Σε στενή συνεργασία βρίσκονται η Οικονομική Αστυνομία και η Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών για το θέμα του παράνομου μηχανισμού επανέκδοσης αποδείξεων που εντοπίσθηκε σε κατάστημα εστίασης γνωστού επιχειρηματικού ομίλου στη Γλυφάδα. Οι Αρχές εξετάζουν το είδος της παρέμβασης που έγινε στον κεντρικό μηχανισμό έκδοσης αποδείξεων και η οποία επέτρεψε την «κλωνοποίηση» χιλιάδων αποδείξεων, παράβαση που σε τέτοιο βαθμό παρατηρείται για πρώτη φορά.

Η υπόθεση, για την οποία σχηματίστηκε δικογραφία εις βάρος επιχειρηματία και η οποία ήδη βρίσκεται στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών, ξεκίνησε να διερευνάται προ εξαμήνου – αφορούσε σε έλεγχο των βιβλίων της διαχειριστικής χρήσης του 2012 – όταν η Οικονομική Αστυνομία, αξιοποιώντας πληροφορίες, προχώρησε στον έλεγχο του συγκεκριμένου καταστήματος του Ομίλου στη Γλυφάδα. Στον επιτόπιο έλεγχο που διενεργήθηκε στους χώρους της εταιρείας εντοπίστηκε υπολογιστής με ειδικό λογισμικό που είχε τη δυνατότητα να επανεκδίδει αποδείξεις οι οποίες είχαν ήδη εκδοθεί στο παρελθόν.

Η Οικονομική Αστυνομία, έχοντας λάβει συγκεκριμένες πληροφορίες, προχώρησε στοχευμένα – αν δεν είχε γίνει φωτογραφική καταγγελία, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να στοχοποιηθεί η επιχείρηση για το συγκεκριμένο παράπτωμα – στη διασταύρωση των ηλεκτρονικών αρχείων του λογισμικού υποστήριξης της ταμειακής μηχανής με τις αποδείξεις που είχαν καταχωρισθεί στα βιβλία της επιχείρησης. Με τον τρόπο αυτόν διαπίστωσε 13.671 επανεκδόσεις αποδείξεων – κλώνων.

Η φοροδιαφυγή ανέρχεται σε 18.000 ευρώ. Ακόμη, η Οικονομική Αστυνομία συνέκρινε και τη λεγομένη συμβολοσειρά σήμανσης κάθε απόδειξης και διαπίστωσε πως τα φορολογικά στοιχεία, αν και είχαν κοινό αύξοντα αριθμό, είχαν διαφορετική σήμανση, δηλαδή ήταν πλαστά με τη «βούλα».

Σύμφωνα με ανώτερα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, οι «επιτήδειοι» στη συγκεκριμένη υπόθεση είχαν «πειράξει» τον κεντρικό μηχανισμό έκδοσης αποδείξεων και μπορούσαν να παρεμβαίνουν σε αυτόν επανεκδίδοντας αποδείξεις με τον ίδιο αύξοντα αριθμό (κλώνους). Κατά πληροφορίες η πρακτική αυτή αφορούσε κυρίως σε ομοειδείς παραγγελίες προϊόντων.

Για παράδειγμα, η επιχείρηση είχε εκδώσει στις αρχές του 2012 μια απόδειξη ύψους 10 ευρώ που αφορούσε στην παραγγελία πελάτη για μια μπίρα και ένα σάντουιτς. Το σύστημα κάθε φορά που κάποιος έκανε παρόμοια παραγγελία ανέσυρε την «αποθηκευμένη» απόδειξη των 10 ευρώ και την έδινε στους ανυποψίαστους πελάτες.

Έτσι είχαν δημιουργηθεί διάφορες αντίστοιχες αποδείξεις – κλώνοι για τυποποιημένες παραγγελίες όπως π.χ. καφές καπουτσίνο, εσπρέσο, ποικιλία ούζου κ.ά., τις οποίες εξέδιδε το παράνομο σύστημα όποτε έκρινε ο χειριστής του.

Η Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων έχει επικοινωνία με την Οικονομική Αστυνομία για το θέμα, με το ενδιαφέρον του γ.γ. Χ. Τσαβδάρη να εστιάζεται στη μέθοδο που χρησιμοποίησαν οι επιτήδειοι για να παρεισφρήσουν στο λογισμικό του μηχανισμού έκδοσης αποδείξεων, αλλά και στο εάν αποπειράθηκαν να αλλοιώσουν και τον μηχανισμό σήμανσης, ο οποίος αν είχε πειραχτεί – δεν συνέβη κάτι τέτοιο – θα μιλούσαμε για hi-tech απάτη.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ