Νίκος Μαρινόπουλος

Πριν από περίπου τρία χρόνια, η Ford εισάγει στην ευρωπαϊκή αγορά το πρώτο της, ουσιαστικά, SUV. Μερικούς μήνες αργότερα μία άλλη -ιαπωνική αυτή τη φορά- αυτοκινητοβιομηχανία αποφασίζει να επεκτείνει τη γκάμα της εισβάλλοντας σε μια άγνωστη για αυτή -όπως και για την Ford- κατηγορία. Τα παραπάνω γεγονότα συνδέονται άμεσα μεταξύ τους, καθώς και τα δύο τετρακίνητα μοντέλα διαθέτουν κοινό DNA, ανεξαρτήτα από το ποιο προηγήθηκε χρονικά.

Μέχρι και σήμερα, όμως, οι παράλληλοι βίοι των δύο μοντέλων συνεχίζονται. Το καλοκαίρι που πέρασε, η Ford εισήγαγε στην ελληνική αγορά το face lift Maverick του οποίου η γκάμα εμπλουτίστηκε με μια νέα έκδοση, αυτή των 2,3 λίτρων. Μερικούς μήνες αργότερα, στο ίδιο μοτίβο, κινήθηκε και η Mazda η οποία προσφάτως παρουσίασε την ανανεωμένη έκδοση του Tribute.

Η σημαντικότερη, προφανώς, είδηση έχει να κάνει με την αντικατάσταση της δίλιτρης έκδοσης από την μεγαλύτερη των 2,3 λίτρων -απόδοσης 150 ίππων στις 5.700σ.α.λ. και 200Nm ροπής στις 4.000σ.α.λ.- η οποία αξίζει να σημειωθεί πως πληροί τις προδιαγραφές Euro 5. Ο συγκεκριμένος κινητήρας βασίζεται σε αυτόν του Maverick ενώ είναι ο ίδιος με αυτόν που τοποθετείται στο Mazda 6 Sport Wagon. Η βασική του διαφορά είναι πως δεν διαθέτει σύστημα μεταβλητού χρονισμού, αλλά μόνο μεταβλητού μήκους αυλών εισαγωγής, που βελτιώνουν την ροπή στις χαμηλές στροφές, όπως και διαπιστώσαμε στο δρόμο. Βεβαίως, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως υπάρχει και η ισχυρότερη τρίλιτρη έκδοση, με τους 197 ίππους, χωρίς όμως το μηχανικό της σύνολο να έχει υποστεί καμία σχεδόν αλλαγή.

Εκτός όμως από το κινητήρα ριζικές αλλαγές υπάρχουν στο σύστημα που εμπλέκει την κίνηση και στους πίσω τροχούς του Tribute, όταν αυτό είναι αναγκαίο. Το νέο σύστημα τετρακίνησης (ATTC), είναι ακριβώς το ίδιο που τοποθετείται στην έκδοση Sport Wagon του 6. Ο συνεκτικός συμπλέκτης έχει πλέον αντικατασταθεί από ένα ηλεκτρονικά ελεγχόμενη μαγνητικό πολύδισκο ο οποίος ρυθμίζεται από μια ξεχωριστή ηλεκτρονική μονάδα που επικοινωνεί με ένα σύνολο αισθητήρων και του εγκέφαλου του μοτέρ. Αξίζει να σημειωθεί πως ο διακόπτης με την δυνατότητα κλειδώματος -Lock- του κεντρικού διαφορικού πλέον δεν υφίσταται.

Θεωρητικά, όταν ανιχνευθεί από το σύστημα διαφορά στη περιστροφή των εμπρός με τους πίσω τροχούς τότε η κίνηση μεταδίδεται και στο πίσω άξονα ανάλογα με τις συνθήκες –θεωρητικά έως και 50%. Πράγματι, στο δρόμο η ταχύτερη εμπλοκή του συστήματος είναι αισθητή, ειδικά στην άσφαλτο όπου το Tribute διακρίνεται για την πολύ καλή ποιότητα κύλισης και την εξίσου καλή ηχομόνωση του. Στις χωμάτινες διαδρομές η απόσβεση της ανάρτησης είναι ικανοποιητική ενώ οι off road ικανότητες του αυτοκινήτου έχουν βελτιωθεί σημαντικά αλλά μην περιμένετε να σκαρφαλώσετε και στα… κατσάβραχα!

Η μονάδα του κιβώτιου ταχυτήτων είναι επίσης νέα με σχετικά αραιή κλιμάκωση η οποία ωστόσο δεν δυσκολεύει το έργο του δυνατού μοτέρ ενώ η ακρίβεια του επιλογέα είναι αισθητά βελτιωμένη χωρίς να απέχει από αυτή στο 6. Η ανάρτηση έχει βελτιωθεί στα σημεία ώστε να προσφέρει μεγαλύτερη άνεση κάτι το οποίο όπως διαπιστώσαμε ισχύει και στο δρόμο. Η ποιότητα κύλισης έχει βελτιωθεί κατά πολύ, όπως και η ηχομόνωση που εξασφαλίζει άνετο ταξίδι αν και οι γρήγοροι θα βρουν κάπως εκνευριστικό το «κόφτη» που επεμβαίνει βιαία στο σύστημα ψεκασμού όταν το κοντέρ δείξει τα περίπου 180χλμ/ώρα. Στις στροφές πάντως οι κλίσεις είναι σχετικά λογικές για τον όγκο του Tribute το οποίο στην άσφαλτο στρίβει με ουδέτερο τρόπο ενώ στο χώμα αποδεικνύεται διασκεδαστικό καθώς η υπερστροφή εμφανίζεται σχετικά εύκολα.

Από αισθητικής πλευράς, τα νέα στοιχεία που ξεχωρίζουν το νέο από το προηγούμενο Tribute δεν διαφοροποιούνται από το τυπικό facelift. Ως συνήθως, περιορίζονται στους ανασχεδιασμένους προφυλακτήρες και στα φωτιστικά σώματα. Ωστόσο, στο εσωτερικό κρύβεται η μεγαλύτερη έκπληξη και συγκεκριμένα στην κεντρική κονσόλα του αυτοκινήτου. Πλέον δεν υπάρχει πλέον το χαρακτηριστικό κενό ανάμεσα στα εμπρός καθίσματα αλλά μια κανονική κονσόλα με μεσαίο υποβραχιόνιο, ντουλαπάκι και ποτηροθήκες.

Συνοψίζοντας, η προσθήκη ενός νέου entry κινητήρα, το νέο σύστημα τετρακίνησης, το ποιοτικότερο εσωτερικό και οι όποιες άλλες βελτιώσεις φυσικό είναι να δημιουργούσαν την εντύπωση πως οι τιμές πώλησης του νέου Tribute θα ήταν κάτι τις αυξημένες. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει αφού η βασική -αλλά ομολογουμένως πλούσια- έκδοση High διατίθεται στα 30.990 ευρώ -όσο δηλαδή και η αντίστοιχη του προηγούμενου μοντέλου- και στον εξοπλισμό της περιλαμβάνει τέσσερις αερόσακους, ABS, air condition, κεντρικό κλείδωμα με τηλεχειρισμό, ηλεκτρικά παράθυρα, ηλεκτρικούς καθρέπτες, ράδιο-CD με τέσσερα ηχεία, cruise control, κάθισμα οδηγού ηλεκτρικά συρόμενο, πλαϊνά προστατευτικά στα φτερά του αμαξώματος, ζάντες αλουμινίου, προβολείς ομίχλης και δερμάτινη επένδυση στο τιμόνι.

Η ηλιοροφή περιλαμβάνεται στην έκδοση High SR έναντι 31.990 ευρώ ενώ η έκδοση με τα δερμάτινα καθίσματα, η High Leather, κοστίζει 32.290 ευρώ. Αν τώρα θέλετε και την ηλιοροφή και το δερμάτινο σαλόνι υπάρχει η έκδοση High Leather SR η οποία διατίθεται στα 33.290 ευρώ. Στους ίδιους συνδυασμούς εκδόσεων εξοπλισμού διατίθεται και η τρίλιτρη έκδοση όπου οι High, High SR, High Leather High Leather SR στοιχίζουν 34.690, 35.690, 35.990 και 36.990 ευρώ αντίστοιχα.

auto.in.gr