Νέα Υόρκη: Σχέση μεταξύ εμμηνόπαυσης και μειωμένης πνευμονικής λειτουργίας συνδυαστικά με αναπνευστικά συμπτώματα, ειδικά μεταξύ των αδύνατων γυναικών, αναδεικνύει έρευνα που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Allergy and Clinical Immunology.

Ο Δρ Φρανσίσκο Γκομεζ Ρεαλ από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Haukeland της Βέρνης στη Νορβηγία έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση 1.274 γυναίκες, 45-56 ετών, που συμμετείχαν στην μελέτη European Community Respiratory Health Survey και δεν χρησιμοποιούσαν εξωγενής ορμόνες.

Διαθέσιμες μετρήσεις πνευμονικής λειτουργίας ήταν για 1.069 γυναίκες και δείκτες ορού της ορμονικής κατάστασης (θυλακιοτρόπος ορμόνη, ωχρινοτρόπος ορμόνη και οιστραδιόλη) για 710.

Λογιστικές και γραμμικές αναλύσεις παλινδρόμησης προσαρμόστηκαν στο ύψος, την ηλικία, τον Δείκτη Μάζας Σώματος, τα πακέτα-έτη καπνίσματος και άλλους παράγοντες.

Το 45% των ασθενών είχαν κανονική εμμηνορρυσία, το 21% είχαν ασταθείς καταμήνιους κύκλους για λίγους μήνες και το 34% δεν είχαν εμμηνορρυσία τους τελευταίους έξι μήνες.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες με αμηνόρροια είχαν σημαντικά χαμηλότερες τιμές FEV1 (-120 mL), χαμηλότερες τιμές FVC (-115 mL) και περισσότερα αναπνευστικά συμπτώματα, συγκριτικά με τις γυναίκες που είχαν κανονική εμμηνορρυσία. Όμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν όταν οι αναλύσεις περιορίστηκαν σε άτομα που ήταν καπνίστριες. Καμιά διαφορά δεν παρατηρήθηκε μεταξύ γυναικών που είχαν φυσιολογική εμμηνορρυσία και αυτών με ασταθή.

Ο αυξανόμενος Δείκτης Μάζας Σώματος συσχετιζόταν έντονα με χαμηλότερες τιμές FEV1 και FVC και με αυξημένα αναπνευστικά συμπτώματα ανά μονάδα αύξησης σε κιλά ανά τετραγωνικό μέτρο.

Όταν έγινε διαστρωμάτωση σύμφωνα με τον ΔΜΣ, η σχέση μεταξύ αμηνόρροιας και χαμηλότερης πνευμονικής λειτουργίας και αναπνευστικών συμπτωμάτων ήταν σημαντικά ισχυρότερη στις γυναίκες με ΔΜΣ κάτω από 23 εν συγκρίσει μ’ αυτές με ΔΜΣ μεταξύ 23 και 28.

health.in.gr