλύτερη διαχείριση των παραπάνω παθήσεων.

Ο καλός ύπνος συνεπάγεται συνεχή επάρκεια ύπνου, κάτι που καθορίζεται ατομικά.

health.in.gr